ενημέρωση 7:06, 20 October, 2025

«Σαν κ’ εμένα καμωμένοι» ή η δύναμη του ευάλωτου εαυτού

Ομοφυλόφιλος, ποιητής, κοσμοπολίτης και μοντερνιστής. Χαρακτηριστικά που διαθέτει ο ποιητής Κωνσταντίνος Καβάφης και που δύσκολα συγχωνεύονται κάτω από την ταμπέλα «εθνικός» ή «ερωτικός» που προσπάθησαν να του αποδώσουν μέχρι σήμερα τα διαμετρικά αντίθετα φιλολογικά στρατόπεδα. Για τους «εθνικούς», οι σκοτεινές ρωγμές της ερωτικής επιθυμίας όχι μόνο δεν ενοποιούνταν σε οποιαδήποτε κατηγορική ιστορία ομοιοτήτων και δεν συγκροτούσαν ταυτότητα αλλά μάλλον το αντίθετο – υποβίβαζαν το μεγαλεπήβολο όραμα του διεθνοποιημένου ελληνισμού στον οποίο απέβλεπε ο Αλεξανδρινός ποιητής. Ενώ για τους «ερωτικούς» αναλυτές η σεξουαλικότητα των ποιημάτων του Καβάφη ήταν δείγμα ενός αιρετικού λόγου που ταυτιζόταν με τις κρυφές και άδηλες επιθυμίες ή συνευρέσεις, αλλά περιοριζόταν σε μια καλλιτεχνικού τύπου εκδήλωση αντίδρασης ή φυγής. Ανατρέποντας τις θεωρίες που ήθελαν να περιορίσουν τον Καβάφη στα στεγανά είτε μιας εθνικής/ιστορικής είτε μιας περιθωριακής ερωτικής εξέγερσης, ο αναπληρωτής καθηγητής του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης Δημήτρης Παπανικολάου, με το βιβλίο του Σαν κ' εμένα καμωμένοι, προσφέρει μια άκρως πρωτότυπη και πρωτογενή θεωρία που επιμένει ότι η σεξουαλική ταυτότητα του Καβάφη αποκτά χαρακτηριστικά αρθρωμένου πολιτικού λόγου. Η ερωτική του ποίηση όχι μόνο δεν είναι περιθωριοποιημένη αλλά είναι αντιπροσωπευτική μιας υποκειμενικότητας που σκοπό έχει να ξεσηκώσει, να προβληματοποιήσει και ταυτόχρονα να ενώσει, πλέκοντας μέσα από προσωπικά παραδείγματα και στίχους, το πολύπλοκο υφάδι της αντισυμβατικότητας, της συλλογικότητας και της ελευθερίας. Ο ερωτικός λόγος του Καβάφη εκφράζει έτσι μια κουλτούρα συνάμα τόσο μοντέρνα και αντικειμενοποιημένη, που αντηχεί ηχηρή ως τις μέρες μας.

Με άλλα λόγια, ο Καβάφης, με την ποίησή του, μετωνυμικά αντιτίθεται σε όλους τους ομοφοβικούς λόγους της εποχής μας, στις κατ' εξακολούθηση επιθέσεις εναντίον ομοφυλόφιλων σε κάθε μεριά της πόλης ή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, στις άδηλες ρατσιστικές μετατοπίσεις αλλά και στις υποτιθέμενες μορφές αποδοχής μιας διαφορετικής ερωτικής ταυτότητας που το μόνο που κάνουν είναι να αποδεικνύουν τις βαθιά ριζωμένες ρατσιστικές προκαταλήψεις (βλέπε το κλασικά αντιδραστικό «οι γκέι εμένα είναι φίλοι μου» ή «δεν έχω πρόβλημα με τους γκέι»). Με πολύ μοντέρνο τρόπο ο Παπανικολάου χρησιμοποιεί τον βιωματικό Καβάφη ως κατεξοχήν επικαιροποιημένο πολιτικό όπλο απέναντι στο σύστημα καταπίεσης, αποκλεισμού ή ελέγχου που δεν Δημήτρης Παπανικολάου, Σαν κ' εμένα καμωμένοι, περιορίζεται μόνο στην περιθωριοποίηση των ομοφυλοφίλων. Σκοπό έχει να ελέγξει, να κατηγοριοποιήσει και να κατατροπώσει όλους όσοι αρνούνται τη γενικευμένη αλήθεια και την ολοκληρωτική πορεία του. Μπορεί να μην επιβάλει σωματικές πράξεις εξόντωσης ή να μη στήνει στρατόπεδα συγκέντρωσης αλλά έχει τον δικό του τρόπο να εισέρχεται στο καθημερινό, διαμορφώνοντας μια αρχή κανονικότητας και κανόνων (χρησιμοποιώντας τον δημόσιο λόγο ή τις επιστήμες). Η νέα «τεχνολογία της εξουσίας», όπως εκφράζεται από τα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι σήμερα –ακριβώς, δηλαδή, τη στιγμή που, όπως μας λέει ο Παπανικολάου, αρχίζει να διαμορφώνεται η συγκροτημένη ποιητική ταυτότητα του Καβάφη–, συνδέεται πλέον με το γνωστικό πεδίο και τον δημόσιο λόγο. Από εκείνη τη χρονική στιγμή και ύστερα ο «ομοφυλόφιλος» αρχίζει να αποκτά συγκεκριμένα χαρακτηριστικά μέσα από ιστορικο-νομικές συζητήσεις. «Αν ξανακοιτάξει κανείς αυτή την παράγραφο» γράφει ο Παπανικολάου, παραπέμποντας στον χαρακτηριστικό στίχο «υπάρχει και υπήρξε ο έρως σε λιγοστούς ανθρώπους», «συνειδητοποιεί ότι συνέχεται από την ιδέα μιας νέας κατηγοριοποίησης, μιας νέας αίσθησης του σεξουαλικού εαυτού και μιας καινούργιας δυνατότητας του λόγου να αναπροσδιορίσει και να απενοχοποιήσει σώματα, αισθήσεις και επιθυμίες. Στο σκοινί που τεντώνει η παράγραφος αυτή μεταξύ "φιλολογίας" και "ερωτικής ταυτότητας", η "νέα φάσις" του έρωτα ισορροπεί κρατώντας αντίβαρο από τη μία μεριά έναν άξονα "επιστημονικό" (ιατρικό/νομικό) και από την άλλη έναν άξονα που ορίζουν η ποιητική και η ηθική». Το σώμα του ομοφυλόφιλου ονομάζεται ως τέτοιο με πολλαπλούς επιστημονικούς ή άλλους τρόπους – ο «κίναιδος», η «αδελφή» ή ο «τοιούτος». Ειδικές μορφές καταπίεσης διασταυρώνονται έτσι με περίπλοκα αμαλγάματα αφήγησης που ξεπερνούν τα όρια του ερωτικού αισθητισμού. Αν τον 18ο αιώνα κυρίαρχη ήταν η εικόνα του αισθαντικού ή εξωραϊσμένου ρομαντικού λόγου με τον οποίο έτειναν να συνδέουν την εικονοποιία της ομοφυλοφιλίας (ο Παπανικολάου κάνει λόγο για τη λογοτεχνία της παρακμής ή τον Γουίτμαν και τον Όσκαρ Ουάιλντ), μετά τον 19ο ανοίγει μια νέα συζήτηση για τη σεξουαλικότητα που εγείρει συζητήσεις για την επιθυμία, τον πολιτικό αποκλεισμό ή την ταύτιση.   

Σε όλα αυτά δείχνει να παραπέμπει ο Καβάφης με τους στίχους του, παρουσιάζοντας τις άπειρες δυνατότητες της ποιητικής αμφισημίας προκειμένου να περιγράψει, χωρίς να κατονομάζει ξεκάθαρα, τους «ομοίους» του. Η κίνησή του είναι συνειδητή, και γι' αυτό πολιτικά ρηξικέλευθη. Οι άσωτες ηδονές δεν παρουσιάζονται πλέον μέσα από την ποίηση του αισθαντικού ή του ουδέτερου παρατηρητή αλλά του ανθρώπου που εμπλέκεται βιωματικά μέσω της ποιήσεώς του στην ομοφυλοφιλική ερωτική εμπειρία. Όσο για τη θέση των σωμάτων που ξαπλώνουν πριν από την πράξη ή που συνευρίσκονται σε παράνομα υπόγεια, μπορεί να μη δηλώνεται κυριολεκτικά, αλλά ακριβώς γι' αυτό είναι τόσο δυνατή (όπως αντίστοιχα οι ερωτικές πράξεις στον Μπαλζάκ, που απλώς περιγράφονται μέσα από την κίνηση της άμαξας). Ο Καβάφης σκανδάλισε τόσο ακριβώς επειδή αρνιόταν να σκανδαλίσει μιλώντας τη γλώσσα των παραβατικών της επιθυμίας χωρίς να τους κατονομάζει, παραχωρώντας τους αντίθετα το ακήρατο ποιητικοπολιτικό δικαίωμα της γλώσσας. Η αποκάλυψη, εν προκειμένω, της γκέι ταυτότητας απλώς θα ενεργοποιούσε την επιβολή κυρώσεων και θα συμπίεζε τις συμβολικές περιπτώσεις στη μέγγενη της κυριολεξίας. Ενώ το ποιητικό παράδειγμα που εμπλέκει το βιωματικό στοιχείο αποκτά χαρακτηριστικά καθολικότητας (αντιπροσωπευτικός ο στίχος που παραθέτει ο Παπανικολάου και στο εξώφυλλο του βιβλίου, «σαν κ' εμένα καμωμένοι») και άρα πολιτικής πράξης. Μέσα από αυτές τις νωχελικές αμφισημίες της ποίησης ο Καβάφης χαρίζει στους σαν κι εκείνον καμωμένους μια δύναμη απεριόριστη που υπερβαίνει τα στεγανά του χώρου και του χρόνου. Κι αυτό ο ποιητής το κάνει απόλυτα στρατηγικά και, όπως υποστηρίζει ο Παπανικολάου, απόλυτα συνειδητοποιημένα. Η νεωτεριστικού τύπου επιθυμία διαμορφώνει ανατρεπτικούς ποιητικούς συνειρμούς που είναι πολιτικά στοχευμένοι, δείχνοντας ταυτόχρονα τη διάχυση της επιθυμίας και των σωμάτων. Μέσα από αυτή την ποιητική τεχνική της «απόκρυψης» και «αποκάλυψης» που χαρακτηρίζει το καβαφικό κείμενο στοιχειοθετείται, σύμφωνα με τον Παπανικολάου, μια νέα «τεχνολογία του εαυτού» που δείχνει, φουκωικώ τω τρόπω, ότι «αυτός ο άνθρωπος –ο Καβάφης– συνειδητοποιεί κάτι για την κοινωνική και την ιστορική συνθήκη. Κι ότι αυτή η συνειδητοποίηση είναι στιγμή κρίσιμη, κατάσταση κρίσιμη, οπτική κρίσιμη, κατανόηση κριτική. Αν με τον όρο κριτική μπορούμε να ονομάσουμε την κατανόηση που ψυχώνεται ότι μπορεί να αλλάξει τον κόσμο».   

Με άλλα λόγια, ο ποιητής έχει βαθιά επίγνωση ότι κάποια στιγμή κάποιοι άλλοι θα ακολουθήσουν το παράδειγμά του κι ενίοτε θα το επικαλεστούν για να αναδιαμορφώσουν μια αντίστοιχη θέση στον κόσμο. Θα αναζητήσουν τη δική του ποιητική φωνή που μέσα από την αξιακή ισχύ της παραδοχής της θα τους βοηθήσει να διαβάσουν αλλιώς την ιστορία του δικού τους εαυτού, καταλήγοντας στη δική τους κρίσιμη, προσωπική αφήγηση. Ύστερα από αυτήν τη διαπίστωση, η «ποίηση του ευάλωτου εαυτού» για την οποία κάνει λόγο ο Παπανικολάου αποκαλύπτει με τρόπο ρηξικέλευθο τη μοναδική στιγμή της συνάντησης του ερωτισμού με την ομοφυλοφιλική συνθήκη, όπου παρουσιάζονται όλα μαζί ως υποκειμενικότητα και ως πολιτική πράξη. Επομένως, πέρα από εργαλείο φιλολογικής ανάλυσης, το βιβλίο του Παπανικολάου συνιστά ένα καθολικό κάλεσμα προς όλες τις φωνές της ετεροκανονικότητας να βρουν τον δικό τους δρόμο για να τολμήσουν να αρθρώσουν τη δική τους φωνή, ορίζοντας έναν διαφορετικό τρόπο επαναστατικής επαγγελίας, μέσω της ποίησης. Κι αυτή η παρηγοριά, όπως θα έλεγε κι ο ποιητής, αρκεί για τότε και –κυρίως– για τώρα.

Πηγή : lifo

  • Κατηγορία ΒΙΒΛΙΑ

Ο εξεγερμένος ερωτικός: «...και μετά βρήκα τον Καβάφη»

Ο Δημήτρης Παπανικολάου, αναπληρωτής καθηγητής Νεοελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και συγγραφέας του «Σαν κ’ εμένα καμωμένοι. Ο ομοφυλόφιλος Καβάφης και η ποιητική της σεξουαλικότητας», μιλάει για μια διαφορετική καβαφική ερμηνεία
 
Ο εξεγερμένος ερωτικός: «...και μετά βρήκα  τον Καβάφη»
Αθήνα, 1964.
 

Ο μεγάλος αμερικανός ποιητής Τζέιμς Μέριλ, γόνος της οικογένειας τραπεζιτών Μέριλ (Λιντς) και ισόβιος λάτρης της Ελλάδας (θα ζήσει σε αυτή περίπου 30 χρόνια με μεσοδιαστήματα απουσίας), ταξιδεύει από την Πάτρα στην Αθήνα (εκείνη την εποχή συζεί με τον σύντροφό του, Ντέιβιντ Τζάκσον, σε ιδιόκτητο σπίτι επί της οδού Αθηναίων Εφήβων 44, στον Λυκαβηττό). Στον δρόμο τού κάνει οτοστόπ ένας βέλγος τουρίστας. Ο Μέριλ ακούει τον ενθουσιώδη επισκέπτη να του απαριθμεί τα πράγματα που σχεδιάζει να κάνει στην Αθήνα: τα μέρη που χρόνια τώρα ονειρεύεται να εξερευνήσει, τους γνωστούς που επιθυμεί να συναντήσει. Μεταξύ άλλων, μιλάει για την επικείμενη συνάντησή του με τον «ποιητή Κ. Π. Καβάφη»! Ο Μέριλ στο τιμόνι συνειδητοποιεί ότι ο βέλγος φίλος όχι μόνο έχει εντρυφήσει στην καβαφική ποίηση αλλά έχει πέσει θύμα τρομακτικής πλεκτάνης. Κάποιος από την Ελλάδα τού έστελνε επιστολές πείθοντάς τον ότι είναι ο (θανών από το 1933) αλεξανδρινός ποιητής και παροτρύνοντάς τον να έρθει να τον γνωρίσει.

«Είναι ένα από τα τόσο πολλά περιστατικά που καταδεικνύουν πως οι άνθρωποι αναζήτησαν κατά καιρούς, για τους σωστούς λόγους, για τους λάθος λόγους, πάντως ανθρώπινους λόγους, την ποίηση του Καβάφη και πως επηρεάστηκαν από αυτήν» εξηγεί στο ΒΗmagazino ο Δημήτρης Παπανικολάου, αναπληρωτής καθηγητής Νεοελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και συγγραφέας του νεοαφιχθέντος βιβλίου «Σαν κ' εμένα καμωμένοι. Ο ομοφυλόφιλος Καβάφης και η ποιητική της σεξουαλικότητας» (εκδ. Πατάκη). «Δεν χρειάζεται να είσαι φιλόλογος για να αντιληφθείς ότι είναι ο έλληνας συγγραφέας με τη μεγαλύτερη, διαρκώς αυξανόμενη παραγωγική δημοφιλία. Το βλέπεις σήμερα παντού. Μπαίνεις σε διάφορα μπλογκ και ανακαλύπτεις ότι είναι ο ποιητής που περιέργως κάνει τους πάντες να τον μιμούνται, να τον ξαναγράφουν, να γράφουν για αυτόν προσωπικά κείμενα, π.χ. για το πότε τον πρωτοδιάβασαν, είναι ο ποιητής που μεταφράζεται ξανά και ξανά. Είναι σαν να έχει τελειώσει η εποχή των Καβαφιστών και να έχουμε πλέον μπει για τα καλά στην εποχή των... Cavafistas. Με άλλα λόγια, ο Καβάφης δημιουργεί γενιές αναγνωστών που χρησιμοποιούν την ποίησή του για έμπνευση καλλιτεχνική, λογοτεχνική αλλά και για έμπνευση ζωής, δηλαδή ως πλατφόρμα έκφρασης και διεκδίκησης. Στο βιβλίο μου αυτό εστιάζω σε μία από τις πτυχές της καβαφικής ποίησης, σίγουρα όχι τη μοναδική, όπου συμπλέκεται ακριβώς η λογοτεχνία με τη ζωή: τη σεξουαλικότητα. Είναι ο ποιητής που ενδιαφέρεται πρώτος τόσο ουσιαστικά και τόσο επιτυχημένα για αυτήν. Και ως σεξουαλικότητα εννοούμε τον τρόπο με τον οποίο η ερωτική επιθυμία συμπλέκεται με τους κοινωνικούς λόγους - αποκλεισμού της, υποστήριξής της, παθογένεσής της, κανονικοποίησής της».   

Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι ο συγγραφέας ετοιμάζεται να εγκαινιάσει προσεχώς, σε συνεργασία με το Ιδρυμα Ωνάση, ένα σάιτ-πλατφόρμα καβαφικού ενδιαφέροντος με τίτλο «...and then I found Cavafy» («...και μετά βρήκα τον Καβάφη»). Στόχος του είναι να προσελκύσει ιστορίες από όλον τον κόσμο, ιστορίες ανθρώπων που διάβασαν και αγάπησαν τον Καβάφη. «Η όλη ιδέα ξεκίνησε από μια συγκινητική ιστορία. Ενας τρανς φοιτητής μου (ήταν δηλαδή γυναίκα που υποβλήθηκε σε εγχείρηση αλλαγής φύλου) προσπαθούσε εναγωνίως να "πάρει" το μάθημά μου, καθότι φοιτούσε στο τμήμα κλασικών σπουδών. Οταν τον ρώτησα γιατί όλο αυτό το παθιασμένο ενδιαφέρον για τον Καβάφη, άρχισε να μου μιλάει για το καλοκαίρι εκείνο που είχε πάει διακοπές στη Μυτιλήνη, που βρήκε ένα βιβλίο με ποιήματα του Αλεξανδρινού και προσπάθησε να τον διαβάσει με τα λίγα αρχαία που ήξερε. Και ξαφνικά η αφήγησή του σαν να "ξέφυγε", δεν μου μιλούσε πια για ένα βιβλίο λογοτεχνίας, μιλούσε για τη ζωή του. Κάπου εκεί τον άκουσα να λέει: "...and then I found Cavafy"».  
 
Ανοίγοντας διάπλατα την καβαφική κάμαρη

«Η συζήτηση για τον Καβάφη της σεξουαλικότητας καθώς και για την επιρροή που το καβαφικό έργο ασκεί στη διαμόρφωση ομοφυλόφιλων ταυτοτήτων στον 20ό αιώνα εντός και εκτός Ελλάδας είναι παλιά» τονίζει ο κ. Παπανικολάου. «Και δεν είναι υποδεέστερη». Την εγκαινίασε ο ίδιος ο ποιητής, με την ποίησή του, με την αγωνία του να δώσει, όπως γράφει σε ένα προσωπικό σημείωμά του, «φως και συγκίνησιν εις όσους είναι σαν κ' εμένα καμωμένοι». «Η συζήτηση αυτή είναι παλιά όσο και αν κάποιοι δεν θέλουν να γίνεται, όσο και αν κάποιοι έχουν τη φοβία μην τύχει και τον πούμε γκέι». Σημειωτέον ότι ο βασικός μελετητής και εκδότης του καβαφικού έργου, Γ. Π. Σαββίδης, χαρακτηρίζει, σε μια διάλεξή του στο Κέιμπριτζ το 1984, ως «ανάρμοστη και καταχρηστική» την ετικέτα του ομοφυλόφιλου, ενώ μία εκ των τελευταίων απογόνων των Καβάφηδων, η ανιψιά του, Χαρίκλεια Βαλιέρι, θα πει έναν χρόνο νωρίτερα, σε συνέντευξή της στην «Ελευθεροτυπία»: «Ο θείος μου ο Κωστής ξέρετε το ελάττωμα που είχε, ε; Είναι θετικό, είχε αυτό το ελάττωμα. Αλλά δεν του φαινούντανε... Ηταν ντυμένος όπως ένας κύριος μιανής καλής οικογένειας, ως το τέλος της ζωής του».

Η φοβία αυτή και τα στερεότυπα που χρησιμοποιεί και αναπαράγει για να στηριχθεί (αυτά του μονήρους, ερωτοπαθούς ποιητή που αναπολεί το παρελθόν κ.ο.κ.) συνυπάρχουν ακόμη και σήμερα παρέα συχνά με τον υφέρποντα τρόμο ότι ο ομοφυλόφιλος Καβάφης αποστερεί από τον ποιητή Καβάφη την ελληνικότητά του, υπονομεύοντας τα «ιερά ποιήματα της εθνικής φιλολογίας». «Το ενδιαφέρον είναι ότι η σεξουαλικότητα δεν κάνει τον Καβάφη να κρυφτεί για να γλιτώσει τον καταπιεσμένο έρωτα, την κοινωνική κατακραυγή, το στίγμα της αντικανονικής σεξουαλικότητας» λέει ο κ. Παπανικολάου. «Το ακριβώς αντίθετο. Τον κάνει να συνειδητοποιεί και να ιστορικοποιεί. Δεν τον κάνει να αλληγορεί και να σιωπά. Τον κάνει να αντιδρά και να εξεγείρεται».
 
Η κατάκτηση της ομοφυλόφιλης συνειδητότητας

Ηταν σταδιακή η «απελευθέρωση» του ποιητή, όπως ισχυρίζονται πολλοί μελετητές, υπήρξαν δηλαδή κάποια γεγονότα (π.χ. ο θάνατος της μητέρας του) που την προκάλεσαν; «Η δική μου οπτική είναι διαφορετική, δεν ασχολούμαι με τις λεπτομέρειες της ζωής του Καβάφη, η υπάρχουσα βιβλιογραφία είναι ήδη γεμάτη από αυτές» υπογραμμίζει ο κ. Παπανικολάου. «Ο θάνατος της μητέρας του ή η πρώτη φορά που ζει μόνος του, όλα αυτά έχουν τη σημασία τους, αλλά είναι, νομίζω, ένας μικρόνοος τρόπος να αντιμετωπίζουμε κάτι πολύ πιο ουσιαστικό, διότι υποτιμά ένα σύστημα ποιητικού σχεδίου, το οποίο εξελίσσεται. Θέλω δηλαδή, σου λέει, να βρω τις λέξεις να μιλήσω γι' αυτό. Ο Καβάφης έρχεται πολύ νωρίς να μιλήσει τόσο ρεαλιστικά και τόσο οργανωμένα για το ζήτημα της ομοφυλοφιλίας. Για μένα το ζήτημα αυτό είναι πρωτεύον και αυτή είναι η αντίθεσή μου με πολλούς έλληνες συναδέλφους ή κριτικούς. Δεν το έκανε τυχαία, δεν το έκανε παρεμπιπτόντως. Είναι κάτι που τον αφορά, είναι κάτι που προσπαθεί να εξελίξει και να κατακτήσει. Δεν είναι τυχαίο, π.χ., ότι ο άγγλος μυθιστοριογράφος Ε. Μ. Φόρστερ (που ας μην ξεχνάμε είχε κλειδώσει το μυθιστόρημά του "Μωρίς" στο συρτάρι· παρέμεινε ανέκδοτο μέχρι τον θάνατό του) είδε στον Καβάφη τον άνθρωπο που είχε κατακτήσει να γράφει, και μάλιστα δημοσίως, για την ομοφυλόφιλη συνειδητότητα». Δεν έγινε ανώδυνα, ο μεγάλος Αλεξανδρινός πάλεψε να βρει τα εκφραστικά του μέσα. «Σίγουρα η λογοτεχνία είναι το εργαστήρι όπου το άρρητο μπορεί να γίνει το δημοσίως λεχθέν. Ομως δεν είναι κάτι το απλό, όσο και αν σήμερα πιστεύουμε ότι στον λογοτέχνη επιτρέπονται τα πάντα. Δεν ήταν προφανής ο τρόπος να το κάνει. Δεν έγραφε από την αρχή έτσι. Σε μια εποχή όπου απουσίαζε ο δημόσιος λόγος για μια τέτοια επιλογή ζωής, δεν είναι απλό πράγμα το να κατακτήσει τον τρόπο να μιλά και να δημοσιεύει για αυτήν».

Σύμφωνα με τον κ. Παπανικολάου, δεν πρέπει να υπάρχει σύγχυση ανάμεσα στον υποτιμημένο «Καβάφη της σεξουαλικής ταυτότητας» με τον ευτελισμένο «ερωτικό» Καβάφη. «Εγώ δεν μιλώ για μια ιστορία κρυφών ερώτων, κλειδαρότρυπας, απωθημένων και καταπίεσης, δεν βγάζω κανένα κουτσομπολιό, αντιθέτως αντιστέκομαι σε αυτό, ας το κάνουν άλλοι. Μιλώ για τον Καβάφη της σεξουαλικής ταυτότητας. Μιλώ πρωτίστως για την πολύ δημόσια, πολύ στοχευμένη, πολύ ριζοσπαστική ανάληψη της δημόσιας ευθύνης για μια προσωπική πράξη, μια ερωτική επιλογή. Η καβαφική ποίηση θα μπορούσε ως εκ τούτου να διαβαστεί ως ένα χρονικό της πορείας με την οποία η ομοφυλοφιλία μεταμορφωνόταν, την εποχή που έζησε ο Καβάφης, σε συνειδητή επιλογή και σε αφήγηση ταυτότητας».

Τι κομίζει τελικά ένα βιβλίο για τον Καβάφη της θαρραλέα εκδηλωμένης σεξουαλικής ταυτότητας στην Ελλάδα της ομοφοβίας; «Η ομοφοβία υπάρχει στην Ελλάδα γιατί υπάρχει γενικότερη φοβία της διαφορετικότητας. Αυτή είναι η στιγμή που πρέπει να θέσουμε σοβαρά το ζήτημα, να μην αρκεστούμε σε επιφανειακές αναγνωρίσεις. Δεν αντιμετωπίζεται, για παράδειγμα, τίποτα με το να βγαίνουν πέντε πολιτικοί από όλο το πολιτικό φάσμα και να λένε με έναν τρόπο που θα τον έλεγα ψεύτικο: "Τους αγαπάμε τους γκέι". Για μένα το ομοφυλόφιλο κίνημα, όπως και το φεμινιστικό κίνημα, όπως και ένα σωρό άλλα κινήματα, έχουν σήμερα μια τρομερή επικαιρότητα γιατί μας δείχνουν, π.χ., τη σύνδεση της ομοφοβίας με τον ρατσισμό, τον εθνικισμό, τη μισαλλοδοξία, την παθογένεια του "κρυφού", του "κάτω από το τραπέζι". Γι' αυτό είναι πολύ σημαντικό ένα βιβλίο που σου λέει ότι υπάρχει ολόκληρη παράδοση στις πολιτισμικές σπουδές να μιλάμε για την επιθυμία και την κοινωνική της διάσταση, να υπενθυμίζουμε ότι ο διάλογος με τη διαφορά πρέπει σε μια κοινωνία να είναι συνεχής». Ο «γκέι» Καβάφης δεν απευθύνεται μόνο στους «γκέι» και αυτή είναι η μεγάλη κατάκτηση της ποιητικής του. «Γράφοντας, λοιπόν, για τον ομοφυλόφιλο Καβάφη, δεν μιλάω απλώς για ένα ζήτημα κατάκτησης δικαιωμάτων για μια συγκεκριμένη μειονότητα ανθρώπων» καταλήγει ο αναπληρωτής καθηγητής Νεοελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. «Ανακινώ μια γενικότερη συζήτηση για την ανάγκη αλλαγής του τρόπου με τον οποίο προσεγγίζουμε αυτά τα ζητήματα στη δημόσια σφαίρα. Οπως επίσης μιλώ για τη βαθιά κατανόηση του πόσο πολιτική στιγμή είναι κάποιος να παίρνει την ηθική ευθύνη για τις ερωτικές επιλογές του». 

 

Πηγή: Το Βήμα

 

Συνδρομή σε αυτήν την τροφοδοσία RSS