ενημέρωση 3:23, 19 October, 2025

Ο Καβάφης, ο Μποντλέρ, ο Μινωτής και η Παξινού

Λεπτομέρειες και ιστορίες για λιγότερο γνωστές πτυχές της ζωής του Κωνσταντίνου Καβάφη στη νέα βιογραφία που υπογράφουν οι Γκρέγκορι Τζουσντάνις και Πίτερ Τζέφρις και χαρακτηρίζεται ως το «πιο ολοκληρωμένο πορτρέτο του αλεξανδρινού ποιητή τα τελευταία 50 χρόνια» 

Ο βρετανικός Guardian έγραψε ήδη ότι πρόκειται για το «πιο ολοκληρωμένο πορτρέτο του αλεξανδρινού ποιητή τα τελευταία 50 χρόνια». Και οι υπόλοιπες κριτικές σε μεγάλα Μέσα του πλανήτη δείχνουν ότι όντως η βιογραφία που υπογράφουν οι Γκρέγκορι Τζουσντάνις (καθηγητής Τεχνών και Επιστημών στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Οχάιο) και Πίτερ Τζέφρις (αναπληρωτής καθηγητής Αγγλικής Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Σάφολκ της Βοστόνης) ακολουθεί μια διεθνή διαδρομή, που αντιστοιχεί στην απήχηση του Κωνσταντίνου Καβάφη. Ορισμένα ζητήματα μένουν και εδώ ανεξερεύνητα, καθώς η μυστικοπάθεια του ποιητή αντιστοιχούσε στην ενορχήστρωση της φήμης από τον ίδιο.

Το βιβλίο, όμως, με τίτλο «Κωνσταντίνος Καβάφης – Ο άνθρωπος και ο ποιητής» από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, σε μετάφραση του Μιχάλη Μακρόπουλου, περιέχει πολλές λεπτομέρειες για τα ταξίδια, τους διαφορετικούς τόπους στους οποίους έζησε –από την Κωνσταντινούπολη έως την Αγγλία ή το Παρίσι–, τις φιλίες και τα συγγράμματα που εμπιστευόταν. Ορισμένες από αυτές τις ιστορίες συγκεντρώνουμε εδώ.

Το εξώφυλλο της νέας βιογραφίας του Καβάφη, στην ελληνική έκδοση

Μπροστά στα Γλυπτά του Παρθενώνα

Το μεγαλύτερο μέρος της δεκαετίας του 1870 ζει με τη χήρα μητέρα του, Χαρίκλεια, και τον αδελφό του Τζον, στην Αγγλία (Λίβερπουλ).

Είναι η περίοδος που μυείται στον αγγλικό αισθητισμό και επισκέπτεται τα μεγάλα μουσεία. Βαθιά εντύπωση τού αφήνουν οι αίθουσες του Cast Courts στο Μουσείο Victoria & Albert, όπου βρίσκονταν αντίγραφα αριστουργημάτων της παγκόσμιας αρχιτεκτονικής και γλυπτικής. Το Βρετανικό Μουσείο συνάρπαζε επίσης τον νεαρό Καβάφη, ο οποίος, ως γνωστόν, είδε από κοντά τα Γλυπτά του Παρθενώνα, μια εμπειρία που αργότερα θα τον ωθούσε να καταπιαστεί με την επιστροφή τους στην Ελλάδα, όταν άρχισε επισήμως να ασχολείται με τη δημοσιογραφία στις αρχές του 1890 (στο περιοδικό «Τηλέγραφος» της Αλεξάνδρειας).

Η υποδοχή του Λαπαθιώτη – Ντόριαν Γκρέι

Ο Ναπολέων Λαπαθιώτης επισκέπτεται την Αλεξάνδρεια το 1917, σε ηλικία 29 ετών, με τον πατέρα του, στρατηγό και υπουργό Στρατιωτικών Λεωνίδα Λαπαθιώτη. Ο Καβάφης τον αναζητά και όταν ο νεότερος ποιητής μπαίνει στην κάμαρή του, ο Αλεξανδρινός στήνει το γνωστό τελετουργικό υποδοχής: ανάβει τις «δαμασκηνές του λάμπες», όπως γράφει ο Λαπαθιώτης στην αυτοβιογραφία του, και τον κερνά το αγαπημένο του κονιάκ στα πολύτιμα κόκκινα ποτήρια του.

Ο Λαπαθιώτης θα τον επισκεφτεί και στον «Ερυθρό Σταυρό» της Αθήνας, λίγες ημέρες πριν ο Καβάφης υποβληθεί σε τραχειοτομή εξαιτίας του καρκίνου του λάρυγγα. Ο τελευταίος μάλιστα θα θυμηθεί τότε την επίσκεψη του Λαπαθιώτη στην Αλεξάνδρεια: «Ηταν τότε ωραία, όταν ήρθες. Νέος, νεώτατος μάλιστα… αλλά και τώρα είσαι ο ίδιος, Dorian Gray – κι ακόμα πιο νέος» (από την αφήγηση του συνοδεύοντος Μάριου Βαϊάνου).

Το ρεσιτάλ του Δημήτρη Μητρόπουλου

Την περίοδο που ο Καβάφης αναρρώνει στην Αθήνα πραγματοποιείται μία συναυλία που δείχνει το μέγεθος της απήχησής του ήδη στους σύγχρονούς του καλλιτέχνες. Ο πιανίστας και μαέστρος Δημήτρης Μητρόπουλος παρουσιάζει ολόκληρο ρεσιτάλ προς τιμήν του, με τη σουίτα των 10 ατονικών «τραγουδιών» (Inventions), γραμμένων για πιάνο και σοπράνο, την οποία είχε πρωτοπαρουσιάσει το 1927 στο Ωδείο Αθηνών. Πρόκειται για δέκα από τις πρώτες μελοποιήσεις έργων του Καβάφη. Η βραδιά διοργανώνεται από τους Κώστα και Ελένη Ουράνη (Αλκης Θρύλος), ενώ την παρακολουθούν οι Τέλλος Αγρας, Ν. Λαπαθιώτης και άλλοι λογοτέχνες.

Φωτογραφία του Καβάφη από το ατελιέ Racine (Αρχείο Καβάφη, Ιδρυμα Ωνάση)

Η πραγματική Αλεξάνδρεια Η πόλη για την οποία έγραψε ο Καβάφης ήταν προφανώς μια περιοχή μεγάλης έκτασης από την οποία αντλούσε ερεθίσματα, αναμνήσεις και οπτικές εντυπώσεις. «Η αληθινή Αλεξάνδρεια του ποιητή, εντούτοις, ήταν περιορισμένη στην ακτίνα του δεκαπεντάλεπτου περπατήματος από το διαμέρισμά του μέχρι το γραφείο του», όπως επισημαίνουν οι συγγραφείς. Σε ένα δεκάλεπτο με τέταρτο μπορούσε να φτάσει στο γραφείο της Υπηρεσίας Αρδεύσεων, εκεί όπου εργαζόταν από το 1892 έως το 1922. Από την οδό Λέψιους θα έστριβε δεξιά στη Σαλάχ Μοσταφά και κατόπιν στην Αλ Λεγουά Αμπντ Φατάχ Αλ Χανταρί για να φτάσει στο επιβλητικό κτίριο της Κορνίς, τον παραλιακό δρόμο – αυτό που τώρα είναι το Metropole.

Τα γραφεία βρίσκονταν στους ορόφους πάνω από το ζαχαροπλαστείο και εστιατόριο Grand Trianon, το οποίο υπάρχει ακόμη σήμερα.

Ο Τισιάνο πάνω απ’ όλους

Από την αλληλογραφία του με τον στενό φίλο του, Περικλή Αναστασιάδη, μεσάζοντα βάμβακος και μπον βιβέρ της εποχής, αντλούμε πληροφορίες για την αντίληψή του γύρω από τους μεγάλους ζωγράφους και την αναγεννησιακή τέχνη. «Ο Τισιανός είναι σπουδαίος. Τον προτιμώ από τον Ραφαήλ. Η Τζιοκόντα του Λεονάρντο Ντα Βίντσι είναι πολύ όμορφη αλλά δεν απευθύνεται στον αμύητο. Τον Κορρέτζο και τον Βερονέζε τους θαύμασα επίσης – όμως ο Τισιανός είναι σπουδαίος».

Από την άλλη, καταγράφεται ένα αρνητικό σχόλιο που αφορά τον ζωγράφο Θεόδωρο Ράλλη, για τους πίνακες του οποίου γράφει στον Περικλή Αναστασιάδη πως δεν είναι κάτι σπουδαίο («not megalo pragma», κατά την ιδιοσυγκρασιακή του έκφραση).

Ο Καβάφης φτάνοντας στον γάμο του Κωνσταντίνου Μ. Σαλβάγου, στον καθεδρικό ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στις 27 Φεβρουαρίου 1927 (Αρχείο Καβάφη, Ιδρυμα Ωνάση)

Για τον Μποντλέρ

Αν εξαιρέσουμε τον Οσκαρ Ουάιλντ, ένα άλλο πρόσωπο που θα ερχόταν κατά νου όσον αφορά τις εκλεκτικές συγγένειες του Καβάφη είναι ο Μποντλέρ. Για τον γάλλο μοντερνιστή, λοιπόν, γράφει ο Καβάφης σε ένα σχόλιό του στα αγγλικά το 1907: Διάβαζα απόψε για τον Μποντλέρ.

Κι ο συγγραφέας του βιβλίου που διάβαζα έμοιαζε σκανδαλισμένος με τα Ανθη του κακού. Πάει μερικός καιρός αφότου διάβασα ξανά τα Ανθη του κακού. Απ’ όσο θυμάμαι, δεν είναι και τόσο σκανδαλιστικά. Και μου φαίνεται ότι ο Μποντλέρ ήταν πολύ περιορισμένος στο εύρος του αισθησιασμού του. Αίφνης τη νύχτα εχθές. ή την περασμένη Τετάρτη. και σε πολλές άλλες περιπτώσεις, έζησα κι ενήργησα και φαντασιώθηκα, και σιωπηλά επινόησα ηδονές ακόμα πιο παράξενες. 

Η συνάντηση με τον Μινωτή

Ο Αλέξης Μινωτής φτάνει ως 25χρονος ηθοποιός στην Αλεξάνδρεια το 1926 με τον θίασο του Εθνικού Θεάτρου Αθηνών, για να ανεβάσουν τον «Μάκβεθ» του Σαίξπηρ στο θέατρο «Αλάμπρα» (όπου είχε τον μικρό ρόλο του ευγενούς Ρος).

Ο ηθοποιός βλέπει έκπληκτος στο καφενείο του θεάτρου τον Καβάφη, ο οποίος σπεύδει να τον κολακεύσει: «Με λέγουν, Μινωτή, ότι αγαπάτε την ποίηση». Δέχεται μάλιστα την πρόσκλησή του να τον επισκεφτεί στο περίφημο δωμάτιο υπό το φως των κεριών. «Με το που βρέθηκε στο σαλόνι του Κωνσταντίνου, κάθισε σιωπηλός ώσπου ο ποιητής τού ζήτησε να απαγγείλει το αγαπημένο του ποίημα…, σαν ηθοποιός του στίχου και του λόγου» – το «Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον». Οταν αποχωρεί, ο Καβάφης του χαρίζει τη συλλογή ποιημάτων 1907-1915, ενώ αργότερα θα του στείλει και αντίτυπα άλλων συλλογών.

Με την Παξινού στο νοσοκομείο

Την ίδια περίοδο με τον Μινωτή, την Αλεξάνδρεια επισκέφθηκε η φίλη του και μέλλουσα ηθοποιός και σύζυγός του Κατίνα Παξινού. Οταν ο ηθοποιός κατέβηκε στο λιμάνι για να την υποδεχθεί, είδε να κατεβαίνει από τη σανιδόσκαλα του Arcadia ο Καβάφης, κρατώντας από το χέρι την Παξινού. Είχε πάρει προφανώς άδεια να ανεβεί στο κατάστρωμα για να της προσφέρει λουλούδια, καθώς γνώριζε από τον Μινωτή την άφιξή της. Οκτώ χρόνια αργότερα την επισκεπτόταν σε δωμάτιο του «Ερυθρού Σταυρού», όπου ο ίδιος ανάρρωνε από την τραχειοτομή. Το ίδιο διάστημα, κατά σύμπτωση, η Παξινού είχε εισαχθεί με τύφο.   

Προσθήκη σχολίου

Βεβαιωθείτε ότι εισάγετε τις (*) απαιτούμενες πληροφορίες, όπου ενδείκνυται. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.