Αλκυονίδες μέρες
Ευτυχία Γιαννάκη
Το δεύτερο μυθιστόρημα της αστυνομικής Τριλογίας της Αθήνας, με τίτλο «Αλκυονίδες μέρες» ,είναι η αφορμή της συζήτησής μας με τη συγγραφέα Ευτυχία Γιαννάκη .
Το πρώτο βιβλίο της Τριλογίας, Στο πίσω κάθισμα, απέσπασε το βραβείο Public καλύτερου ελληνικού μυθιστορήματος 2017
Γράφει η Χαριτίνη Μαλισσόβα
Οι Αλκυονίδες μέρες, είναι το δεύτερο βιβλίο μιας τριλογίας μυθιστορημάτων σας, της Τριλογίας της Αθήνας, και με κεντρικό ήρωα τον Αστυνόμο Χάρη Κόκκινο. Θέλετε να μας πείτε λίγα λόγια;
Οι Αλκυονίδες μέρες είναι ένα αστυνομικό μυθιστόρημα με πρωταγωνιστή τον Χάρη Κόκκινο, έναν σαρανταπεντάρη Αστυνόμο που ζει και εργάζεται στην Αθήνα σήμερα. Ως επικεφαλής του Τμήματος Εγκλημάτων κατά της Ζωής συντονίζει μια ετερόκλητη ομάδα που σε αυτό το βιβλίο καλείται να εξιχνιάσει τη δολοφονία μιας δεκαεξάχρονης από την Γκάνα η οποία βρίσκεται νεκρή σε ένα μεγάλο εμπορικό κέντρο της πρωτεύουσας. Οι έννοιες του ξένου, της ανασφάλιστης εργασίας, των παραλείψεων του παρελθόντος που επανέρχονται, της βίας και της συγκάλυψης της μικρής ή της μεγάλης παραβατικότητας και μιας κοινωνίας που αδυνατεί να ισορροπήσει σε συνθήκες κρίσης προστατεύοντας τους αδυνάμους είναι κεντρικοί άξονες πάνω στους οποίους δομείται η ιστορία.
Παράλληλα, ο αστυνόμος μου έχει να αντιμετωπίσει τις δικές του παραλείψεις στην προσωπική του ζωή, τα λάθη του, την αδυναμία του να διαχειριστεί την κλονισμένη σχέση με τον γιο του. Ενώ στη δουλειά του είναι εμμονικός, ικανός και εξαιρετικά αποτελεσματικός, στα προσωπικά του ζητήματα παραμένει ένας συνηθισμένος άνθρωπος που καλείται να ισορροπήσει σε κινούμενη άμμο. Οι Αλκυονίδες Μέρες δεν είναι μόνο ένας αστυνομικός γρίφος που γυρεύει επίλυση, είναι ένα κοινωνικό και υπαρξιακό σχόλιο για τους ανθρώπους μιας κοινωνίας που βιώνει ριζικές αλλαγές.
Το πρώτο σας βιβλίο, "Στο πίσω κάθισμα" γνώρισε ήδη μεγάλη εκδοτική επιτυχία. Πόσο σημαντική είναι για εσάς η απήχηση στο αναγνωστικό κοινό και του ανά χείρας βιβλίου;
Το γεγονός ότι το πρώτο μου αστυνομικό μυθιστόρημα αγαπήθηκε και τιμήθηκε από τους αναγνώστες με το Βραβείο Public καλύτερου Ελληνικού μυθιστορήματος για το 2017 με γεμίζει με χαρά για δυο λόγους. Πρώτον διότι οι αναγνώστες επέλεξαν να αγκαλιάσουν μια πρωτοεμφανιζόμενη στο είδος συγγραφέα και δεύτερον γιατί εξέφρασαν την προτίμησή τους σε ένα ιδιαίτερο είδος, αυτό της ελληνικής αστυνομικής λογοτεχνίας που για χρόνια υπήρξε παραγνωρισμένο. Η διαδικασία της συγγραφής είναι μια μοναχική δουλειά, ένα δύσβατο μονοπάτι που διανύεις μόνος σου και όταν οι αναγνώστες σου επιστρέφουν ένα τόσο σημαντικό δώρο όπως είναι το ενδιαφέρον και η αγάπη τους δεν μπορεί παρά να νιώθεις συγκίνηση.
Σας γνωρίσαμε μέσω του ανατρεπτικού Χάρντκορ, το οποίο έγινε και κινηματογραφική ταινία. Πόσο επιτυχημένη θεωρείτε τη μεταφορά του στην μεγάλη οθόνη;
Όσο περνούν τα χρόνια συναντώ όλο και περισσότερους ανθρώπους που είχαν δει την ταινία, αλλά δεν είχαν διαβάσει το βιβλίο. Αν το μήνυμά μου μπόρεσε να ταξιδέψει σε περισσότερους ανθρώπους μέσω μιας ταινίας, τότε μόνο επιτυχημένη μπορώ να χαρακτηρίσω την κινηματογραφική μεταφορά.
Τι ήταν αυτό που σας ώθησε να ασχοληθείτε με το αστυνομικό μυθιστόρημα;
Η σύγχρονη αστυνομική λογοτεχνία μετατρέπεται σε αυτό που θα μπορούσε κανείς να χαρακτηρίσει ως την μεγάλη κοινωνική λογοτεχνία της εποχής μας. Μια ενδιαφέρουσα πλοκή η οποία κρατάει σε εγρήγορση τον αναγνώστη και ταυτοχρόνως το κοινωνικό σχόλιο και τα μεγάλα υπαρξιακά ζητήματα που θίγει στις καλύτερες εκδοχές της την μετέτρεψαν στο μεγάλο μου πάθος. Είναι τα πολλαπλά επίπεδα ανάγνωσης, τα διλήμματα που θέτει στον αναγνώστη για το καλό και το κακό, για το ποιος είναι ο θύτης και ποιο το θύμα τελικά σε η δοκιμασία του τρόπου σκέψης του και των ορίων του και όλα αυτά σε μια συναρπαστική αφήγηση που σε κάνει να μην θέλεις να αφήσεις το βιβλίο από τα χέρια σου που αποτελούν το μεγάλο μου στοίχημα.
Ποιους εκπροσώπους του είδους της αστυνομικής λογοτεχνίας θεωρείτε κορυφαίους;
Όσους καταφέρνουν να συνδυάσουν το κοινωνικό σχόλιο και την υπαρξιακή αναζήτηση με μια ενδιαφέρουσα πλοκή. Σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται οι κλασικοί του είδους (Άγκαθα Κρίστι, Τσάντλερ, Σιμενόν, Έλροϋ, Ιζζό, Γιάννης Μαρής κ.α.), ενώ παρακολουθώ με εξαιρετικό ενδιαφέρον τα σύγχρονα εκδοτικά λογοτεχνικά ρεύματα από την Σκανδιναβία, την Γαλλία, την Βρετανία και την Αμερική.
Παρόλο που οι ευπώλητοι συγγραφείς (σε παγκόσμιο επίπεδο) χρησιμοποιούν σχετικά "εύκολη" γραφή, εσείς έχετε έντονη λογοτεχνικότητα στη γραφή σας.... Θέλετε να σχολιάσετε;
Ο όρος αστυνομική λογοτεχνία, ακόμη κι αν δεν είναι απολύτως εύστοχος για να κατηγοριοποιήσει τα βιβλία του είδους, αποτελείται από δύο μέρη: αστυνομική και λογοτεχνία. Ο δεύτερος και ισχυρότερος όρος επιβάλλει την λογοτεχνικότητα της αφήγησης, αν θέλουμε το είδος να μην παραμείνει περιθωριοποιημένο ως παραλογοτεχνία. Δεν με ενδιαφέρει μια αφήγηση που είναι μονοδιάστατη, χωρίς να είναι δουλεμένη, χωρίς να ελέγχεται ο ρυθμός και η ουσία των λέξεων. Είναι ο λόγος από τον οποίο ξεκινούν και στον οποίο καταλήγουν όλα. Η αισθητική, τα βαθύτερα νοήματα και το συναίσθημα δεν μεταφέρονται με πρόχειρο σκόρπισμα των λέξεων πάνω στο χαρτί. Και είναι αρκετοί οι συγγραφείς παγκοσμίως που εμπορικά πηγαίνουν εξαιρετικά, ενώ ταυτόχρονα ο λόγος τους είναι αξιοπρόσεκτος.
Εκτός από αστυνομικής λογοτεχνίας , ποιας άλλη κατηγορίας αναγνωσμάτων είστε αναγνώστρια;
Υπήρξα για χρόνια και παραμένω φανατική της κλασικής λογοτεχνίας και της φιλοσοφίας. Και αναφέρομαι φυσικά και σε σύγχρονα έργα που στο μέλλον θα γίνουν κλασικά. Θα έλεγα ότι είμαι κυρίως αναγνώστρια αυτών των ειδών και λιγότερο της αστυνομικής λογοτεχνίας.
Επανέρχομαι στο βιβλίο και αναρωτιέμαι πόσος καιρός χρειάστηκε για την αποπεράτωσή του. Και το ίδιο διερωτώμαι γενικότερα για την Τριλογία της Αθήνας.
Συχνά χαριτολογώντας λέω ότι χρειάστηκα περίπου σαράντα χρόνια για να γράψω το πρώτο αστυνομικό μου, όσο και η ηλικία μου. Αυτό δεν είναι απολύτως ψευδές, δεδομένου ότι ξεδιπλώνονται οι εμπειρίες, η αλήθεια και η αισθητική μου στην αφήγηση και τελικά ο τρόπος σκέψης μου. Αν όμως μιλήσουμε πρακτικά,για τον χρόνο συγγραφής χρειάστηκα μερικούς μήνες, δεδομένου ότι όταν γράφω τηρώ αυστηρό πρόγραμμα με καθημερινή πολύωρη εργασία. Το τρίτο μέρος της Τριλογίας της Αθήνας γράφεται αυτόν τον καιρό.
Ποια είναι τα κλισέ, τα λάθη στα οποία μπορεί να υποπέσει ένας συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων και προσπαθήσατε να αποφύγετε;
Δεν μπορώ να μιλήσω για λάθη ή κλισέ, μπορώ να πω ότι δεν ήθελα να έχω έναν υπερήρωα ή μια καρικατούρα πρωταγωνιστή με τα συνηθισμένα κουσούρια των ντετέκτιβ του μεσογειακού νουάρ ή των ευπώλητων σκανδιναβικών μυθιστορημάτων. Επίσης δεν ήθελα η αφήγησή μου να είναι μονοδιάστατη και να επικεντρώνεται μόνο σε μια πλοκή που έχει ως στόχο την ανατροπή για την ανατροπή, απλώς για να ξεγελάει τον αναγνώστη με συγγραφικά τρικ. Σε γενικές γραμμές δεν ήθελα τα βιβλία μου να είναι απλώς κατασκευές μιας έξυπνης ιστορίας, αλλά να μεταφέρουν την αλήθεια και τον γνήσιο κοινωνικό και υπαρξιακό προβληματισμό μου σεβόμενη πάντα τους κανόνες και τους περιορισμούς του είδους.
Θα μας αποκαλύψετε τον τίτλο του τρίτου βιβλίου;
Παρόλο που είναι καθαρός αυτή τη στιγμή στο μυαλό μου, θα πρέπει να βεβαιωθώ με την ολοκλήρωση της συγγραφής του τρίτου μέρους ότι θα παραμείνει, επομένως δεν είμαι σε θέση να τον μοιραστώ με τους αναγνώστες σας πριν να ολοκληρώσω το μυθιστόρημά μου.
Τελευταία τροποποίηση στιςΚυριακή, 29 Οκτωβρίου 2017 11:50
Ετικέτες