Περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις, ενός υπόδικου ασήμαντου νάνου
- Κατηγορία ΚΥΡΙΟ ΑΡΘΡΟ
- 0 σχόλια
Γράφει ο Γιάννης Κατσίμπας
Σε τυχαία συνάντηση που είχα αμαξάς της Κηφισιάς, πως μου θύμισε, γνώριζε την τέχνη να σχηματίζει στον αέρα με το καμουτσίκι του το βασιλικό μονόγραμμα.
Ο Ν. Χιωτάκης δεν το έμαθε ακόμα.
Θα πάει μεθαύριο πεζή στο Δημαρχείο να υποβάλει τα σέβη του στον πρώην υφιστάμενό του μη μπορώντας να πιστέψει ακόμη στην παντοδυναμία του, διότι συνεχώς την αισθάνεται. Και έως τώρα πήγαινε με το Δημαρχιακό αυτοκίνητο. Αλλά το πρόσωπο που συναντούσε ήταν σύμβολο.
Και επιπλέον, σύμβολο όχι μόνο για όσους το βλέπουν αλλά και για όσους δεν θέλουν να το δουν. ο Πρώην Δήμαρχος, έχασε τα αυγά και τα πασχάλια. Εκνευρισμένος και αμήχανος, είπε ότι τόμαθε από ολάκερη τη Κηφισιά. Η αύρα του στο κόκκινο χαλί της Κηφισιάς έσβησε και φάνηκε μια ξέξασπρη κακοφωτισμένη εικόνα τέως Δημάρχου στο δωμάτιο.
Βλέποντάς τον στην τηλεόραση μάταια έψαχνα στις βιβλιοθήκες του, κάτω από τον Παρθένη, να βρω στις ράχες των βιβλίων τον τόμο όπου συμπεριλαμβάνεται το περίφημο άρθρο του Κουρτ Γκέντελ: Το θεώρημα της μη πληρότητας.
Ο Χιωτάκης, σκέφτηκα, θα πρέπει να έχει ειδικά αυτό το δύσκολο βιβλιαράκι σπίτι του, διότι πώς σ’ ένα «κανονισμένο» σύστημα από το πολιτικό μας σύστημα, που η ιδιότητά του διαφέρει από την τυχαιότητα των καθημερινών συμβάντων στην κοινωνία, είναι δυνατό να ελεγχθούν όλες του οι προκείμενες, ώστε να είναι ένα πλήρες σύστημα;
Η λύση της δήθεν πληρότητάς ήταν η λύση Χιωτάκη. Το σύστημα θα είναι πλήρες, ενώ δε θα είναι. Κι όπως για τα τυπικά συστήματα υπάρχει πάντα μια δήλωση που είναι αληθινή αλλά που δεν μπορεί να αποδειχθεί στο σύστημα, έτσι και για το πολιτικό σύστημα ο τέως Δήμαρχος ισχυρισμός της επάρκειας του, δεν εξαρτάται από την επάρκεια του προτεινόμενου αλλά του προτείνοντος.
Ο Πρώην Δήμαρχος θα έπρεπε να ξέρει πως για το μέλλον είναι πιο σημαντικό μια εξίσωση να είναι όμορφη παρά να είναι αληθινή. Και ξέρει από ιδιοσυγκρασία πως το παρελθόν, αντεστραμμένο στο μέλλον της πολιτικής μας μνήμης, είναι από τότε που ήταν ο απόλυτος κουμανταδόρος της Κηφισιάς ο άμοιρος, o βλάξ, πίστευε ότι θα ήταν πάντα ο καβαλάρης στο άσπρο άλογο της Κηφισιάς και, πάντα παρόν. Γι’ αυτό μου φαίνεται περιττό να διερωτώμαι πού το πάει ο Χιωτάκης.. Προς τα δεξιά ή προς τ’ αριστερά; «Κυρίαρχος ή όμηρος», όπως διερωτώνται άπαντες;
Διότι «όποιος βλέπει όχι μόνο με τα νεύρα των ματιών του, αλλά και με τα μάτια των νεύρων του», το έχει καταλάβει: Δεξιά!
Μετά τον Χιωτάκη αμφιβάλλει κάνεις για το μέλλον της «ιδέας»; Δεν θα μπορούσε ο άνους Έλληνας Δήμαρχος να είναι για πάντα ένας από τους υψηλούς παράγοντες; Ναι, εάν θα έπρεπε να πληρώσει αναδρομικά με το ίδιο διαπιστευτήριο νόμισμα που είχε δώσει στον Βασίλη Βάρσο.
Και διόλου η προχτεσινή απόφασή του Περιφερειάρχη που τον έβγαλε και, καλά έκανε, στα μανταλάκια και από εκει στο Εισαγγελέα δεν δηλώνει φόβο, όπως ειπώθηκε, επειδή «δεν κατόρθωσε να εμφυσήσει στην ομάδα, τα μεταρρυθμιστικά του οράματα». Αρπαχτές αγάπη μου το λένε. Όχι! Ο Χιωτάκης δεν θέλει περισσότερα από αυτό που έχει γνωρίσει και γνωρίζει: τη συμπεριφορά και την ισχύ ενός μεγαλοαστού. Τις αναγνωρίζω εξ επαφής χωρίς να είμαι ούτε τυφλός ούτε επαίτης. Ξέρω επίσης πως ο μεγαλοαστός είναι κάτι σαν τον ψήστη στην «Φυσιολογία της γεύσης» του Ζαν- Αντέλμ Μπριγιά – Σαβαρέν: δεν γίνεται, γεννιέται.
Στα μυθολογήματα που αντιτείνω συχνά ως πολιτικά επιχειρήματα με τα κείμενά μου, ας μου επιτραπεί και το μικρό παραμύθι που ακολουθεί, όχι μιας προεδρευομένης ή πρωθυπουργικής Δημοκρατίας, αλλά μιας βασιλευομένης –αλλά για πέντε χρόνια.
Μιας Λιλιπούπολης όπου ο καλός βασιλιάς θα ήταν ο Ν. Χιωτάκης βεβαίως - βεβαίως όπου, όπως γράφει ο Γιάννης Λεοντάρης θυμίζοντάς μας τον Πήτερ Μπρουκ: «Όποτε χρησιμοποιούμε λόγια, κάνουμε ζημιά στον εαυτό μας».
Ή μήπως εδώ είμαστε;
ΥΓ.
Και σ’ αυτό το κείμενό μου προσπάθησα πέραν των στοιχείων, να μιλήσω όχι για ανθρώπους, αλλά για τους ρυθμιστικούς εκείνους κανόνες που, ενώ συγκροτούνται δυναμικά από ανθρώπους, την ίδια στιγμή τηρούνται και διαρκούν ως εάν το κανονικό προηγείτο του κανονιστικού.
Ας σημειωθεί επίσης, ότι αυτός ο αναδιπλασιασμός κανόνων-ανθρώπων δεν μπορεί να συμβεί χωρίς τη βιογραφία του καθενός μας. Αλλά εκεί η Ιστορία ταλαντεύεται ανάμεσα στον κανόνα, τον άνθρωπο και το θηρίο.
Τώρα, το εάν στις μέρες μας η μπίλια της Ιστορίας «κάθεται» στο θηρίο, δεν φταίει τόσο ο άνθρωπος όσο οι κανόνες. Χρειάζεται να ερωτηθούν οι βασιλείς;
