ενημέρωση 1:33, 1 May, 2024

Ο φόβος φυλάει τα έρμα

Γράφει ο Γιάννης Κατσίμπας

Γιατί ο Γ. Θωμάκος κι ο Βαγ. Αυλίτης πρέπει να σταματήσουν να θριαμβολογούν και να αλληλοσυγχαίρονται για τα λαμπρά επιτεύγματά τους...

Η Ιστορία είναι μεγάλη δασκάλα. Λίγο προσεκτικά να την ακούς, βρίσκεις πυξίδα –να μην πω και gps- για το παρόν και για το μέλλον.  Λίγο συγκεντρωμένος να’σαι στα μαθήματά της.

Μάθημα πρώτον: Καθ’όλη τη χαρισάμενη εποχή που αποκαλούμε Μεταπολίτευση, τα δύο κόμματα εξουσίας εφάρμοζαν την εξής τακτική: Όποτε αχνοφαίνονταν στον ορίζοντα εκλογές –συνήθως κάμποσους μήνες πριν από την επίσημη προκήρυξή τους- άρχιζαν να φλομώνουν τον κόσμο εάν μεν βρίσκονταν στην κυβέρνηση, στις παροχές. Εάν δε ήταν στην αντιπολίτευση, στις υποσχέσεις.

Πλησιάζοντας προς τις κάλπες, ο μεταξύ τους διαγκωνισμός προς άγραν ψήφων καταντούσε προσβλητικός τόσο για την αισθητική όσο και για την νοημοσύνη των Ελλήνων. Ποιος από τους άνω των σαράντα δεν θυμάται την ιαχή του Ανδρέα Παπανδρέου «Τσοβόλα Δωσ’τα Όλα!» το 1989; Ή την υπόσχεση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη το 1985 ότι εφόσον εκλεγόταν, θα απήλασσε τα αυτοκίνητα από κάθε φορολογία;

Από την επαύριο κιόλας των εκλογών, οι υποσχέσεις αθετούνταν και οι περισσότερες χρηματικές παροχές παίρνονταν πίσω με την επιβολή μέτρων λιτότητας. (Οι προεκλογικοί διορισμοί –εννοείται- δεν μπορούσαν να ανακληθούν, με την ντουζίνα αγοράζονταν οι καρέκλες στην ΕΡΤ και στην κρατική Ολυμπιακή για να κάτσουν οι νεοφερμένοι υπάλληλοι…)

Στην περίπτωση που οι Έλληνες είχαν ανανεώσει την εμπιστοσύνη τους στο ίδιο κόμμα, ως αιτία για την μετεκλογική λιτότητα προβαλλόταν «απρόβλεπτη μεταβολή των διεθνών οικονομικών συνθηκών» ή κάποιο παρόμοιο ψέμα, που περνούσε στο ντούκου καθότι η εντολή του λαού ήταν νωπή.   

Σε περίπτωση που είχε επέλθει κυβερνητική αλλαγή, οι φρέσκιοι στο τιμόνι της χώρας άρχιζαν να διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους πως είχαν παραλάβει καμένη γη και το μεν φιλολαϊκό τους πνεύμα πρόθυμο, η δε σάρκα της οικονομίας ασθενής…

Το παραπάνω σχήμα επαναλαμβανόταν στερεοτυπικά επί τριανταπέντε χρόνια, με εξαίρεση όταν πρωτοβγήκε το ΠΑΣΟΚ και από την πρώτη μέρα άρχισε να μοιράζει με τη σέσουλα λεφτά, αποκαθιστώντας από τη μία αδικίες, ανοίγοντας από την άλλη το δρόμο για την ανεξέλεγκτη διόγκωση ελλείμματος και χρέους.

Ας προσεχθεί ωστόσο το εξής: Το κόλπο «ανταλλάσσω χρήματα με ψηφαλάκια για να διατηρηθώ στην εξουσία» συχνά αποτύγχανε. Οι εκλογείς επωφελούνταν της «γενναιοδωρίας» της απερχόμενης κυβέρνησης, ψήφιζαν όμως το κόμμα που ήταν μέχρι τότε στην αντιπολίτευση και τους έταζε τον ουρανό με τα άστρα.

Έτσι συνέβη το 1981, που ο Γεώργιος Ράλλης πάσχισε να διασώσει την Νέα Δημοκρατία προκαταβάλλοντας στους ψηφοφόρους τα «λεφτά της ΕΟΚ». Και το 1989, όπου ο Τσοβόλας τα έδωσε πρόθυμα όλα, το ΠΑΣΟΚ όμως ήρθε δεύτερο. Έτσι συνέβη και το 2004, όταν ο Σημίτης -παρά την όψιμη «χουβαρντοσύνη» του- δεν είδε τις δημοσκοπήσεις να αλλάζουν υπέρ του και μη καταδεχόμενος να χάσει από τον Καραμανλή, παρέδωσε το κόμμα στον ΓΑΠ…   

 Μάθημα δεύτερον: Οι λαοί συνήθως δεν αποφασίζουν με κριτήριο το παρελθόν, όσο πρόσφατο και ένδοξο κι αν είναι. Αλλά το μέλλον. Όποιος «με τα λόγια χτίζει ανώγια και κατώγια» υπερισχύει εκείνου που επικαλείται τα απτά επιτεύγματά του, που φυσικά έχουν ποτιστεί με ιδρώτα, ενίοτε και με αίμα.

Το 1920, ο Ελευθέριος Βενιζέλος ήταν ο ηγέτης της «Ελλάδας των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών». Η συνθήκη των Σεβρών έδινε στη Μεγάλη Ιδέα -στο «πάλι με χρόνους με καιρούς, πάλι δικά μας θα’ναι»- σάρκα και οστά. Οι Έλληνες όμως είχαν κουραστεί να πολεμούν. Μαύρισαν τους Βενιζελικούς και εμπιστεύθηκαν τους Βασιλόφρονες που υπόσχονταν ειρήνη.   

Στις εκλογές του 1945, στην Μεγάλη Βρεττανία, ο Ουίνστον Τσώρτσιλ συνετρίβη. Τι και αν ήταν ο νικητής του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, εκείνος που αρνήθηκε να συμβιβαστεί με τον επελαύνοντα Χίτλερ και κράτησε την ελπίδα ζωντανή στις πιο δύσκολες ώρες; Οι συμπατριώτες του έκριναν πως οι Εργατικοί θα τα κατάφερναν καλύτερα στην μεταπολεμική ανοικοδόμηση της χώρας…

Τι μας διδάσκουν τα παραπάνω μαθήματα σχετικά με το σήμερα;

Σήμερα, η Διοίκηση Θωμάκου με υπαρχηγό Αυλίτη απευθύνεται στους Κηφισιώτες με τον εξής ισχυρισμό: «Εμείς γλυτώσαμε την πόλη από την λαίλαπα Χιωτάκη την απόλυτη καταστροφή. Εμείς άρα είμαστε άξιοι της εμπιστοσύνης σας.»

Γνωρίζοντας βεβαίως ότι τα ωραία λόγια δεν αρκούν, μοιράζουν το όποιο ψέμα αφιδώς σε «κοινωνικά ευαίσθητες» -δηλαδή εκλογικά χρήσιμες- κατηγορίες του πληθυσμού: Στους θρησκευόμενους, για παράδειγμα, που αλλοιθωρίζουν προς τους Θωμάκο-Αυλίτη…

Η πολιτική αυτή κάθε άλλο παρά αποτελεσματική μου φαίνεται. Ακόμα και αν οι Κηφισιώτες υποκλίνονταν στις προσπάθειες τους και τους αναγνώριζαν ως σωτήρες, το πιθανότερο είναι πως θα προτιμούσαν εκείνους που θα έταζαν το κάτι παραπάνω. Το κάτι διαφορετικό.  

Όσο θα βεβαιώνονταν πως «τα πιο δύσκολα τα έχουμε αφήσει πίσω μας» (όπως επαναλαμβάνει ο Γ. Θωμάκος, τόσο μεγαλύτερος θα γινόταν ο πειρασμός να δοκιμάσουν και τους άλλους.

Ο Βαγ. Αυλίτης ισχυρίζεται πως με το τέλος της τετραετίας η σημερινή αντιπολίτευση θα χάσει τον λόγο σχεδόν της ύπαρξής της.

Γνώμη μου είναι ότι, αντιθέτως, εκείνοι που ψήφισαν με βαριά καρδιά τις γνωστές, παραδοσιακές παρατάξεις -έντρομοι εμπρός στο ενδεχόμενο να διοικήσει σαν μαθητευόμενος μάγος ο τάδε ή ο Δείνα υπό συνθήκες νηνεμίας, θα απελευθερωθούν. Και θα γυρίσουν την πλάτη στις δυνάμεις που, καλώς ή κακώς, έχουν ταυτιστεί με την καταραμένη κρίση ταυτότητας, της αρπαχτής, του αρχοντοχωριάτη και νεοπλουτισμού στη Κηφισιά και με ό,τι οδήγησε σε αυτήν.

Τι θα πρότεινα στους κ.κ. Θωμάκο και Αυλίτη; 

Για αρχή το χειρότερο που τους επιφυλάσσει η θεία δίκη αλλά αυτό μάλλον είναι μεθεόρτιο θα συμπλήρωνα:

Να σταματήσουν να θριαμβολογούν και να αλληλοσυγχαίρονται για τα λαμπρά επιτεύγματά τους, που έτσι κι αλλιώς ελάχιστα τα αισθάνεται στην πράξη ο μέσος πολίτης της Κηφισιάς.

Να αποβάλουν επιτέλους τον μεγάλο τους ιδεασμό – «μοιράζω φράγκα, έχω την εξουσία, παίρνω κουκιά».

Να αντικρίσουν και να περιγράψουν την Κηφισιώικη πραγματικότητα, που από καιρό έχουν πάρει διαζύγιο από αυτήν όπως ακριβώς είναι: Μια κοινωνία εξαντλημένη και απηυδισμένη, με την μεσαία τάξη -την παραδοσιακή της ραχοκοκκαλιά- να έχει κατακερματιστεί, με τους πυλώνες της ανομίας της αρπαχτής, του νεοπλιτισμού - να έχουν καταρρεύσει. Μια πόλη που έχει πάρα πολύ δρόμο μπροστά της ώσπου να αρχίσει να συνέρχεται.

Εκτός από γενναία και έντιμη, μια τέτοια στάση θα ήταν και πρακτικά ωφέλιμη για τους ίδιους. Δεν θα χαλάρωνε τα λουριά, δεν θα άφηνε περιθώρια για πειραματισμούς. Θα έπειθε αρκετό κόσμο να συνεχίσει να πίνει το μουρουνέλαιο Θωμάκου-Αυλίτη. Διότι περί αυτού πρόκειται.

«Ο φόβος φυλάει τα έρμα» έλεγε ο παλιός πολιτικός Ευάγγελος Αβέρωφ. Ο φόβος διατηρεί τους αντιπαθείς μα έμπειρους πολιτικούς στην εξουσία.-     

Τελευταία τροποποίηση στιςΠαρασκευή, 07 Αυγούστου 2020 19:17

Προσθήκη σχολίου

Βεβαιωθείτε ότι εισάγετε τις (*) απαιτούμενες πληροφορίες, όπου ενδείκνυται. Ο κώδικας HTML δεν επιτρέπεται.