ενημέρωση 7:06, 20 October, 2025

Ανδρέας Παπανδρέου

Ο Ανδρέας Παπανδρέου σφράγισε με την παρουσία και την πολιτική του δράση την περίοδο της Μεταπολίτευσης και αναδείχθηκε ένας από τους πιο επιδραστικούς πολιτικούς στην νεότερη ιστορία της Ελλάδας. Οικονομολόγος διεθνούς φήμης, με θητεία σε αμερικάνικα και ευρωπαϊκά πανεπιστήμια, ασχολήθηκε με την πολιτική από τα μέσα της δεκαετίας του εξήντα μέσα από τις τάξεις της Ένωσης Κέντρου (το κόμμα που συνίδρυσε και ηγήθηκε ο πατέρας του Γεώργιος Παπανδρέου) και μετά την επάνοδο της δημοκρατίας το 1974, ίδρυσε το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα (ΠΑΣΟΚ), που έμελλε να παίξει καθοριστικό ρόλο στα πολιτικά πράγματα της χώρας, προτού αρχίσει η κατάρρευσή του εξαιτίας των μνημονίων και της οικονομικής κρίσης.

Χαρισματική προσωπικότητα με φανατικούς οπαδούς και εξίσου ορκισμένους εχθρούς, διετέλεσε πρωθυπουργός της Ελλάδας από τις 21 Οκτωβρίου 1981 έως τις 2 Ιουλίου 1989 και από τις 13 Οκτωβρίου 1993 έως τις 17 Ιανουαρίου 1996, οπότε υπέβαλε την παραίτησή του για λόγους υγείας. Συνολικά παρέμεινε στο τιμόνι της χώρας 10 χρόνια (παρά 15 ημέρες), γεγονός που τόν κατατάσσει στην τέταρτη θέση του πίνακα με τους μακροβιότερους έλληνες πρωθυπουργούς, πίσω από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, τον Ελευθέριο Βενιζέλο και τον Χαρίλαο Τρικούπη.

Η γέννηση και η φυγή από την Ελλάδα

Ο Ανδρέας Παπανδρέου γεννήθηκε στη Χίο, στις 5 Φεβρουαρίου 1919, όπου υπηρετούσε ο πατέρας του Γεώργιος Παπανδρέου, ως γενικός διοικητής των Νήσων του Αιγαίου , διορισμένος από την κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου. Μητέρα του ήταν η Σοφία Μινέικο (1887-1981), κόρη του φιλέλληνα πολωνού αξιωματικού Ζίγκμουντ Μινέικο, ο οποίος είχε ριζώσει στην Ελλάδα και νυμφευτεί ελληνίδα.

Φύσει ανήσυχο και ζωηρό πνεύμα, ο Ανδρέας Παπανδρέου συλλαμβάνεται για πρώτη φορά από την δικτατορία Μεταξά, ως μαθητής του Κολεγίου Αθηνών, για τις αριστερές του ιδέες και για δεύτερη φορά τον Μάρτιο του 1939 ως φοιτητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Αφού πέρασε αρκετές ημέρες στην απομόνωση, αποφυλακίζεται και τον Ιούλιο αναχωρεί για τις ΗΠΑ, με ελάχιστα χρήματα στην τσέπη του.

Λίγο καιρό μετά την άφιξή του στην Αμερική αρχίζει σπουδές Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, από το οποίο έλαβε διδακτορικό δίπλωμα το 1943. Ειδικεύτηκε στην Οικονομική Θεωρία και Μέθοδο, στην Βιομηχανική Οργάνωση, στα Συγκριτικά Οικονομικά Συστήματα, στην Θεωρία και Μέθοδο Οικονομικής Πολιτικής και Προγραμματισμού, καθώς και στην Οικονομική Ανάπτυξη.

Μετά τέσσερα χρόνια παραμονής στις ΗΠΑ έλαβε την αμερικανική υπηκοότητα και την ίδια χρονιά κατατάχθηκε ως εθελοντής στο αμερικανικό Ναυτικό, μεσούντος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Μετά την αφυπηρέτησή του ακολούθησε πανεπιστημιακή καριέρα ως καθηγητής, στα Πανεπιστήμια Χάρβαρντ, Μινεσότας, Νορθγουέστερν και Μπέρκλεϊ, στο οποίο διετέλεσε κοσμήτορας της οικονομικής σχολής (1956-1959).

Το 1941, σε ηλικία 22 ετών, νυμφεύτηκε για πρώτη φορά με την μετέπειτα ψυχίατρο Χριστίνα Ρασσιά, ένα γάμος που θα κρατήσει 10 χρόνια και θα καταλήξει σε διαζύγιο. Εν τω μεταξύ είχε γνωρίσει την νεαρή Μαργαρίτα Τσαντ, την οποία θα νυμφευτεί τον ίδιο χρόνο και μαζί της θα αποκτήσει τέσσερα παιδιά: τον Γιώργο (γεν. 1952), την Σοφία (γεν. 1954), τον Νίκο (γεν.1956) και τον Ανδρέα (γεν.1959).

Η επιστροφή στην Ελλάδα και η ανάμιξη στην πολιτική

Την περίοδο 1959-1960 επισκέφθηκε την Ελλάδα με αποστολή των ιδρυμάτων Φουλμπράιτ και Γκουγκενχάιμ, για να μελετήσει την ελληνική οικονομία. Προσκλήθηκε τότε από τον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή και ανέλαβε την διεύθυνση του Κέντρου Οικονομικών Ερευνών (1960-1964), το οποίο με δική του εισήγηση μετεξελίχθηκε στο Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ). Συγχρόνως διετέλεσε οικονομικός σύμβουλος τής Τράπεζας της Ελλάδος έως το 1962.

Τα χρόνια εκείνα έκανε τα πρώτα του βήματα στην πολιτική, μέσα από τις τάξεις της Ένωσης Κέντρου. Στις εκλογές της 16ης Φεβρουαρίου 1964, τις οποίες κέρδισε θριαμβευτικά η Ένωση Κέντρου με ποσοστό 52,72%, έθεσε για πρώτη φορά υποψηφιότητα για βουλευτής και εξελέγη πανηγυρικά στην περιφέρεια Αχαΐας. Στην κυβέρνηση που σχημάτισε ο πατέρας του διετέλεσε υπουργός Προεδρίας της Κυβερνήσεως (19/2/1964 - 5/6/1964) και αναπληρωτής υπουργός Συντονισμού με υπουργό τον Στέφανο Στεφανόπουλο (5/6/1964 - 19/11/1964). Στο υπουργείο αυτό θα περάσει την πρώτη του μεγάλη δοκιμασία, όταν η ΕΡΕ θα τον κατηγορήσει - χωρίς τελικά να αποδειχθεί - πως ανέθεσε χαριστικά σε φίλο του το πολεοδομικό σχέδιο της Πάτρας («Σκάνδαλο Σκιαδαρέση»)

Οι νεωτεριστικές πολιτικές του θέσεις, που έρχονταν σε σύγκρουση με εκείνες άλλων στελεχών της Ενώσεως Κέντρου, προκαλούν αντιδράσεις οι οποίες εκφράστηκαν με ιδιαίτερη οξύτητα και βαρύτατους χαρακτηρισμούς από τις στήλες της εφημερίδας «Ελευθερία», η οποία ανήκε στον κεντρώο χώρο. Η παραίτηση τού Ανδρέα Παπανδρέου από το υπουργικό αξίωμα επέφερε προσωρινή αναστολή στην κρίση που ήδη σοβούσε στο κυβερνών κόμμα. Ο Ανδρέας Παπανδρέου αφιερώθηκε έκτοτε στην προσπάθεια να δώσει μορφή και έκφραση στην κεντροαριστερή πτέρυγα της Ένωσης Κέντρου. Επανήλθε στην κυβέρνηση ως αναπληρωτής υπουργός Συντονισμού στις 29 Απριλίου 1965 και παρέμεινε σ’ αυτήν μέχρι την πτώση της, στις 15 Ιουλίου του ίδιου χρόνου. Μετά την ανάληψη και πάλι υπουργικών καθηκόντων κατηγορήθηκε ως εμπνευστής στρατιωτικής συνωμοσίας (υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ). Ακολούθησε κλιμακούμενη πολιτική ένταση, που κορυφώθηκε με τα «Ιουλιανά» του 1965, την παραίτηση της κυβέρνησης Παπανδρέου μετά την ρήξη του με το Παλάτι και την επακολουθήσασα «Αποστασία» με τις αλλεπάλληλες θνησιγενείς κυβερνήσεις.

Η πολιτική αντιπαράθεση εξακολούθησε να οξύνεται με αμείωτο ρυθμό, ενώ άρχισαν να ακούγονται και οι πρώτες καταγγελίες για τον κίνδυνο πολιτειακής εκτροπής. Ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο οποίος δεν έπαυε να καταγγέλλει τον θρόνο και εξωελληνικούς παράγοντες ως αιτίες της ανώμαλης κατάστασης και να συνεγείρει τον κόσμο τής κεντροαριστεράς για την ανάγκη προάσπισης τών δημοκρατικών θεσμών με συνθήματα όπως «Η Ελλάδα στους Έλληνες», «Ο Στρατός στο Έθνος», αποτελούσε πρωταρχικό στόχο τών αντιπάλων του, που τόν κατηγορούσαν ως εχθρό της ομαλότητας.

Τα χρόνια της χούντας

Με την επιβολή του πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου 1967, ο Ανδρέας Παπανδρέου συνελήφθη με περιπετειώδη τρόπο στο σπίτι του στο Ψυχικό και κρατήθηκε στις φυλακές Αβέρωφ μέχρι τον Δεκέμβριο, οπότε το στρατιωτικό καθεστώς χορήγησε αμνηστία και τόν άφησε ελεύθερο. Τον Ιανουάριο του 1968 τού δόθηκε άδεια να αναχωρήσει στο εξωτερικό. Στα επτά περίπου χρόνια τής απουσίας του από την Ελλάδα ο Ανδρέας Παπανδρέου ανέπτυξε εντονότατη και πολύπλευρη αντιστασιακή δράση κατά τού δικτατορικού καθεστώτος των Αθηνών.

Ένα μήνα αργότερα, στις 27 Φεβρουαρίου, ίδρυσε το Πανελλήνιο Απελευθερωτικό Κίνημα (ΠΑΚ), με αρχική έδρα την Στοκχόλμη και με τη θερμή συμπαράσταση των κυβερνήσεων της Σουηδίας. Ο ίδιος πίστευε ότι η ανατροπή της χούντας των συνταγματαρχών θα ήταν δυνατή μόνον έπειτα από συνεχή και συνεπή λαϊκό αγώνα. Οι ιδεολογικοί στόχοι αυτού του αγώνα είχαν ως τελικό σκοπό τον ριζικό μετασχηματισμό της κοινωνικής και πολιτικής δομής της Ελλάδας και τον αναπροσανατολισμό των διεθνών της σχέσεων.

Εκτός από την αντιστασιακή του δράση, τα χρόνια της εξορίας του, δίδαξε ως καθηγητής Οικονομικών στα πανεπιστήμια Στοκχόλμης (1968-1969) και Γιορκ (1969-1974). Κατά την διάρκεια της παραμονής του στην Σουηδία απέκτησε το πέμπτο παιδί του, την Αιμιλία Νίμπλουμ (γεν. 1969), που ήταν καρπός του έρωτά του με την ηθοποιό και τηλεπαρουσιάστρια Ράνια Νίμπλουμ (1930-2017).

Η επιστροφή του στην Ελλάδα και η ίδρυση του ΠΑΣΟΚ

Στην Ελλάδα επέστρεψε ένα περίπου μήνα μετά την πτώση της χούντας, στις 16 Αυγούστου 1974, και έγινε δεκτός με ενθουσιασμό από χιλιάδες ομοϊδεάτες του που κατέκλυσαν το αεροδρόμιο του Ελληνικού. Έχοντας αποστασιοποιηθεί από την Ένωση Κέντρου, ίδρυσε, στις 3 Σεπτεμβρίου, το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα (ΠΑΣΟΚ), στο οποίο εντάχθηκαν πολιτικές δυνάμεις προερχόμενες από το ΠΑΚ, αντιστασιακές ομάδες καθώς και προσωπικότητες από την ευρύτερη δημοκρατική παράταξη.

Η «Διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη», αποτέλεσε την ιδεολογικοπολιτική πυξίδα πλαίσιο του κινήματος, που συνοψίζεται στο τετράπτυχο «»Εθνική Ανεξαρτησία - Λαϊκή Κυριαρχία - Κοινωνική Απελευθέρωση-Δημοκρατική διαδικασία. Όπως τόνισε ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο «βασικός κυριαρχικός στόχος του κινήματος είναι η δημιουργία μιας πολιτείας απαλλαγμένης από ξένο έλεγχο ή επεμβάσεις, πολιτείας απαλλαγμένης από έλεγχο ή επιρροή της οικονομικής ολιγαρχίας.

Στις εκλογές της 17ης Νοεμβρίου 1974, το ΠΑΣΟΚ συγκέντρωσε το 13,58% των ψήφων (πίσω από την θριαμβεύσασα ΝΔ και την ΕΚΝΔ που κατέλαβε την θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης), προς μεγάλη απογοήτευση του ιδρυτή του, που στόχευε σε μεγαλύτερα ποσοστά, έχοντας κατέλθει με το μαξιμαλιστικό σύνθημα «Στις 18 σοσιαλισμός». Ο Ανδρέας Παπανδρέου εξελέγη βουλευτής Θεσσαλονίκης (1974-1977) και μέχρι τον θάνατό του επανεκλεγόταν στην Α' Αθηνών (1977-1989) και στην Β’ Αθηνών (1989-1996).

Στο διάστημα μέχρι τις επόμενες εκλογές, ξεκαθάρισε απόλυτα το εσωκομματικό τοπίο και επέβαλε την κυριαρχία του, διαγράφοντας πολλά επιφανή στελέχη που τον κατηγορούσαν για έλλειψη εσωκομματικής δημοκρατίας, Οι οξύτατοι αντιπολιτευτικοί του τόνοι στόχευαν όχι μόνο στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή, αλλά και στην ΕΚ-ΝΔ, την οποία επιδίωκε να εξαφανίσει από τον πολιτικό χάρτη και να κυριαρχήσει με το ΠΑΣΟΚ στον χώρο του κέντρου και της κεντροαριστεράς.

Στις εκλογές της 20ης Νοεμβρίου 1977, το ΠΑΣΟΚ διπλασίασε τα ποσοστά του (25.34%) και κατέστη αξιωματική αντιπολίτευση αρχίζοντας την φρενήρη πορεία του προς την εξουσία. Οι θέσεις του ΠΑΣΟΚ διατυπώθηκαν συνολικά στην προεκλογική διακήρυξη των εκλογών τού 1981 με την «Διακήρυξη Κυβερνητικής Πολιτικής» (γνωστότερη ως «Συμβόλαιο με τον Λαό»).

Το ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση, ο λαός στην εξουσία

Στις εκλογές της 18ης Οκτωβρίου 1981, το ΠΑΣΟΚ, πέτυχε συντριπτική νίκη συγκεντρώνοντας το 48,06% των ψήφων και 172 έδρες στην Βουλή. Έτσι ο Ανδρέας Παπανδρέου έγινε πρωθυπουργός της χώρας και σχημάτισε την πρώτη αριστερή κυβέρνηση στην ιστορία του ελληνικού κράτους. Παράλληλα ανέλαβε την διεύθυνση του υπουργείο Εθνικής Άμυνας (1981-1985), προκειμένου να καθησυχάσει το στράτευμα.

Η πρώτη κυβερνητική τετραετία του ΠΑΣΟΚ χαρακτηρίστηκε από σημαντικές αλλαγές σε πολλούς τομείς της εσωτερικής πολιτικής (πολιτικός γάμος, μονοτονικό, αλλαγές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, ΕΣΥ, αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης κ.α). Η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική με δανεικό χρήμα, μπορεί να ανακούφισε τους «μη προνομιούχους» Έλληνες, αλλά άρχισε να επιβαρύνει σημαντικά το δημόσιο χρέος. Στα ζητήματα τής εξωτερικής πολιτικής ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε ως άξονα την «ανεξάρτητη και πολυδιάστατη ελληνική πολιτική» καθώς και την εφαρμογή στα Βαλκάνια μιας πάγιας πολιτικής ειρήνης και φιλίας. Πέρα από τους πολιτικούς αυτούς χειρισμούς προχώρησε και σε ευρύτερα πλαίσια, ευρωπαϊκά και διεθνή (απύραυλες ζώνες, Τρίτος Κόσμος, «Πρωτοβουλία τών Έξι», κ.λπ.), για τα οποία κατηγορήθηκε από τους αντιπάλους του ότι «απομόνωσαν την χώρα από τους φυσικούς συμμάχους της». Πάντως, οι αμερικανικές βάσεις δεν θα φύγουν από την Ελλάδα, η χώρα θα παραμείνει στην ΕΟΚ και ο Ανδρέας Παπανδρέου θα πετύχει την θεσμοθέτηση από την Κοινότητα ενός νέου αναπτυξιακού εργαλείου με την ονομασία Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα (ΜΟΠ).

Η δεύτερη κυβερνητική θητεία του Ανδρέα Παπανδρέου

Η πρώτη πρωθυπουργική θητεία του Ανδρέα Παπανδρέου ολοκληρώθηκε με την πρόταση του για μια περιορισμένη συνταγματική αναθεώρηση, που αποσκοπούσε πρώτιστα στην αποδυνάμωση τών εξουσιών του Προέδρου τής Δημοκρατίας και εκ των πραγμάτων στην ενδυνάμωση της πολιτικής θέσης του πρωθυπουργού, Ακολούθησε η πρόταση αντικατάστασης του τότε Προέδρου τής Δημοκρατίας Κωνσταντίνου Καραμανλή με τον αρεοπαγίτη Χρήστο Σαρτζετάκη. Οι κυβερνητικές επιδιώξεις, για τις οποίες αντέδρασε με σφοδρότητα η Νέα Δημοκρατία, επικυρώθηκαν πολιτικά από τις εκλογές τής 2ας Ιουνίου 1985, κατά τις οποίες το ΠΑΣΟΚ συγκέντρωσε το 45,82% των ψήφων και 161 έδρες. Ο Ανδρέας Παπανδρέου σχημάτισε την δεύτερη κυβέρνησή του αρχίζοντας παράλληλα ένα διετές πρόγραμμα λιτότητας.

Το 1988, ξέσπασε το σκάνδαλο Κοσκωτά, στο οποίο ενεπλάκησαν στελέχη της κυβέρνησης, αλλά και ο ίδιος ο Ανδρέας Παπανδρέου. Ακολούθησε περίοδος μεγάλης πολιτικής έντασης. Την ίδια χρονιά, άρχισαν τα προβλήματα υγείας του Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος οδηγήθηκε εσπευσμένα, στο νοσοκομείο Χέρφιλντ του Λονδίνου και υπεβλήθη σε σοβαρή εγχείρηση ανοιχτής καρδιάς από τον διάσημο καρδιοχειρουργό Μαγκντί Γιακούμπ.

Τα γεγονότα αυτά οδήγησαν στην πτώση του ΠΑΣΟΚ κατά τις εκλογές της 18ης Ιουνίου 1989. Η κοινοβουλευτική πλειοψηφία, που συγκροτήθηκε από την Νέα Δημοκρατία του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και τον ενιαίο Συνασπισμό της Αριστεράς υπό τους Χαρίλαο Φλωράκη και Λεωνίδα Κύρκο, παρέπεμψε τον Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο για το σκάνδαλο Κοσκωτά, μαζί με τους τέως υπουργούς των κυβερνήσεών του Αγαμέμνονα Κουτσόγιωργα, Δημήτρη Τσοβόλα και Γιώργο Πέτσο.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου σε ομιλία του ενώπιον τής Βουλής δεν αρνήθηκε τις πολιτικές του ευθύνες και θεώρησε την παραπομπή του στο Ειδικό Δικαστήριο, ως πολιτική δίωξη που είχε ως στόχο την πολιτική του εξόντωση και την διάλυση του ΠΑΣΟΚ. Δεν μετείχε στην ακροαματική διαδικασία (16/3/1991 – 16/1/ 1992), η οποία μεταδόθηκε τηλεοπτικά και απασχόλησε επί δεκάμηνο την κοινή γνώμη. Με την έκδοση της αθωωτικής απόφασης του Ειδικού Δικαστηρίου με ψήφους 7-6, ως προς τον Ανδρέα Παπανδρέου, έκλεισε ένα κεφάλαιο της ελληνικής πολιτικής ζωής, που έμεινε στην ιστορία ως «Κάθαρση» ή «Βρώμικο’89». Στο διάστημα αυτό ο Ανδρέας Παπανδρέου πήρε διαζύγιο από την δεύτερη σύζυγό του Μαργαρίτα και νυμφεύτηκε σε τρίτο γάμο την αεροσυνοδό Δήμητρα Λιάνη (γεν.1955), μια σχέση που απασχόλησε εκτενώς τον κουτσομπολίστικο Τύπο.

Η τρίτη κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου

Η ακροαματική διαδικασία και η έκβαση της δίκης επέτρεψε στον Ανδρέα Παπανδρέου να θέσει ζήτημα παραπλάνησης του εκλογικού σώματος κατά τις τρεις βουλευτικές εκλογές τού 1989-1990, που έδωσαν τελικά οριακή κοινοβουλευτική πλειοψηφία στην Νέα Δημοκρατία του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.

Στις πρόωρες εκλογές της 10ης Οκτωβρίου 1993, που προκηρύχθηκαν μετά την παραίτηση της κυβέρνησης Μητσοτάκη λόγω έντονων εσωκομματικών προβλημάτων, το ΠΑΣΟΚ επανήλθε θριαμβευτικά στην εξουσία με ποσοστό 46,82% και ο Ανδρέας Παπανδρέου σχημάτισε την τρίτη του κυβέρνηση. Θα κυβερνήσει για δύο περίπου χρόνια, καθώς τον Νοέμβριο του 1995 θα μεταφερθεί στο Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο με σοβαρά προβλήματα υγείας, τα οποία τον οδήγησαν να παραιτηθεί από την πρωθυπουργία στις 17 Ιανουαρίου 1996. Το διάστημα αυτό τον αναπλήρωνε ο υπουργός Εσωτερικών Άκης Τσοχατζόπουλος. Μετά τη βελτίωση που παρουσίασε η κατάσταση της υγείας του βγήκε από το νοσοκομείο τον Μάρτιο του ίδιου έτους.

Κατά την διάρκεια της τρίτης κυβερνητικής του θητείας, ο Ανδρέας Παπανδρέου Παπανδρέου, ακολούθησε μια συνετή και σφιχτή οικονομική πολιτική, ενόψει ΟΝΕ,ενώ στα θετικά της κυβέρνησή του καταγράφεται η δημιουργία του ΑΣΕΠ για την αξιοκρατική πρόσληψη των δημοσίων υπαλλήλων (Νόμος Πεπονή). Στην εξωτερική πολιτική, ανακοινώνεται το Ενιαίο Αμυντικό Δόγμα Ελλάδας-Κύπρου και επιβάλλεται εμπάργκο στην ΠΓΔΜ.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου άφησε την τελευταία του πνοή τα ξημερώματα της 23ης Ιουνίου 1996 από ανακοπή καρδιάς, σε ηλικία 77 ετών.


Πηγή: © SanSimera.gr

Ανδρέας Παπανδρέου

Ο Ανδρέας Παπανδρέου σφράγισε με την παρουσία και την πολιτική του δράση την περίοδο της Μεταπολίτευσης και αναδείχθηκε ένας από τους πιο επιδραστικούς πολιτικούς στην νεότερη ιστορία της Ελλάδας. Οικονομολόγος διεθνούς φήμης, με θητεία σε αμερικάνικα και ευρωπαϊκά πανεπιστήμια, ασχολήθηκε με την πολιτική από τα μέσα της δεκαετίας του εξήντα μέσα από τις τάξεις της Ένωσης Κέντρου (το κόμμα που συνίδρυσε και ηγήθηκε ο πατέρας του Γεώργιος Παπανδρέου) και μετά την επάνοδο της δημοκρατίας το 1974, ίδρυσε το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα (ΠΑΣΟΚ), που έμελλε να παίξει καθοριστικό ρόλο στα πολιτικά πράγματα της χώρας, προτού αρχίσει η κατάρρευσή του εξαιτίας των μνημονίων και της οικονομικής κρίσης.

Χαρισματική προσωπικότητα με φανατικούς οπαδούς και εξίσου ορκισμένους εχθρούς, διετέλεσε πρωθυπουργός της Ελλάδας από τις 21 Οκτωβρίου 1981 έως τις 2 Ιουλίου 1989 και από τις 13 Οκτωβρίου 1993 έως τις 17 Ιανουαρίου 1996, οπότε υπέβαλε την παραίτησή του για λόγους υγείας. Συνολικά παρέμεινε στο τιμόνι της χώρας 10 χρόνια (παρά 15 ημέρες), γεγονός που τόν κατατάσσει στην τέταρτη θέση του πίνακα με τους μακροβιότερους έλληνες πρωθυπουργούς, πίσω από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, τον Ελευθέριο Βενιζέλο και τον Χαρίλαο Τρικούπη.

Η γέννηση και η φυγή από την Ελλάδα

Ο Ανδρέας Παπανδρέου γεννήθηκε στη Χίο, στις 5 Φεβρουαρίου 1919, όπου υπηρετούσε ο πατέρας του Γεώργιος Παπανδρέου, ως γενικός διοικητής των Νήσων του Αιγαίου , διορισμένος από την κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου. Μητέρα του ήταν η Σοφία Μινέικο (1887-1981), κόρη του φιλέλληνα πολωνού αξιωματικού Ζίγκμουντ Μινέικο, ο οποίος είχε ριζώσει στην Ελλάδα και νυμφευτεί ελληνίδα.

Φύσει ανήσυχο και ζωηρό πνεύμα, ο Ανδρέας Παπανδρέου συλλαμβάνεται για πρώτη φορά από την δικτατορία Μεταξά, ως μαθητής του Κολεγίου Αθηνών, για τις αριστερές του ιδέες και για δεύτερη φορά τον Μάρτιο του 1939 ως φοιτητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Αφού πέρασε αρκετές ημέρες στην απομόνωση, αποφυλακίζεται και τον Ιούλιο αναχωρεί για τις ΗΠΑ, με ελάχιστα χρήματα στην τσέπη του.

Λίγο καιρό μετά την άφιξή του στην Αμερική αρχίζει σπουδές Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, από το οποίο έλαβε διδακτορικό δίπλωμα το 1943. Ειδικεύτηκε στην Οικονομική Θεωρία και Μέθοδο, στην Βιομηχανική Οργάνωση, στα Συγκριτικά Οικονομικά Συστήματα, στην Θεωρία και Μέθοδο Οικονομικής Πολιτικής και Προγραμματισμού, καθώς και στην Οικονομική Ανάπτυξη.

Μετά τέσσερα χρόνια παραμονής στις ΗΠΑ έλαβε την αμερικανική υπηκοότητα και την ίδια χρονιά κατατάχθηκε ως εθελοντής στο αμερικανικό Ναυτικό, μεσούντος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Μετά την αφυπηρέτησή του ακολούθησε πανεπιστημιακή καριέρα ως καθηγητής, στα Πανεπιστήμια Χάρβαρντ, Μινεσότας, Νορθγουέστερν και Μπέρκλεϊ, στο οποίο διετέλεσε κοσμήτορας της οικονομικής σχολής (1956-1959).

Το 1941, σε ηλικία 22 ετών, νυμφεύτηκε για πρώτη φορά με την μετέπειτα ψυχίατρο Χριστίνα Ρασσιά, ένα γάμος που θα κρατήσει 10 χρόνια και θα καταλήξει σε διαζύγιο. Εν τω μεταξύ είχε γνωρίσει την νεαρή Μαργαρίτα Τσαντ, την οποία θα νυμφευτεί τον ίδιο χρόνο και μαζί της θα αποκτήσει τέσσερα παιδιά: τον Γιώργο (γεν. 1952), την Σοφία (γεν. 1954), τον Νίκο (γεν.1956) και τον Ανδρέα (γεν.1959).

Η επιστροφή στην Ελλάδα και η ανάμιξη στην πολιτική

Την περίοδο 1959-1960 επισκέφθηκε την Ελλάδα με αποστολή των ιδρυμάτων Φουλμπράιτ και Γκουγκενχάιμ, για να μελετήσει την ελληνική οικονομία. Προσκλήθηκε τότε από τον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή και ανέλαβε την διεύθυνση του Κέντρου Οικονομικών Ερευνών (1960-1964), το οποίο με δική του εισήγηση μετεξελίχθηκε στο Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ). Συγχρόνως διετέλεσε οικονομικός σύμβουλος τής Τράπεζας της Ελλάδος έως το 1962.

Τα χρόνια εκείνα έκανε τα πρώτα του βήματα στην πολιτική, μέσα από τις τάξεις της Ένωσης Κέντρου. Στις εκλογές της 16ης Φεβρουαρίου 1964, τις οποίες κέρδισε θριαμβευτικά η Ένωση Κέντρου με ποσοστό 52,72%, έθεσε για πρώτη φορά υποψηφιότητα για βουλευτής και εξελέγη πανηγυρικά στην περιφέρεια Αχαΐας. Στην κυβέρνηση που σχημάτισε ο πατέρας του διετέλεσε υπουργός Προεδρίας της Κυβερνήσεως (19/2/1964 - 5/6/1964) και αναπληρωτής υπουργός Συντονισμού με υπουργό τον Στέφανο Στεφανόπουλο (5/6/1964 - 19/11/1964). Στο υπουργείο αυτό θα περάσει την πρώτη του μεγάλη δοκιμασία, όταν η ΕΡΕ θα τον κατηγορήσει - χωρίς τελικά να αποδειχθεί - πως ανέθεσε χαριστικά σε φίλο του το πολεοδομικό σχέδιο της Πάτρας («Σκάνδαλο Σκιαδαρέση»)

Οι νεωτεριστικές πολιτικές του θέσεις, που έρχονταν σε σύγκρουση με εκείνες άλλων στελεχών της Ενώσεως Κέντρου, προκαλούν αντιδράσεις οι οποίες εκφράστηκαν με ιδιαίτερη οξύτητα και βαρύτατους χαρακτηρισμούς από τις στήλες της εφημερίδας «Ελευθερία», η οποία ανήκε στον κεντρώο χώρο. Η παραίτηση τού Ανδρέα Παπανδρέου από το υπουργικό αξίωμα επέφερε προσωρινή αναστολή στην κρίση που ήδη σοβούσε στο κυβερνών κόμμα. Ο Ανδρέας Παπανδρέου αφιερώθηκε έκτοτε στην προσπάθεια να δώσει μορφή και έκφραση στην κεντροαριστερή πτέρυγα της Ένωσης Κέντρου. Επανήλθε στην κυβέρνηση ως αναπληρωτής υπουργός Συντονισμού στις 29 Απριλίου 1965 και παρέμεινε σ’ αυτήν μέχρι την πτώση της, στις 15 Ιουλίου του ίδιου χρόνου. Μετά την ανάληψη και πάλι υπουργικών καθηκόντων κατηγορήθηκε ως εμπνευστής στρατιωτικής συνωμοσίας (υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ). Ακολούθησε κλιμακούμενη πολιτική ένταση, που κορυφώθηκε με τα «Ιουλιανά» του 1965, την παραίτηση της κυβέρνησης Παπανδρέου μετά την ρήξη του με το Παλάτι και την επακολουθήσασα «Αποστασία» με τις αλλεπάλληλες θνησιγενείς κυβερνήσεις.

Η πολιτική αντιπαράθεση εξακολούθησε να οξύνεται με αμείωτο ρυθμό, ενώ άρχισαν να ακούγονται και οι πρώτες καταγγελίες για τον κίνδυνο πολιτειακής εκτροπής. Ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο οποίος δεν έπαυε να καταγγέλλει τον θρόνο και εξωελληνικούς παράγοντες ως αιτίες της ανώμαλης κατάστασης και να συνεγείρει τον κόσμο τής κεντροαριστεράς για την ανάγκη προάσπισης τών δημοκρατικών θεσμών με συνθήματα όπως «Η Ελλάδα στους Έλληνες», «Ο Στρατός στο Έθνος», αποτελούσε πρωταρχικό στόχο τών αντιπάλων του, που τόν κατηγορούσαν ως εχθρό της ομαλότητας.

Τα χρόνια της χούντας

Με την επιβολή του πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου 1967, ο Ανδρέας Παπανδρέου συνελήφθη με περιπετειώδη τρόπο στο σπίτι του στο Ψυχικό και κρατήθηκε στις φυλακές Αβέρωφ μέχρι τον Δεκέμβριο, οπότε το στρατιωτικό καθεστώς χορήγησε αμνηστία και τόν άφησε ελεύθερο. Τον Ιανουάριο του 1968 τού δόθηκε άδεια να αναχωρήσει στο εξωτερικό. Στα επτά περίπου χρόνια τής απουσίας του από την Ελλάδα ο Ανδρέας Παπανδρέου ανέπτυξε εντονότατη και πολύπλευρη αντιστασιακή δράση κατά τού δικτατορικού καθεστώτος των Αθηνών.

Ένα μήνα αργότερα, στις 27 Φεβρουαρίου, ίδρυσε το Πανελλήνιο Απελευθερωτικό Κίνημα (ΠΑΚ), με αρχική έδρα την Στοκχόλμη και με τη θερμή συμπαράσταση των κυβερνήσεων της Σουηδίας. Ο ίδιος πίστευε ότι η ανατροπή της χούντας των συνταγματαρχών θα ήταν δυνατή μόνον έπειτα από συνεχή και συνεπή λαϊκό αγώνα. Οι ιδεολογικοί στόχοι αυτού του αγώνα είχαν ως τελικό σκοπό τον ριζικό μετασχηματισμό της κοινωνικής και πολιτικής δομής της Ελλάδας και τον αναπροσανατολισμό των διεθνών της σχέσεων.

Εκτός από την αντιστασιακή του δράση, τα χρόνια της εξορίας του, δίδαξε ως καθηγητής Οικονομικών στα πανεπιστήμια Στοκχόλμης (1968-1969) και Γιορκ (1969-1974). Κατά την διάρκεια της παραμονής του στην Σουηδία απέκτησε το πέμπτο παιδί του, την Αιμιλία Νίμπλουμ (γεν. 1969), που ήταν καρπός του έρωτά του με την ηθοποιό και τηλεπαρουσιάστρια Ράνια Νίμπλουμ (1930-2017).

Η επιστροφή του στην Ελλάδα και η ίδρυση του ΠΑΣΟΚ

Στην Ελλάδα επέστρεψε ένα περίπου μήνα μετά την πτώση της χούντας, στις 16 Αυγούστου 1974, και έγινε δεκτός με ενθουσιασμό από χιλιάδες ομοϊδεάτες του που κατέκλυσαν το αεροδρόμιο του Ελληνικού. Έχοντας αποστασιοποιηθεί από την Ένωση Κέντρου, ίδρυσε, στις 3 Σεπτεμβρίου, το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα (ΠΑΣΟΚ), στο οποίο εντάχθηκαν πολιτικές δυνάμεις προερχόμενες από το ΠΑΚ, αντιστασιακές ομάδες καθώς και προσωπικότητες από την

ευρύτερη δημοκρατική παράταξη.

Η «Διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη», αποτέλεσε την ιδεολογικοπολιτική πυξίδα πλαίσιο του κινήματος, που συνοψίζεται στο τετράπτυχο «»Εθνική Ανεξαρτησία - Λαϊκή Κυριαρχία - Κοινωνική Απελευθέρωση-Δημοκρατική διαδικασία. Όπως τόνισε ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο «βασικός κυριαρχικός στόχος του κινήματος είναι η δημιουργία μιας πολιτείας απαλλαγμένης από ξένο έλεγχο ή επεμβάσεις, πολιτείας απαλλαγμένης από έλεγχο ή επιρροή της οικονομικής ολιγαρχίας.

Στις εκλογές της 17ης Νοεμβρίου 1974, το ΠΑΣΟΚ συγκέντρωσε το 13,58% των ψήφων (πίσω από την θριαμβεύσασα ΝΔ και την ΕΚΝΔ που κατέλαβε την θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης), προς μεγάλη απογοήτευση του ιδρυτή του, που στόχευε σε μεγαλύτερα ποσοστά, έχοντας κατέλθει με το μαξιμαλιστικό σύνθημα «Στις 18 σοσιαλισμός». Ο Ανδρέας Παπανδρέου εξελέγη βουλευτής Θεσσαλονίκης (1974-1977) και μέχρι τον θάνατό του επανεκλεγόταν στην Α' Αθηνών (1977-1989) και στην Β’ Αθηνών (1989-1996).

Στο διάστημα μέχρι τις επόμενες εκλογές, ξεκαθάρισε απόλυτα το εσωκομματικό τοπίο και επέβαλε την κυριαρχία του, διαγράφοντας πολλά επιφανή στελέχη που τον κατηγορούσαν για έλλειψη εσωκομματικής δημοκρατίας, Οι οξύτατοι αντιπολιτευτικοί του τόνοι στόχευαν όχι μόνο στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή, αλλά και στην ΕΚ-ΝΔ, την οποία επιδίωκε να εξαφανίσει από τον πολιτικό χάρτη και να κυριαρχήσει με το ΠΑΣΟΚ στον χώρο του κέντρου και της κεντροαριστεράς.

Στις εκλογές της 20ης Νοεμβρίου 1977, το ΠΑΣΟΚ διπλασίασε τα ποσοστά του (25.34%) και κατέστη αξιωματική αντιπολίτευση αρχίζοντας την φρενήρη πορεία του προς την εξουσία. Οι θέσεις του ΠΑΣΟΚ διατυπώθηκαν συνολικά στην προεκλογική διακήρυξη των εκλογών τού 1981 με την «Διακήρυξη Κυβερνητικής Πολιτικής» (γνωστότερη ως «Συμβόλαιο με τον Λαό»).

Το ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση, ο λαός στην εξουσία

Στις εκλογές της 18ης Οκτωβρίου 1981, το ΠΑΣΟΚ, πέτυχε συντριπτική νίκη συγκεντρώνοντας το 48,06% των ψήφων και 172 έδρες στην Βουλή. Έτσι ο Ανδρέας Παπανδρέου έγινε πρωθυπουργός της χώρας και σχημάτισε την πρώτη αριστερή κυβέρνηση στην ιστορία του ελληνικού κράτους. Παράλληλα ανέλαβε την διεύθυνση του υπουργείο Εθνικής Άμυνας (1981-1985), προκειμένου να καθησυχάσει το στράτευμα.

Η πρώτη κυβερνητική τετραετία του ΠΑΣΟΚ χαρακτηρίστηκε από σημαντικές αλλαγές σε πολλούς τομείς της εσωτερικής πολιτικής (πολιτικός γάμος, μονοτονικό, αλλαγές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, ΕΣΥ, αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης κ.α). Η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική με δανεικό χρήμα, μπορεί να ανακούφισε τους «μη προνομιούχους» Έλληνες, αλλά άρχισε να επιβαρύνει σημαντικά το δημόσιο χρέος. Στα ζητήματα τής εξωτερικής πολιτικής ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε ως άξονα την «ανεξάρτητη και πολυδιάστατη ελληνική πολιτική» καθώς και την εφαρμογή στα Βαλκάνια μιας πάγιας πολιτικής ειρήνης και φιλίας. Πέρα από τους πολιτικούς αυτούς χειρισμούς προχώρησε και σε ευρύτερα πλαίσια, ευρωπαϊκά και διεθνή (απύραυλες ζώνες, Τρίτος Κόσμος, «Πρωτοβουλία τών Έξι», κ.λπ.), για τα οποία κατηγορήθηκε από τους αντιπάλους του ότι «απομόνωσαν την χώρα από τους φυσικούς συμμάχους της». Πάντως, οι αμερικανικές βάσεις δεν θα φύγουν από την Ελλάδα, η χώρα θα παραμείνει στην ΕΟΚ και ο Ανδρέας Παπανδρέου θα πετύχει την θεσμοθέτηση από την Κοινότητα ενός νέου αναπτυξιακού εργαλείου με την ονομασία Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα (ΜΟΠ).

Η δεύτερη κυβερνητική θητεία του Ανδρέα Παπανδρέου

Η πρώτη πρωθυπουργική θητεία του Ανδρέα Παπανδρέου ολοκληρώθηκε με την πρόταση του για μια περιορισμένη συνταγματική αναθεώρηση, που αποσκοπούσε πρώτιστα στην αποδυνάμωση τών εξουσιών του Προέδρου τής Δημοκρατίας και εκ των πραγμάτων στην ενδυνάμωση της πολιτικής θέσης του πρωθυπουργού, Ακολούθησε η πρόταση αντικατάστασης του τότε Προέδρου τής Δημοκρατίας Κωνσταντίνου Καραμανλή με τον αρεοπαγίτη Χρήστο Σαρτζετάκη. Οι κυβερνητικές επιδιώξεις, για τις οποίες αντέδρασε με σφοδρότητα η Νέα Δημοκρατία, επικυρώθηκαν πολιτικά από τις εκλογές τής 2ας Ιουνίου 1985, κατά τις οποίες το ΠΑΣΟΚ συγκέντρωσε το 45,82% των ψήφων και 161 έδρες. Ο Ανδρέας Παπανδρέου σχημάτισε την δεύτερη κυβέρνησή του αρχίζοντας παράλληλα ένα διετές πρόγραμμα λιτότητας.

Το 1988, ξέσπασε το σκάνδαλο Κοσκωτά, στο οποίο ενεπλάκησαν στελέχη της κυβέρνησης, αλλά και ο ίδιος ο Ανδρέας Παπανδρέου. Ακολούθησε περίοδος μεγάλης πολιτικής έντασης. Την ίδια χρονιά, άρχισαν τα προβλήματα υγείας του Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος οδηγήθηκε εσπευσμένα, στο νοσοκομείο Χέρφιλντ του Λονδίνου και υπεβλήθη σε σοβαρή εγχείρηση ανοιχτής καρδιάς από τον διάσημο καρδιοχειρουργό Μαγκντί Γιακούμπ.

Τα γεγονότα αυτά οδήγησαν στην πτώση του ΠΑΣΟΚ κατά τις εκλογές της 18ης Ιουνίου 1989. Η κοινοβουλευτική πλειοψηφία, που συγκροτήθηκε από την Νέα Δημοκρατία του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και τον ενιαίο Συνασπισμό της Αριστεράς υπό τους Χαρίλαο Φλωράκη και Λεωνίδα Κύρκο, παρέπεμψε τον Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο για το σκάνδαλο Κοσκωτά, μαζί με τους τέως υπουργούς των κυβερνήσεών του Αγαμέμνονα Κουτσόγιωργα, Δημήτρη Τσοβόλα και Γιώργο Πέτσο.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου σε ομιλία του ενώπιον τής Βουλής δεν αρνήθηκε τις πολιτικές του ευθύνες και θεώρησε την παραπομπή του στο Ειδικό Δικαστήριο, ως πολιτική δίωξη που είχε ως στόχο την πολιτική του εξόντωση και την διάλυση του ΠΑΣΟΚ. Δεν μετείχε στην ακροαματική διαδικασία (16/3/1991 – 16/1/ 1992), η οποία μεταδόθηκε τηλεοπτικά και απασχόλησε επί δεκάμηνο την κοινή γνώμη. Με την έκδοση της αθωωτικής απόφασης του Ειδικού Δικαστηρίου με ψήφους 7-6, ως προς τον Ανδρέα Παπανδρέου, έκλεισε ένα κεφάλαιο της ελληνικής πολιτικής ζωής, που έμεινε στην ιστορία ως «Κάθαρση» ή «Βρώμικο’89». Στο διάστημα αυτό ο Ανδρέας Παπανδρέου πήρε διαζύγιο από την δεύτερη σύζυγό του Μαργαρίτα και νυμφεύτηκε σε τρίτο γάμο την αεροσυνοδό Δήμητρα Λιάνη (γεν.1955), μια σχέση που απασχόλησε εκτενώς τον κουτσομπολίστικο Τύπο.

Η τρίτη κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου

Η ακροαματική διαδικασία και η έκβαση της δίκης επέτρεψε στον Ανδρέα Παπανδρέου να θέσει ζήτημα παραπλάνησης του εκλογικού σώματος κατά τις τρεις βουλευτικές εκλογές τού 1989-1990, που έδωσαν τελικά οριακή κοινοβουλευτική πλειοψηφία στην Νέα Δημοκρατία του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.

Στις πρόωρες εκλογές της 10ης Οκτωβρίου 1993, που προκηρύχθηκαν μετά την παραίτηση της κυβέρνησης Μητσοτάκη λόγω έντονων εσωκομματικών προβλημάτων, το ΠΑΣΟΚ επανήλθε θριαμβευτικά στην εξουσία με ποσοστό 46,82% και ο Ανδρέας Παπανδρέου σχημάτισε την τρίτη του κυβέρνηση. Θα κυβερνήσει για δύο περίπου χρόνια, καθώς τον Νοέμβριο του 1995 θα μεταφερθεί στο Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο με σοβαρά προβλήματα υγείας, τα οποία τον οδήγησαν να παραιτηθεί από την πρωθυπουργία στις 17 Ιανουαρίου 1996. Το διάστημα αυτό τον αναπλήρωνε ο υπουργός Εσωτερικών Άκης Τσοχατζόπουλος. Μετά τη βελτίωση που παρουσίασε η κατάσταση της υγείας του βγήκε από το νοσοκομείο τον Μάρτιο του ίδιου έτους.

Κατά την διάρκεια της τρίτης κυβερνητικής του θητείας, ο Ανδρέας Παπανδρέου Παπανδρέου, ακολούθησε μια συνετή και σφιχτή οικονομική πολιτική, ενόψει ΟΝΕ,ενώ στα θετικά της κυβέρνησή του καταγράφεται η δημιουργία του ΑΣΕΠ για την αξιοκρατική πρόσληψη των δημοσίων υπαλλήλων (Νόμος Πεπονή). Στην εξωτερική πολιτική, ανακοινώνεται το Ενιαίο Αμυντικό Δόγμα Ελλάδας-Κύπρου και επιβάλλεται εμπάργκο στην ΠΓΔΜ.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου άφησε την τελευταία του πνοή τα ξημερώματα της 23ης Ιουνίου 1996 από ανακοπή καρδιάς, σε ηλικία 77 ετών.


Πηγή: © SanSimera.gr

Ανδρέας Παπανδρέου

Ο Ανδρέας Παπανδρέου σφράγισε με την παρουσία και την πολιτική του δράση την περίοδο της Μεταπολίτευσης και αναδείχθηκε ένας από τους πιο επιδραστικούς πολιτικούς στην νεότερη ιστορία της Ελλάδας. Οικονομολόγος διεθνούς φήμης, με θητεία σε αμερικάνικα και ευρωπαϊκά πανεπιστήμια, ασχολήθηκε με την πολιτική από τα μέσα της δεκαετίας του εξήντα μέσα από τις τάξεις της Ένωσης Κέντρου (το κόμμα που συνίδρυσε και ηγήθηκε ο πατέρας του Γεώργιος Παπανδρέου) και μετά την επάνοδο της δημοκρατίας το 1974, ίδρυσε το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα (ΠΑΣΟΚ), που έμελλε να παίξει καθοριστικό ρόλο στα πολιτικά πράγματα της χώρας, προτού αρχίσει η κατάρρευσή του εξαιτίας των μνημονίων και της οικονομικής κρίσης.

Χαρισματική προσωπικότητα με φανατικούς οπαδούς και εξίσου ορκισμένους εχθρούς, διετέλεσε πρωθυπουργός της Ελλάδας από τις 21 Οκτωβρίου 1981 έως τις 2 Ιουλίου 1989 και από τις 13 Οκτωβρίου 1993 έως τις 17 Ιανουαρίου 1996, οπότε υπέβαλε την παραίτησή του για λόγους υγείας. Συνολικά παρέμεινε στο τιμόνι της χώρας 10 χρόνια (παρά 15 ημέρες), γεγονός που τόν κατατάσσει στην τέταρτη θέση του πίνακα με τους μακροβιότερους έλληνες πρωθυπουργούς, πίσω από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, τον Ελευθέριο Βενιζέλο και τον Χαρίλαο Τρικούπη.

Η γέννηση και η φυγή από την Ελλάδα

Ο Ανδρέας Παπανδρέου γεννήθηκε στη Χίο, στις 5 Φεβρουαρίου 1919, όπου υπηρετούσε ο πατέρας του Γεώργιος Παπανδρέου, ως γενικός διοικητής των Νήσων του Αιγαίου , διορισμένος από την κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου. Μητέρα του ήταν η Σοφία Μινέικο (1887-1981), κόρη του φιλέλληνα πολωνού αξιωματικού Ζίγκμουντ Μινέικο, ο οποίος είχε ριζώσει στην Ελλάδα και νυμφευτεί ελληνίδα.

Φύσει ανήσυχο και ζωηρό πνεύμα, ο Ανδρέας Παπανδρέου συλλαμβάνεται για πρώτη φορά από την δικτατορία Μεταξά, ως μαθητής του Κολεγίου Αθηνών, για τις αριστερές του ιδέες και για δεύτερη φορά τον Μάρτιο του 1939 ως φοιτητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Αφού πέρασε αρκετές ημέρες στην απομόνωση, αποφυλακίζεται και τον Ιούλιο αναχωρεί για τις ΗΠΑ, με ελάχιστα χρήματα στην τσέπη του.

Λίγο καιρό μετά την άφιξή του στην Αμερική αρχίζει σπουδές Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, από το οποίο έλαβε διδακτορικό δίπλωμα το 1943. Ειδικεύτηκε στην Οικονομική Θεωρία και Μέθοδο, στην Βιομηχανική Οργάνωση, στα Συγκριτικά Οικονομικά Συστήματα, στην Θεωρία και Μέθοδο Οικονομικής Πολιτικής και Προγραμματισμού, καθώς και στην Οικονομική Ανάπτυξη.

Μετά τέσσερα χρόνια παραμονής στις ΗΠΑ έλαβε την αμερικανική υπηκοότητα και την ίδια χρονιά κατατάχθηκε ως εθελοντής στο αμερικανικό Ναυτικό, μεσούντος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Μετά την αφυπηρέτησή του ακολούθησε πανεπιστημιακή καριέρα ως καθηγητής, στα Πανεπιστήμια Χάρβαρντ, Μινεσότας, Νορθγουέστερν και Μπέρκλεϊ, στο οποίο διετέλεσε κοσμήτορας της οικονομικής σχολής (1956-1959).

Το 1941, σε ηλικία 22 ετών, νυμφεύτηκε για πρώτη φορά με την μετέπειτα ψυχίατρο Χριστίνα Ρασσιά, ένα γάμος που θα κρατήσει 10 χρόνια και θα καταλήξει σε διαζύγιο. Εν τω μεταξύ είχε γνωρίσει την νεαρή Μαργαρίτα Τσαντ, την οποία θα νυμφευτεί τον ίδιο χρόνο και μαζί της θα αποκτήσει τέσσερα παιδιά: τον Γιώργο (γεν. 1952), την Σοφία (γεν. 1954), τον Νίκο (γεν.1956) και τον Ανδρέα (γεν.1959).

Η επιστροφή στην Ελλάδα και η ανάμιξη στην πολιτική

Την περίοδο 1959-1960 επισκέφθηκε την Ελλάδα με αποστολή των ιδρυμάτων Φουλμπράιτ και Γκουγκενχάιμ, για να μελετήσει την ελληνική οικονομία. Προσκλήθηκε τότε από τον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή και ανέλαβε την διεύθυνση του Κέντρου Οικονομικών Ερευνών (1960-1964), το οποίο με δική του εισήγηση μετεξελίχθηκε στο Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ). Συγχρόνως διετέλεσε οικονομικός σύμβουλος τής Τράπεζας της Ελλάδος έως το 1962.

Τα χρόνια εκείνα έκανε τα πρώτα του βήματα στην πολιτική, μέσα από τις τάξεις της Ένωσης Κέντρου. Στις εκλογές της 16ης Φεβρουαρίου 1964, τις οποίες κέρδισε θριαμβευτικά η Ένωση Κέντρου με ποσοστό 52,72%, έθεσε για πρώτη φορά υποψηφιότητα για βουλευτής και εξελέγη πανηγυρικά στην περιφέρεια Αχαΐας. Στην κυβέρνηση που σχημάτισε ο πατέρας του διετέλεσε υπουργός Προεδρίας της Κυβερνήσεως (19/2/1964 - 5/6/1964) και αναπληρωτής υπουργός Συντονισμού με υπουργό τον Στέφανο Στεφανόπουλο (5/6/1964 - 19/11/1964). Στο υπουργείο αυτό θα περάσει την πρώτη του μεγάλη δοκιμασία, όταν η ΕΡΕ θα τον κατηγορήσει - χωρίς τελικά να αποδειχθεί - πως ανέθεσε χαριστικά σε φίλο του το πολεοδομικό σχέδιο της Πάτρας («Σκάνδαλο Σκιαδαρέση»)

Οι νεωτεριστικές πολιτικές του θέσεις, που έρχονταν σε σύγκρουση με εκείνες άλλων στελεχών της Ενώσεως Κέντρου, προκαλούν αντιδράσεις οι οποίες εκφράστηκαν με ιδιαίτερη οξύτητα και βαρύτατους χαρακτηρισμούς από τις στήλες της εφημερίδας «Ελευθερία», η οποία ανήκε στον κεντρώο χώρο. Η παραίτηση τού Ανδρέα Παπανδρέου από το υπουργικό αξίωμα επέφερε προσωρινή αναστολή στην κρίση που ήδη σοβούσε στο κυβερνών κόμμα. Ο Ανδρέας Παπανδρέου αφιερώθηκε έκτοτε στην προσπάθεια να δώσει μορφή και έκφραση στην κεντροαριστερή πτέρυγα της Ένωσης Κέντρου. Επανήλθε στην κυβέρνηση ως αναπληρωτής υπουργός Συντονισμού στις 29 Απριλίου 1965 και παρέμεινε σ’ αυτήν μέχρι την πτώση της, στις 15 Ιουλίου του ίδιου χρόνου. Μετά την ανάληψη και πάλι υπουργικών καθηκόντων κατηγορήθηκε ως εμπνευστής στρατιωτικής συνωμοσίας (υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ). Ακολούθησε κλιμακούμενη πολιτική ένταση, που κορυφώθηκε με τα «Ιουλιανά» του 1965, την παραίτηση της κυβέρνησης Παπανδρέου μετά την ρήξη του με το Παλάτι και την επακολουθήσασα «Αποστασία» με τις αλλεπάλληλες θνησιγενείς κυβερνήσεις.

Η πολιτική αντιπαράθεση εξακολούθησε να οξύνεται με αμείωτο ρυθμό, ενώ άρχισαν να ακούγονται και οι πρώτες καταγγελίες για τον κίνδυνο πολιτειακής εκτροπής. Ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο οποίος δεν έπαυε να καταγγέλλει τον θρόνο και εξωελληνικούς παράγοντες ως αιτίες της ανώμαλης κατάστασης και να συνεγείρει τον κόσμο τής κεντροαριστεράς για την ανάγκη προάσπισης τών δημοκρατικών θεσμών με συνθήματα όπως «Η Ελλάδα στους Έλληνες», «Ο Στρατός στο Έθνος», αποτελούσε πρωταρχικό στόχο τών αντιπάλων του, που τόν κατηγορούσαν ως εχθρό της ομαλότητας.

Τα χρόνια της χούντας

Με την επιβολή του πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου 1967, ο Ανδρέας Παπανδρέου συνελήφθη με περιπετειώδη τρόπο στο σπίτι του στο Ψυχικό και κρατήθηκε στις φυλακές Αβέρωφ μέχρι τον Δεκέμβριο, οπότε το στρατιωτικό καθεστώς χορήγησε αμνηστία και τόν άφησε ελεύθερο. Τον Ιανουάριο του 1968 τού δόθηκε άδεια να αναχωρήσει στο εξωτερικό. Στα επτά περίπου χρόνια τής απουσίας του από την Ελλάδα ο Ανδρέας Παπανδρέου ανέπτυξε εντονότατη και πολύπλευρη αντιστασιακή δράση κατά τού δικτατορικού καθεστώτος των Αθηνών.

Ένα μήνα αργότερα, στις 27 Φεβρουαρίου, ίδρυσε το Πανελλήνιο Απελευθερωτικό Κίνημα (ΠΑΚ), με αρχική έδρα την Στοκχόλμη και με τη θερμή συμπαράσταση των κυβερνήσεων της Σουηδίας. Ο ίδιος πίστευε ότι η ανατροπή της χούντας των συνταγματαρχών θα ήταν δυνατή μόνον έπειτα από συνεχή και συνεπή λαϊκό αγώνα. Οι ιδεολογικοί στόχοι αυτού του αγώνα είχαν ως τελικό σκοπό τον ριζικό μετασχηματισμό της κοινωνικής και πολιτικής δομής της Ελλάδας και τον αναπροσανατολισμό των διεθνών της σχέσεων.

Εκτός από την αντιστασιακή του δράση, τα χρόνια της εξορίας του, δίδαξε ως καθηγητής Οικονομικών στα πανεπιστήμια Στοκχόλμης (1968-1969) και Γιορκ (1969-1974). Κατά την διάρκεια της παραμονής του στην Σουηδία απέκτησε το πέμπτο παιδί του, την Αιμιλία Νίμπλουμ (γεν. 1969), που ήταν καρπός του έρωτά του με την ηθοποιό και τηλεπαρουσιάστρια Ράνια Νίμπλουμ (1930-2017).

Η επιστροφή του στην Ελλάδα και η ίδρυση του ΠΑΣΟΚ

Στην Ελλάδα επέστρεψε ένα περίπου μήνα μετά την πτώση της χούντας, στις 16 Αυγούστου 1974, και έγινε δεκτός με ενθουσιασμό από χιλιάδες ομοϊδεάτες του που κατέκλυσαν το αεροδρόμιο του Ελληνικού. Έχοντας αποστασιοποιηθεί από την Ένωση Κέντρου, ίδρυσε, στις 3 Σεπτεμβρίου, το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα (ΠΑΣΟΚ), στο οποίο εντάχθηκαν πολιτικές δυνάμεις προερχόμενες από το ΠΑΚ, αντιστασιακές ομάδες καθώς και προσωπικότητες από την ευρύτερη δημοκρατική παράταξη.

Η «Διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη», αποτέλεσε την ιδεολογικοπολιτική πυξίδα πλαίσιο του κινήματος, που συνοψίζεται στο τετράπτυχο «»Εθνική Ανεξαρτησία - Λαϊκή Κυριαρχία - Κοινωνική Απελευθέρωση-Δημοκρατική διαδικασία. Όπως τόνισε ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο «βασικός κυριαρχικός στόχος του κινήματος είναι η δημιουργία μιας πολιτείας απαλλαγμένης από ξένο έλεγχο ή επεμβάσεις, πολιτείας απαλλαγμένης από έλεγχο ή επιρροή της οικονομικής ολιγαρχίας.

Στις εκλογές της 17ης Νοεμβρίου 1974, το ΠΑΣΟΚ συγκέντρωσε το 13,58% των ψήφων (πίσω από την θριαμβεύσασα ΝΔ και την ΕΚΝΔ που κατέλαβε την θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης), προς μεγάλη απογοήτευση του ιδρυτή του, που στόχευε σε μεγαλύτερα ποσοστά, έχοντας κατέλθει με το μαξιμαλιστικό σύνθημα «Στις 18 σοσιαλισμός». Ο Ανδρέας Παπανδρέου εξελέγη βουλευτής Θεσσαλονίκης (1974-1977) και μέχρι τον θάνατό του επανεκλεγόταν στην Α' Αθηνών (1977-1989) και στην Β’ Αθηνών (1989-1996).

Στο διάστημα μέχρι τις επόμενες εκλογές, ξεκαθάρισε απόλυτα το εσωκομματικό τοπίο και επέβαλε την κυριαρχία του, διαγράφοντας πολλά επιφανή στελέχη που τον κατηγορούσαν για έλλειψη εσωκομματικής δημοκρατίας, Οι οξύτατοι αντιπολιτευτικοί του τόνοι στόχευαν όχι μόνο στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή, αλλά και στην ΕΚ-ΝΔ, την οποία επιδίωκε να εξαφανίσει από τον πολιτικό χάρτη και να κυριαρχήσει με το ΠΑΣΟΚ στον χώρο του κέντρου και της κεντροαριστεράς.

Στις εκλογές της 20ης Νοεμβρίου 1977, το ΠΑΣΟΚ διπλασίασε τα ποσοστά του (25.34%) και κατέστη αξιωματική αντιπολίτευση αρχίζοντας την φρενήρη πορεία του προς την εξουσία. Οι θέσεις του ΠΑΣΟΚ διατυπώθηκαν συνολικά στην προεκλογική διακήρυξη των εκλογών τού 1981 με την «Διακήρυξη Κυβερνητικής Πολιτικής» (γνωστότερη ως «Συμβόλαιο με τον Λαό»).

Το ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση, ο λαός στην εξουσία

Στις εκλογές της 18ης Οκτωβρίου 1981, το ΠΑΣΟΚ, πέτυχε συντριπτική νίκη συγκεντρώνοντας το 48,06% των ψήφων και 172 έδρες στην Βουλή. Έτσι ο Ανδρέας Παπανδρέου έγινε πρωθυπουργός της χώρας και σχημάτισε την πρώτη αριστερή κυβέρνηση στην ιστορία του ελληνικού κράτους. Παράλληλα ανέλαβε την διεύθυνση του υπουργείο Εθνικής Άμυνας (1981-1985), προκειμένου να καθησυχάσει το στράτευμα.

Η πρώτη κυβερνητική τετραετία του ΠΑΣΟΚ χαρακτηρίστηκε από σημαντικές αλλαγές σε πολλούς τομείς της εσωτερικής πολιτικής (πολιτικός γάμος, μονοτονικό, αλλαγές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, ΕΣΥ, αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης κ.α). Η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική με δανεικό χρήμα, μπορεί να ανακούφισε τους «μη προνομιούχους» Έλληνες, αλλά άρχισε να επιβαρύνει σημαντικά το δημόσιο χρέος. Στα ζητήματα τής εξωτερικής πολιτικής ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε ως άξονα την «ανεξάρτητη και πολυδιάστατη ελληνική πολιτική» καθώς και την εφαρμογή στα Βαλκάνια μιας πάγιας πολιτικής ειρήνης και φιλίας. Πέρα από τους πολιτικούς αυτούς χειρισμούς προχώρησε και σε ευρύτερα πλαίσια, ευρωπαϊκά και διεθνή (απύραυλες ζώνες, Τρίτος Κόσμος, «Πρωτοβουλία τών Έξι», κ.λπ.), για τα οποία κατηγορήθηκε από τους αντιπάλους του ότι «απομόνωσαν την χώρα από τους φυσικούς συμμάχους της». Πάντως, οι αμερικανικές βάσεις δεν θα φύγουν από την Ελλάδα, η χώρα θα παραμείνει στην ΕΟΚ και ο Ανδρέας Παπανδρέου θα πετύχει την θεσμοθέτηση από την Κοινότητα ενός νέου αναπτυξιακού εργαλείου με την ονομασία Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα (ΜΟΠ).

Η δεύτερη κυβερνητική θητεία του Ανδρέα Παπανδρέου

Η πρώτη πρωθυπουργική θητεία του Ανδρέα Παπανδρέου ολοκληρώθηκε με την πρόταση του για μια περιορισμένη συνταγματική αναθεώρηση, που αποσκοπούσε πρώτιστα στην αποδυνάμωση τών εξουσιών του Προέδρου τής Δημοκρατίας και εκ των πραγμάτων στην ενδυνάμωση της πολιτικής θέσης του πρωθυπουργού, Ακολούθησε η πρόταση αντικατάστασης του τότε Προέδρου τής Δημοκρατίας Κωνσταντίνου Καραμανλή με τον αρεοπαγίτη Χρήστο Σαρτζετάκη. Οι κυβερνητικές επιδιώξεις, για τις οποίες αντέδρασε με σφοδρότητα η Νέα Δημοκρατία, επικυρώθηκαν πολιτικά από τις εκλογές τής 2ας Ιουνίου 1985, κατά τις οποίες το ΠΑΣΟΚ συγκέντρωσε το 45,82% των ψήφων και 161 έδρες. Ο Ανδρέας Παπανδρέου σχημάτισε την δεύτερη κυβέρνησή του αρχίζοντας παράλληλα ένα διετές πρόγραμμα λιτότητας.

Το 1988, ξέσπασε το σκάνδαλο Κοσκωτά, στο οποίο ενεπλάκησαν στελέχη της κυβέρνησης, αλλά και ο ίδιος ο Ανδρέας Παπανδρέου. Ακολούθησε περίοδος μεγάλης πολιτικής έντασης. Την ίδια χρονιά, άρχισαν τα προβλήματα υγείας του Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος οδηγήθηκε εσπευσμένα, στο νοσοκομείο Χέρφιλντ του Λονδίνου και υπεβλήθη σε σοβαρή εγχείρηση ανοιχτής καρδιάς από τον διάσημο καρδιοχειρουργό Μαγκντί Γιακούμπ.

Τα γεγονότα αυτά οδήγησαν στην πτώση του ΠΑΣΟΚ κατά τις εκλογές της 18ης Ιουνίου 1989. Η κοινοβουλευτική πλειοψηφία, που συγκροτήθηκε από την Νέα Δημοκρατία του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και τον ενιαίο Συνασπισμό της Αριστεράς υπό τους Χαρίλαο Φλωράκη και Λεωνίδα Κύρκο, παρέπεμψε τον Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο για το σκάνδαλο Κοσκωτά, μαζί με τους τέως υπουργούς των κυβερνήσεών του Αγαμέμνονα Κουτσόγιωργα, Δημήτρη Τσοβόλα και Γιώργο Πέτσο.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου σε ομιλία του ενώπιον τής Βουλής δεν αρνήθηκε τις πολιτικές του ευθύνες και θεώρησε την παραπομπή του στο Ειδικό Δικαστήριο, ως πολιτική δίωξη που είχε ως στόχο την πολιτική του εξόντωση και την διάλυση του ΠΑΣΟΚ. Δεν μετείχε στην ακροαματική διαδικασία (16/3/1991 – 16/1/ 1992), η οποία μεταδόθηκε τηλεοπτικά και απασχόλησε επί δεκάμηνο την κοινή γνώμη. Με την έκδοση της αθωωτικής απόφασης του Ειδικού Δικαστηρίου με ψήφους 7-6, ως προς τον Ανδρέα Παπανδρέου, έκλεισε ένα κεφάλαιο της ελληνικής πολιτικής ζωής, που έμεινε στην ιστορία ως «Κάθαρση» ή «Βρώμικο’89». Στο διάστημα αυτό ο Ανδρέας Παπανδρέου πήρε διαζύγιο από την δεύτερη σύζυγό του Μαργαρίτα και νυμφεύτηκε σε τρίτο γάμο την αεροσυνοδό Δήμητρα Λιάνη (γεν.1955), μια σχέση που απασχόλησε εκτενώς τον κουτσομπολίστικο Τύπο.

Η τρίτη κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου

Η ακροαματική διαδικασία και η έκβαση της δίκης επέτρεψε στον Ανδρέα Παπανδρέου να θέσει ζήτημα παραπλάνησης του εκλογικού σώματος κατά τις τρεις βουλευτικές εκλογές τού 1989-1990, που έδωσαν τελικά οριακή κοινοβουλευτική πλειοψηφία στην Νέα Δημοκρατία του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.

Στις πρόωρες εκλογές της 10ης Οκτωβρίου 1993, που προκηρύχθηκαν μετά την παραίτηση της κυβέρνησης Μητσοτάκη λόγω έντονων εσωκομματικών προβλημάτων, το ΠΑΣΟΚ επανήλθε θριαμβευτικά στην εξουσία με ποσοστό 46,82% και ο Ανδρέας Παπανδρέου σχημάτισε την τρίτη του κυβέρνηση. Θα κυβερνήσει για δύο περίπου χρόνια, καθώς τον Νοέμβριο του 1995 θα μεταφερθεί στο Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο με σοβαρά προβλήματα υγείας, τα οποία τον οδήγησαν να παραιτηθεί από την πρωθυπουργία στις 17 Ιανουαρίου 1996. Το διάστημα αυτό τον αναπλήρωνε ο υπουργός Εσωτερικών Άκης Τσοχατζόπουλος. Μετά τη βελτίωση που παρουσίασε η κατάσταση της υγείας του βγήκε από το νοσοκομείο τον Μάρτιο του ίδιου έτους.

Κατά την διάρκεια της τρίτης κυβερνητικής του θητείας, ο Ανδρέας Παπανδρέου Παπανδρέου, ακολούθησε μια συνετή και σφιχτή οικονομική πολιτική, ενόψει ΟΝΕ,ενώ στα θετικά της κυβέρνησή του καταγράφεται η δημιουργία του ΑΣΕΠ για την αξιοκρατική πρόσληψη των δημοσίων υπαλλήλων (Νόμος Πεπονή). Στην εξωτερική πολιτική, ανακοινώνεται το Ενιαίο Αμυντικό Δόγμα Ελλάδας-Κύπρου και επιβάλλεται εμπάργκο στην ΠΓΔΜ.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου άφησε την τελευταία του πνοή τα ξημερώματα της 23ης Ιουνίου 1996 από ανακοπή καρδιάς, σε ηλικία 77 ετών.


Πηγή: © SanSimera.gr

Ανδρέας Παπανδρέου

Ο Ανδρέας Παπανδρέου σφράγισε με την παρουσία και την πολιτική του δράση την περίοδο της Μεταπολίτευσης και αναδείχθηκε ένας από τους πιο επιδραστικούς πολιτικούς στην νεότερη ιστορία της Ελλάδας. Οικονομολόγος διεθνούς φήμης, με θητεία σε αμερικάνικα και ευρωπαϊκά πανεπιστήμια, ασχολήθηκε με την πολιτική από τα μέσα της δεκαετίας του εξήντα μέσα από τις τάξεις της Ένωσης Κέντρου (το κόμμα που συνίδρυσε και ηγήθηκε ο πατέρας του Γεώργιος Παπανδρέου) και μετά την επάνοδο της δημοκρατίας το 1974, ίδρυσε το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα (ΠΑΣΟΚ), που έμελλε να παίξει καθοριστικό ρόλο στα πολιτικά πράγματα της χώρας, προτού αρχίσει η κατάρρευσή του εξαιτίας των μνημονίων και της οικονομικής κρίσης.

Χαρισματική προσωπικότητα με φανατικούς οπαδούς και εξίσου ορκισμένους εχθρούς, διετέλεσε πρωθυπουργός της Ελλάδας από τις 21 Οκτωβρίου 1981 έως τις 2 Ιουλίου 1989 και από τις 13 Οκτωβρίου 1993 έως τις 17 Ιανουαρίου 1996, οπότε υπέβαλε την παραίτησή του για λόγους υγείας. Συνολικά παρέμεινε στο τιμόνι της χώρας 10 χρόνια (παρά 15 ημέρες), γεγονός που τόν κατατάσσει στην τέταρτη θέση του πίνακα με τους μακροβιότερους έλληνες πρωθυπουργούς, πίσω από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, τον Ελευθέριο Βενιζέλο και τον Χαρίλαο Τρικούπη.
 
Η γέννηση και η φυγή από την Ελλάδα

Ο Ανδρέας Παπανδρέου γεννήθηκε στη Χίο, στις 5 Φεβρουαρίου 1919, όπου υπηρετούσε ο πατέρας του Γεώργιος Παπανδρέου, ως γενικός διοικητής των Νήσων του Αιγαίου , διορισμένος από την κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου. Μητέρα του ήταν η Σοφία Μινέικο (1887-1981), κόρη του φιλέλληνα πολωνού αξιωματικού Ζίγκμουντ Μινέικο, ο οποίος είχε ριζώσει στην Ελλάδα και νυμφευτεί ελληνίδα.

Φύσει ανήσυχο και ζωηρό πνεύμα, ο Ανδρέας Παπανδρέου συλλαμβάνεται για πρώτη φορά από την δικτατορία Μεταξά, ως μαθητής του Κολεγίου Αθηνών, για τις αριστερές του ιδέες και για δεύτερη φορά τον Μάρτιο του 1939 ως φοιτητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Αφού πέρασε αρκετές ημέρες στην απομόνωση, αποφυλακίζεται και τον Ιούλιο αναχωρεί για τις ΗΠΑ, με ελάχιστα χρήματα στην τσέπη του.

Λίγο καιρό μετά την άφιξή του στην Αμερική αρχίζει σπουδές Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, από το οποίο έλαβε διδακτορικό δίπλωμα το 1943. Ειδικεύτηκε στην Οικονομική Θεωρία και Μέθοδο, στην Βιομηχανική Οργάνωση, στα Συγκριτικά Οικονομικά Συστήματα, στην Θεωρία και Μέθοδο Οικονομικής Πολιτικής και Προγραμματισμού, καθώς και στην Οικονομική Ανάπτυξη.

Μετά τέσσερα χρόνια παραμονής στις ΗΠΑ έλαβε την αμερικανική υπηκοότητα και την ίδια χρονιά κατατάχθηκε ως εθελοντής στο αμερικανικό Ναυτικό, μεσούντος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Μετά την αφυπηρέτησή του ακολούθησε πανεπιστημιακή καριέρα ως καθηγητής, στα Πανεπιστήμια Χάρβαρντ, Μινεσότας, Νορθγουέστερν και Μπέρκλεϊ, στο οποίο διετέλεσε κοσμήτορας της οικονομικής σχολής (1956-1959).

Το 1941, σε ηλικία 22 ετών, νυμφεύτηκε για πρώτη φορά με την μετέπειτα ψυχίατρο Χριστίνα Ρασσιά, ένα γάμος που θα κρατήσει 10 χρόνια και θα καταλήξει σε διαζύγιο. Εν τω μεταξύ είχε γνωρίσει την νεαρή Μαργαρίτα Τσαντ, την οποία θα νυμφευτεί τον ίδιο χρόνο και μαζί της θα αποκτήσει τέσσερα παιδιά: τον Γιώργο (γεν. 1952), την Σοφία (γεν. 1954), τον Νίκο (γεν.1956) και τον Ανδρέα (γεν.1959).

Η επιστροφή στην Ελλάδα και η ανάμιξη στην πολιτική

Την περίοδο 1959-1960 επισκέφθηκε την Ελλάδα με αποστολή των ιδρυμάτων Φουλμπράιτ και Γκουγκενχάιμ, για να μελετήσει την ελληνική οικονομία. Προσκλήθηκε τότε από τον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή και ανέλαβε την διεύθυνση του Κέντρου Οικονομικών Ερευνών (1960-1964), το οποίο με δική του εισήγηση μετεξελίχθηκε στο Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ). Συγχρόνως διετέλεσε οικονομικός σύμβουλος τής Τράπεζας της Ελλάδος έως το 1962.

Τα χρόνια εκείνα έκανε τα πρώτα του βήματα στην πολιτική, μέσα από τις τάξεις της Ένωσης Κέντρου. Στις εκλογές της 16ης Φεβρουαρίου 1964, τις οποίες κέρδισε θριαμβευτικά η Ένωση Κέντρου με ποσοστό 52,72%, έθεσε για πρώτη φορά υποψηφιότητα για βουλευτής και εξελέγη πανηγυρικά στην περιφέρεια Αχαΐας. Στην κυβέρνηση που σχημάτισε ο πατέρας του διετέλεσε υπουργός Προεδρίας της Κυβερνήσεως (19/2/1964 - 5/6/1964) και αναπληρωτής υπουργός Συντονισμού με υπουργό τον Στέφανο Στεφανόπουλο (5/6/1964 - 19/11/1964). Στο υπουργείο αυτό θα περάσει την πρώτη του μεγάλη δοκιμασία, όταν η ΕΡΕ θα τον κατηγορήσει - χωρίς τελικά να αποδειχθεί - πως ανέθεσε χαριστικά σε φίλο του το πολεοδομικό σχέδιο της Πάτρας («Σκάνδαλο Σκιαδαρέση»)

Οι νεωτεριστικές πολιτικές του θέσεις, που έρχονταν σε σύγκρουση με εκείνες άλλων στελεχών της Ενώσεως Κέντρου, προκαλούν αντιδράσεις οι οποίες εκφράστηκαν με ιδιαίτερη οξύτητα και βαρύτατους χαρακτηρισμούς από τις στήλες της εφημερίδας «Ελευθερία», η οποία ανήκε στον κεντρώο χώρο. Η παραίτηση τού Ανδρέα Παπανδρέου από το υπουργικό αξίωμα επέφερε προσωρινή αναστολή στην κρίση που ήδη σοβούσε στο κυβερνών κόμμα. Ο Ανδρέας Παπανδρέου αφιερώθηκε έκτοτε στην προσπάθεια να δώσει μορφή και έκφραση στην κεντροαριστερή πτέρυγα της Ένωσης Κέντρου. Επανήλθε στην κυβέρνηση ως αναπληρωτής υπουργός Συντονισμού στις 29 Απριλίου1965 και παρέμεινε σ’ αυτήν μέχρι την πτώση της, στις 15 Ιουλίου του ίδιου χρόνου. Μετά την ανάληψη και πάλι υπουργικών καθηκόντων κατηγορήθηκε ως εμπνευστής στρατιωτικής συνωμοσίας (υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ). Ακολούθησε κλιμακούμενη πολιτική ένταση, που κορυφώθηκε με τα «Ιουλιανά» του 1965, την παραίτηση της κυβέρνησης Παπανδρέου μετά την ρήξη του με το Παλάτι και την επακολουθήσασα «Αποστασία» με τις αλλεπάλληλες θνησιγενείς κυβερνήσεις.

Η πολιτική αντιπαράθεση εξακολούθησε να οξύνεται με αμείωτο ρυθμό, ενώ άρχισαν να ακούγονται και οι πρώτες καταγγελίες για τον κίνδυνο πολιτειακής εκτροπής. Ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο οποίος δεν έπαυε να καταγγέλλει τον θρόνο και εξωελληνικούς παράγοντες ως αιτίες της ανώμαλης κατάστασης και να συνεγείρει τον κόσμο τής κεντροαριστεράς για την ανάγκη προάσπισης τών δημοκρατικών θεσμών με συνθήματα όπως «Η Ελλάδα στους Έλληνες», «Ο Στρατός στο Έθνος», αποτελούσε πρωταρχικό στόχο τών αντιπάλων του, που τόν κατηγορούσαν ως εχθρό της ομαλότητας.

Τα χρόνια της χούντας

Με την επιβολή του πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου 1967, ο Ανδρέας Παπανδρέου συνελήφθη με περιπετειώδη τρόπο στο σπίτι του στο Ψυχικό και κρατήθηκε στις φυλακές Αβέρωφ μέχρι τον Δεκέμβριο, οπότε το στρατιωτικό καθεστώς χορήγησε αμνηστία και τόν άφησε ελεύθερο. Τον Ιανουάριο του 1968 τού δόθηκε άδεια να αναχωρήσει στο εξωτερικό. Στα επτά περίπου χρόνια τής απουσίας του από την Ελλάδα ο Ανδρέας Παπανδρέου ανέπτυξε εντονότατη και πολύπλευρη αντιστασιακή δράση κατά τού δικτατορικού καθεστώτος των Αθηνών.

Ένα μήνα αργότερα, στις 27 Φεβρουαρίου, ίδρυσε το Πανελλήνιο Απελευθερωτικό Κίνημα (ΠΑΚ), με αρχική έδρα την Στοκχόλμη και με τη θερμή συμπαράσταση των κυβερνήσεων της Σουηδίας. Ο ίδιος πίστευε ότι η ανατροπή της χούντας των συνταγματαρχών θα ήταν δυνατή μόνον έπειτα από συνεχή και συνεπή λαϊκό αγώνα. Οι ιδεολογικοί στόχοι αυτού του αγώνα είχαν ως τελικό σκοπό τον ριζικό μετασχηματισμό της κοινωνικής και πολιτικής δομής της Ελλάδας και τον αναπροσανατολισμό των διεθνών της σχέσεων.

Εκτός από την αντιστασιακή του δράση, τα χρόνια της εξορίας του, δίδαξε ως καθηγητής Οικονομικών στα πανεπιστήμια Στοκχόλμης (1968-1969) και Γιορκ (1969-1974). Κατά την διάρκεια της παραμονής του στην Σουηδία απέκτησε το πέμπτο παιδί του, την Αιμιλία Νίμπλουμ (γεν. 1969), που ήταν καρπός του έρωτά του με την ηθοποιό και τηλεπαρουσιάστρια Ράνια Νίμπλουμ (1930-2017).

Η επιστροφή του στην Ελλάδα και η ίδρυση του ΠΑΣΟΚ

Στην Ελλάδα επέστρεψε ένα περίπου μήνα μετά την πτώση της χούντας, στις 16 Αυγούστου 1974, και έγινε δεκτός με ενθουσιασμό από χιλιάδες ομοϊδεάτες του που κατέκλυσαν το αεροδρόμιο του Ελληνικού. Έχοντας αποστασιοποιηθεί από την Ένωση Κέντρου, ίδρυσε, στις 3 Σεπτεμβρίου, το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα (ΠΑΣΟΚ), στο οποίο εντάχθηκαν πολιτικές δυνάμεις προερχόμενες από το ΠΑΚ, αντιστασιακές ομάδες καθώς και προσωπικότητες από την
ευρύτερη δημοκρατική παράταξη.

Η «Διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη», αποτέλεσε την ιδεολογικοπολιτική πυξίδα πλαίσιο του κινήματος, που συνοψίζεται στο τετράπτυχο «»Εθνική Ανεξαρτησία - Λαϊκή Κυριαρχία - Κοινωνική Απελευθέρωση-Δημοκρατική διαδικασία. Όπως τόνισε ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο «βασικός κυριαρχικός στόχος του κινήματος είναι η δημιουργία μιας πολιτείας απαλλαγμένης από ξένο έλεγχο ή επεμβάσεις, πολιτείας απαλλαγμένης από έλεγχο ή επιρροή της οικονομικής ολιγαρχίας.

Στις εκλογές της 17ης Νοεμβρίου 1974, το ΠΑΣΟΚ συγκέντρωσε το 13,58% των ψήφων (πίσω από την θριαμβεύσασα ΝΔ και την ΕΚΝΔ που κατέλαβε την θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης), προς μεγάλη απογοήτευση του ιδρυτή του, που στόχευε σε μεγαλύτερα ποσοστά, έχοντας κατέλθει με το μαξιμαλιστικό σύνθημα «Στις 18 σοσιαλισμός». Ο Ανδρέας Παπανδρέου εξελέγη βουλευτής Θεσσαλονίκης (1974-1977) και μέχρι τον θάνατό του επανεκλεγόταν στην Α' Αθηνών (1977-1989) και στην Β’ Αθηνών (1989-1996).

Στο διάστημα μέχρι τις επόμενες εκλογές, ξεκαθάρισε απόλυτα το εσωκομματικό τοπίο και επέβαλε την κυριαρχία του, διαγράφοντας πολλά επιφανή στελέχη που τον κατηγορούσαν για έλλειψη εσωκομματικής δημοκρατίας, Οι οξύτατοι αντιπολιτευτικοί του τόνοι στόχευαν όχι μόνο στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή, αλλά και στην ΕΚ-ΝΔ, την οποία επιδίωκε να εξαφανίσει από τον πολιτικό χάρτη και να κυριαρχήσει με το ΠΑΣΟΚ στον χώρο του κέντρου και της κεντροαριστεράς.

Στις εκλογές της 20ης Νοεμβρίου 1977, το ΠΑΣΟΚ διπλασίασε τα ποσοστά του (25.34%) και κατέστη αξιωματική αντιπολίτευση αρχίζοντας την φρενήρη πορεία του προς την εξουσία. Οι θέσεις του ΠΑΣΟΚ διατυπώθηκαν συνολικά στην προεκλογική διακήρυξη των εκλογών τού 1981 με την «Διακήρυξη Κυβερνητικής Πολιτικής» (γνωστότερη ως «Συμβόλαιο με τον Λαό»).

Το ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση, ο λαός στην εξουσία

Στις εκλογές της 18ης Οκτωβρίου 1981, το ΠΑΣΟΚ, πέτυχε συντριπτική νίκη συγκεντρώνοντας το 48,06% των ψήφων και 172 έδρες στην Βουλή. Έτσι ο Ανδρέας Παπανδρέου έγινε πρωθυπουργός της χώρας και σχημάτισε την πρώτη αριστερή κυβέρνηση στην ιστορία του ελληνικού κράτους. Παράλληλα ανέλαβε την διεύθυνση του υπουργείο Εθνικής Άμυνας (1981-1985), προκειμένου να καθησυχάσει το στράτευμα.

Η πρώτη κυβερνητική τετραετία του ΠΑΣΟΚ χαρακτηρίστηκε από σημαντικές αλλαγές σε πολλούς τομείς της εσωτερικής πολιτικής (πολιτικός γάμος, μονοτονικό, αλλαγές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, ΕΣΥ, αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης κ.α). Η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική με δανεικό χρήμα, μπορεί να ανακούφισε τους «μη προνομιούχους» Έλληνες, αλλά άρχισε να επιβαρύνει σημαντικά το δημόσιο χρέος. Στα ζητήματα τής εξωτερικής πολιτικής ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε ως άξονα την «ανεξάρτητη και πολυδιάστατη ελληνική πολιτική» καθώς και την εφαρμογή στα Βαλκάνια μιας πάγιας πολιτικής ειρήνης και φιλίας. Πέρα από τους πολιτικούς αυτούς χειρισμούς προχώρησε και σε ευρύτερα πλαίσια, ευρωπαϊκά και διεθνή (απύραυλες ζώνες, Τρίτος Κόσμος, «Πρωτοβουλία τών Έξι», κ.λπ.), για τα οποία κατηγορήθηκε από τους αντιπάλους του ότι «απομόνωσαν την χώρα από τους φυσικούς συμμάχους της». Πάντως, οι αμερικανικές βάσεις δεν θα φύγουν από την Ελλάδα, η χώρα θα παραμείνει στην ΕΟΚ και ο Ανδρέας Παπανδρέου θα πετύχει την θεσμοθέτηση από την Κοινότητα ενός νέου αναπτυξιακού εργαλείου με την ονομασία Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα (ΜΟΠ).

Η δεύτερη κυβερνητική θητεία του Ανδρέα Παπανδρέου

Η πρώτη πρωθυπουργική θητεία του Ανδρέα Παπανδρέου ολοκληρώθηκε με την πρόταση του για μια περιορισμένη συνταγματική αναθεώρηση, που αποσκοπούσε πρώτιστα στην αποδυνάμωση τών εξουσιών του Προέδρου τής Δημοκρατίας και εκ των πραγμάτων στην ενδυνάμωση της πολιτικής θέσης του πρωθυπουργού, Ακολούθησε η πρόταση αντικατάστασης του τότε Προέδρου τής Δημοκρατίας Κωνσταντίνου Καραμανλή με τον αρεοπαγίτη Χρήστο Σαρτζετάκη. Οι κυβερνητικές επιδιώξεις, για τις οποίες αντέδρασε με σφοδρότητα η Νέα Δημοκρατία, επικυρώθηκαν πολιτικά από τις εκλογές τής 2ας Ιουνίου 1985, κατά τις οποίες το ΠΑΣΟΚ συγκέντρωσε το 45,82% των ψήφων και 161 έδρες. Ο Ανδρέας Παπανδρέου σχημάτισε την δεύτερη κυβέρνησή του αρχίζοντας παράλληλα ένα διετές πρόγραμμα λιτότητας.

Το 1988, ξέσπασε το σκάνδαλο Κοσκωτά, στο οποίο ενεπλάκησαν στελέχη της κυβέρνησης, αλλά και ο ίδιος ο Ανδρέας Παπανδρέου. Ακολούθησε περίοδος μεγάλης πολιτικής έντασης. Την ίδια χρονιά, άρχισαν τα προβλήματα υγείας του Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος οδηγήθηκε εσπευσμένα, στο νοσοκομείο Χέρφιλντ του Λονδίνου και υπεβλήθη σε σοβαρή εγχείρηση ανοιχτής καρδιάς από τον διάσημο καρδιοχειρουργό Μαγκντί Γιακούμπ.

Τα γεγονότα αυτά οδήγησαν στην πτώση του ΠΑΣΟΚ κατά τις εκλογές της 18ης Ιουνίου 1989. Η κοινοβουλευτική πλειοψηφία, που συγκροτήθηκε από την Νέα Δημοκρατία του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και τον ενιαίο Συνασπισμό της Αριστεράς υπό τους Χαρίλαο Φλωράκη και Λεωνίδα Κύρκο, παρέπεμψε τον Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο για το σκάνδαλο Κοσκωτά, μαζί με τους τέως υπουργούς των κυβερνήσεών του Αγαμέμνονα Κουτσόγιωργα, Δημήτρη Τσοβόλα και Γιώργο Πέτσο.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου σε ομιλία του ενώπιον τής Βουλής δεν αρνήθηκε τις πολιτικές του ευθύνες και θεώρησε την παραπομπή του στο Ειδικό Δικαστήριο, ως πολιτική δίωξη που είχε ως στόχο την πολιτική του εξόντωση και την διάλυση του ΠΑΣΟΚ. Δεν μετείχε στην ακροαματική διαδικασία (16/3/1991 – 16/1/ 1992), η οποία μεταδόθηκε τηλεοπτικά και απασχόλησε επί δεκάμηνο την κοινή γνώμη. Με την έκδοση της αθωωτικής απόφασης του Ειδικού Δικαστηρίου με ψήφους 7-6, ως προς τον Ανδρέα Παπανδρέου, έκλεισε ένα κεφάλαιο της ελληνικής πολιτικής ζωής, που έμεινε στην ιστορία ως «Κάθαρση» ή «Βρώμικο’89». Στο διάστημα αυτό ο Ανδρέας Παπανδρέου πήρε διαζύγιο από την δεύτερη σύζυγό του Μαργαρίτα και νυμφεύτηκε σε τρίτο γάμο την αεροσυνοδό Δήμητρα Λιάνη (γεν.1955), μια σχέση που απασχόλησε εκτενώς τον κουτσομπολίστικο Τύπο.

Η τρίτη κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου

Η ακροαματική διαδικασία και η έκβαση της δίκης επέτρεψε στον Ανδρέα Παπανδρέου να θέσει ζήτημα παραπλάνησης του εκλογικού σώματος κατά τις τρεις βουλευτικές εκλογές τού 1989-1990, που έδωσαν τελικά οριακή κοινοβουλευτική πλειοψηφία στην Νέα Δημοκρατία του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.

Στις πρόωρες εκλογές της 10ης Οκτωβρίου 1993, που προκηρύχθηκαν μετά την παραίτηση της κυβέρνησης Μητσοτάκη λόγω έντονων εσωκομματικών προβλημάτων, το ΠΑΣΟΚ επανήλθε θριαμβευτικά στην εξουσία με ποσοστό 46,82% και ο Ανδρέας Παπανδρέου σχημάτισε την τρίτη του κυβέρνηση. Θα κυβερνήσει για δύο περίπου χρόνια, καθώς τον Νοέμβριο του 1995 θα μεταφερθεί στο Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο με σοβαρά προβλήματα υγείας, τα οποία τον οδήγησαν να παραιτηθεί από την πρωθυπουργία στις 17 Ιανουαρίου 1996. Το διάστημα αυτό τον αναπλήρωνε ο υπουργός Εσωτερικών Άκης Τσοχατζόπουλος. Μετά τη βελτίωση που παρουσίασε η κατάσταση της υγείας του βγήκε από το νοσοκομείο τον Μάρτιο του ίδιου έτους.

Κατά την διάρκεια της τρίτης κυβερνητικής του θητείας, ο Ανδρέας Παπανδρέου Παπανδρέου, ακολούθησε μια συνετή και σφιχτή οικονομική πολιτική, ενόψει ΟΝΕ,ενώ στα θετικά της κυβέρνησή του καταγράφεται η δημιουργία του ΑΣΕΠ για την αξιοκρατική πρόσληψη των δημοσίων υπαλλήλων (Νόμος Πεπονή). Στην εξωτερική πολιτική, ανακοινώνεται το Ενιαίο Αμυντικό Δόγμα Ελλάδας-Κύπρου και επιβάλλεται εμπάργκο στην ΠΓΔΜ.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου άφησε την τελευταία του πνοή τα ξημερώματα της 23ης Ιουνίου 1996 από ανακοπή καρδιάς, σε ηλικία 77 ετών.

Ανδρέας Παπανδρέου

Ο Ανδρέας Παπανδρέου σφράγισε με την παρουσία και την πολιτική του δράση την περίοδο της Μεταπολίτευσης και αναδείχθηκε ένας από τους πιο επιδραστικούς πολιτικούς στην νεότερη ιστορία της Ελλάδας. Οικονομολόγος διεθνούς φήμης, με θητεία σε αμερικάνικα και ευρωπαϊκά πανεπιστήμια, ασχολήθηκε με την πολιτική από τα μέσα της δεκαετίας του εξήντα μέσα από τις τάξεις της Ένωσης Κέντρου (το κόμμα που συνίδρυσε και ηγήθηκε ο πατέρας του Γεώργιος Παπανδρέου) και μετά την επάνοδο της δημοκρατίας το 1974, ίδρυσε το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα (ΠΑΣΟΚ), που έμελλε να παίξει καθοριστικό ρόλο στα πολιτικά πράγματα της χώρας, προτού αρχίσει η κατάρρευσή του εξαιτίας των μνημονίων και της οικονομικής κρίσης.

Χαρισματική προσωπικότητα με φανατικούς οπαδούς και εξίσου ορκισμένους εχθρούς, διετέλεσε πρωθυπουργός της Ελλάδας από τις 21 Οκτωβρίου 1981 έως τις 2 Ιουλίου 1989 και από τις 13 Οκτωβρίου 1993 έως τις 17 Ιανουαρίου 1996, οπότε υπέβαλε την παραίτησή του για λόγους υγείας. Συνολικά παρέμεινε στο τιμόνι της χώρας 10 χρόνια (παρά 15 ημέρες), γεγονός που τόν κατατάσσει στην τέταρτη θέση του πίνακα με τους μακροβιότερους έλληνες πρωθυπουργούς, πίσω από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, τον Ελευθέριο Βενιζέλο και τον Χαρίλαο Τρικούπη.

Η γέννηση και η φυγή από την Ελλάδα

Ο Ανδρέας Παπανδρέου γεννήθηκε στη Χίο, στις 5 Φεβρουαρίου 1919, όπου υπηρετούσε ο πατέρας του Γεώργιος Παπανδρέου, ως γενικός διοικητής των Νήσων του Αιγαίου , διορισμένος από την κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου. Μητέρα του ήταν η Σοφία Μινέικο (1887-1981), κόρη του φιλέλληνα πολωνού αξιωματικού Ζίγκμουντ Μινέικο, ο οποίος είχε ριζώσει στην Ελλάδα και νυμφευτεί ελληνίδα.

Φύσει ανήσυχο και ζωηρό πνεύμα, ο Ανδρέας Παπανδρέου συλλαμβάνεται για πρώτη φορά από την δικτατορία Μεταξά, ως μαθητής του Κολεγίου Αθηνών, για τις αριστερές του ιδέες και για δεύτερη φορά τον Μάρτιο του 1939 ως φοιτητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Αφού πέρασε αρκετές ημέρες στην απομόνωση, αποφυλακίζεται και τον Ιούλιο αναχωρεί για τις ΗΠΑ, με ελάχιστα χρήματα στην τσέπη του.

Λίγο καιρό μετά την άφιξή του στην Αμερική αρχίζει σπουδές Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, από το οποίο έλαβε διδακτορικό δίπλωμα το 1943. Ειδικεύτηκε στην Οικονομική Θεωρία και Μέθοδο, στην Βιομηχανική Οργάνωση, στα Συγκριτικά Οικονομικά Συστήματα, στην Θεωρία και Μέθοδο Οικονομικής Πολιτικής και Προγραμματισμού, καθώς και στην Οικονομική Ανάπτυξη.

Μετά τέσσερα χρόνια παραμονής στις ΗΠΑ έλαβε την αμερικανική υπηκοότητα και την ίδια χρονιά κατατάχθηκε ως εθελοντής στο αμερικανικό Ναυτικό, μεσούντος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Μετά την αφυπηρέτησή του ακολούθησε πανεπιστημιακή καριέρα ως καθηγητής, στα Πανεπιστήμια Χάρβαρντ, Μινεσότας, Νορθγουέστερν και Μπέρκλεϊ, στο οποίο διετέλεσε κοσμήτορας της οικονομικής σχολής (1956-1959).

Το 1941, σε ηλικία 22 ετών, νυμφεύτηκε για πρώτη φορά με την μετέπειτα ψυχίατρο Χριστίνα Ρασσιά, ένα γάμος που θα κρατήσει 10 χρόνια και θα καταλήξει σε διαζύγιο. Εν τω μεταξύ είχε γνωρίσει την νεαρή Μαργαρίτα Τσαντ, την οποία θα νυμφευτεί τον ίδιο χρόνο και μαζί της θα αποκτήσει τέσσερα παιδιά: τον Γιώργο (γεν. 1952), την Σοφία (γεν. 1954), τον Νίκο (γεν.1956) και τον Ανδρέα (γεν.1959).

Η επιστροφή στην Ελλάδα και η ανάμιξη στην πολιτική

Την περίοδο 1959-1960 επισκέφθηκε την Ελλάδα με αποστολή των ιδρυμάτων Φουλμπράιτ και Γκουγκενχάιμ, για να μελετήσει την ελληνική οικονομία. Προσκλήθηκε τότε από τον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή και ανέλαβε την διεύθυνση του Κέντρου Οικονομικών Ερευνών (1960-1964), το οποίο με δική του εισήγηση μετεξελίχθηκε στο Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ). Συγχρόνως διετέλεσε οικονομικός σύμβουλος τής Τράπεζας της Ελλάδος έως το 1962.

Τα χρόνια εκείνα έκανε τα πρώτα του βήματα στην πολιτική, μέσα από τις τάξεις της Ένωσης Κέντρου. Στις εκλογές της 16ης Φεβρουαρίου 1964, τις οποίες κέρδισε θριαμβευτικά η Ένωση Κέντρου με ποσοστό 52,72%, έθεσε για πρώτη φορά υποψηφιότητα για βουλευτής και εξελέγη πανηγυρικά στην περιφέρεια Αχαΐας. Στην κυβέρνηση που σχημάτισε ο πατέρας του διετέλεσε υπουργός Προεδρίας της Κυβερνήσεως (19/2/1964 - 5/6/1964) και αναπληρωτής υπουργός Συντονισμού με υπουργό τον Στέφανο Στεφανόπουλο (5/6/1964 - 19/11/1964). Στο υπουργείο αυτό θα περάσει την πρώτη του μεγάλη δοκιμασία, όταν η ΕΡΕ θα τον κατηγορήσει - χωρίς τελικά να αποδειχθεί - πως ανέθεσε χαριστικά σε φίλο του το πολεοδομικό σχέδιο της Πάτρας («Σκάνδαλο Σκιαδαρέση»)

Οι νεωτεριστικές πολιτικές του θέσεις, που έρχονταν σε σύγκρουση με εκείνες άλλων στελεχών της Ενώσεως Κέντρου, προκαλούν αντιδράσεις οι οποίες εκφράστηκαν με ιδιαίτερη οξύτητα και βαρύτατους χαρακτηρισμούς από τις στήλες της εφημερίδας «Ελευθερία», η οποία ανήκε στον κεντρώο χώρο. Η παραίτηση τού Ανδρέα Παπανδρέου από το υπουργικό αξίωμα επέφερε προσωρινή αναστολή στην κρίση που ήδη σοβούσε στο κυβερνών κόμμα. Ο Ανδρέας Παπανδρέου αφιερώθηκε έκτοτε στην προσπάθεια να δώσει μορφή και έκφραση στην κεντροαριστερή πτέρυγα της Ένωσης Κέντρου. Επανήλθε στην κυβέρνηση ως αναπληρωτής υπουργός Συντονισμού στις 29 Απριλίου1965 και παρέμεινε σ’ αυτήν μέχρι την πτώση της, στις 15 Ιουλίου του ίδιου χρόνου. Μετά την ανάληψη και πάλι υπουργικών καθηκόντων κατηγορήθηκε ως εμπνευστής στρατιωτικής συνωμοσίας (υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ). Ακολούθησε κλιμακούμενη πολιτική ένταση, που κορυφώθηκε με τα «Ιουλιανά» του 1965, την παραίτηση της κυβέρνησης Παπανδρέου μετά την ρήξη του με το Παλάτι και την επακολουθήσασα «Αποστασία» με τις αλλεπάλληλες θνησιγενείς κυβερνήσεις.

Η πολιτική αντιπαράθεση εξακολούθησε να οξύνεται με αμείωτο ρυθμό, ενώ άρχισαν να ακούγονται και οι πρώτες καταγγελίες για τον κίνδυνο πολιτειακής εκτροπής. Ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο οποίος δεν έπαυε να καταγγέλλει τον θρόνο και εξωελληνικούς παράγοντες ως αιτίες της ανώμαλης κατάστασης και να συνεγείρει τον κόσμο τής κεντροαριστεράς για την ανάγκη προάσπισης τών δημοκρατικών θεσμών με συνθήματα όπως «Η Ελλάδα στους Έλληνες», «Ο Στρατός στο Έθνος», αποτελούσε πρωταρχικό στόχο τών αντιπάλων του, που τόν κατηγορούσαν ως εχθρό της ομαλότητας.

Τα χρόνια της χούντας

Με την επιβολή του πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου 1967, ο Ανδρέας Παπανδρέου συνελήφθη με περιπετειώδη τρόπο στο σπίτι του στο Ψυχικό και κρατήθηκε στις φυλακές Αβέρωφ μέχρι τον Δεκέμβριο, οπότε το στρατιωτικό καθεστώς χορήγησε αμνηστία και τόν άφησε ελεύθερο. Τον Ιανουάριο του 1968 τού δόθηκε άδεια να αναχωρήσει στο εξωτερικό. Στα επτά περίπου χρόνια τής απουσίας του από την Ελλάδα ο Ανδρέας Παπανδρέου ανέπτυξε εντονότατη και πολύπλευρη αντιστασιακή δράση κατά τού δικτατορικού καθεστώτος των Αθηνών.

Ένα μήνα αργότερα, στις 27 Φεβρουαρίου, ίδρυσε το Πανελλήνιο Απελευθερωτικό Κίνημα (ΠΑΚ), με αρχική έδρα την Στοκχόλμη και με τη θερμή συμπαράσταση των κυβερνήσεων της Σουηδίας. Ο ίδιος πίστευε ότι η ανατροπή της χούντας των συνταγματαρχών θα ήταν δυνατή μόνον έπειτα από συνεχή και συνεπή λαϊκό αγώνα. Οι ιδεολογικοί στόχοι αυτού του αγώνα είχαν ως τελικό σκοπό τον ριζικό μετασχηματισμό της κοινωνικής και πολιτικής δομής της Ελλάδας και τον αναπροσανατολισμό των διεθνών της σχέσεων.

Εκτός από την αντιστασιακή του δράση, τα χρόνια της εξορίας του, δίδαξε ως καθηγητής Οικονομικών στα πανεπιστήμια Στοκχόλμης (1968-1969) και Γιορκ (1969-1974). Κατά την διάρκεια της παραμονής του στην Σουηδία απέκτησε το πέμπτο παιδί του, την Αιμιλία Νίμπλουμ (γεν. 1969), που ήταν καρπός του έρωτά του με την ηθοποιό και τηλεπαρουσιάστρια Ράνια Νίμπλουμ (1930-2017).

Η επιστροφή του στην Ελλάδα και η ίδρυση του ΠΑΣΟΚ

Στην Ελλάδα επέστρεψε ένα περίπου μήνα μετά την πτώση της χούντας, στις 16 Αυγούστου 1974, και έγινε δεκτός με ενθουσιασμό από χιλιάδες ομοϊδεάτες του που κατέκλυσαν το αεροδρόμιο του Ελληνικού. Έχοντας αποστασιοποιηθεί από την Ένωση Κέντρου, ίδρυσε, στις 3 Σεπτεμβρίου, το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα (ΠΑΣΟΚ), στο οποίο εντάχθηκαν πολιτικές δυνάμεις προερχόμενες από το ΠΑΚ, αντιστασιακές ομάδες καθώς και προσωπικότητες από την
ευρύτερη δημοκρατική παράταξη.

Η «Διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη», αποτέλεσε την ιδεολογικοπολιτική πυξίδα πλαίσιο του κινήματος, που συνοψίζεται στο τετράπτυχο «»Εθνική Ανεξαρτησία - Λαϊκή Κυριαρχία - Κοινωνική Απελευθέρωση-Δημοκρατική διαδικασία. Όπως τόνισε ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο «βασικός κυριαρχικός στόχος του κινήματος είναι η δημιουργία μιας πολιτείας απαλλαγμένης από ξένο έλεγχο ή επεμβάσεις, πολιτείας απαλλαγμένης από έλεγχο ή επιρροή της οικονομικής ολιγαρχίας.

Στις εκλογές της 17ης Νοεμβρίου 1974, το ΠΑΣΟΚ συγκέντρωσε το 13,58% των ψήφων (πίσω από την θριαμβεύσασα ΝΔ και την ΕΚΝΔ που κατέλαβε την θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης), προς μεγάλη απογοήτευση του ιδρυτή του, που στόχευε σε μεγαλύτερα ποσοστά, έχοντας κατέλθει με το μαξιμαλιστικό σύνθημα «Στις 18 σοσιαλισμός». Ο Ανδρέας Παπανδρέου εξελέγη βουλευτής Θεσσαλονίκης (1974-1977) και μέχρι τον θάνατό του επανεκλεγόταν στην Α' Αθηνών (1977-1989) και στην Β’ Αθηνών (1989-1996).

Στο διάστημα μέχρι τις επόμενες εκλογές, ξεκαθάρισε απόλυτα το εσωκομματικό τοπίο και επέβαλε την κυριαρχία του, διαγράφοντας πολλά επιφανή στελέχη που τον κατηγορούσαν για έλλειψη εσωκομματικής δημοκρατίας, Οι οξύτατοι αντιπολιτευτικοί του τόνοι στόχευαν όχι μόνο στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή, αλλά και στην ΕΚ-ΝΔ, την οποία επιδίωκε να εξαφανίσει από τον πολιτικό χάρτη και να κυριαρχήσει με το ΠΑΣΟΚ στον χώρο του κέντρου και της κεντροαριστεράς.

Στις εκλογές της 20ης Νοεμβρίου 1977, το ΠΑΣΟΚ διπλασίασε τα ποσοστά του (25.34%) και κατέστη αξιωματική αντιπολίτευση αρχίζοντας την φρενήρη πορεία του προς την εξουσία. Οι θέσεις του ΠΑΣΟΚ διατυπώθηκαν συνολικά στην προεκλογική διακήρυξη των εκλογών τού 1981 με την «Διακήρυξη Κυβερνητικής Πολιτικής» (γνωστότερη ως «Συμβόλαιο με τον Λαό»).

Το ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση, ο λαός στην εξουσία

Στις εκλογές της 18ης Οκτωβρίου 1981, το ΠΑΣΟΚ, πέτυχε συντριπτική νίκη συγκεντρώνοντας το 48,06% των ψήφων και 172 έδρες στην Βουλή. Έτσι ο Ανδρέας Παπανδρέου έγινε πρωθυπουργός της χώρας και σχημάτισε την πρώτη αριστερή κυβέρνηση στην ιστορία του ελληνικού κράτους. Παράλληλα ανέλαβε την διεύθυνση του υπουργείο Εθνικής Άμυνας (1981-1985), προκειμένου να καθησυχάσει το στράτευμα.

Η πρώτη κυβερνητική τετραετία του ΠΑΣΟΚ χαρακτηρίστηκε από σημαντικές αλλαγές σε πολλούς τομείς της εσωτερικής πολιτικής (πολιτικός γάμος, μονοτονικό, αλλαγές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, ΕΣΥ, αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης κ.α). Η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική με δανεικό χρήμα, μπορεί να ανακούφισε τους «μη προνομιούχους» Έλληνες, αλλά άρχισε να επιβαρύνει σημαντικά το δημόσιο χρέος. Στα ζητήματα τής εξωτερικής πολιτικής ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε ως άξονα την «ανεξάρτητη και πολυδιάστατη ελληνική πολιτική» καθώς και την εφαρμογή στα Βαλκάνια μιας πάγιας πολιτικής ειρήνης και φιλίας. Πέρα από τους πολιτικούς αυτούς χειρισμούς προχώρησε και σε ευρύτερα πλαίσια, ευρωπαϊκά και διεθνή (απύραυλες ζώνες, Τρίτος Κόσμος, «Πρωτοβουλία τών Έξι», κ.λπ.), για τα οποία κατηγορήθηκε από τους αντιπάλους του ότι «απομόνωσαν την χώρα από τους φυσικούς συμμάχους της». Πάντως, οι αμερικανικές βάσεις δεν θα φύγουν από την Ελλάδα, η χώρα θα παραμείνει στην ΕΟΚ και ο Ανδρέας Παπανδρέου θα πετύχει την θεσμοθέτηση από την Κοινότητα ενός νέου αναπτυξιακού εργαλείου με την ονομασία Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα (ΜΟΠ).

Η δεύτερη κυβερνητική θητεία του Ανδρέα Παπανδρέου

Η πρώτη πρωθυπουργική θητεία του Ανδρέα Παπανδρέου ολοκληρώθηκε με την πρόταση του για μια περιορισμένη συνταγματική αναθεώρηση, που αποσκοπούσε πρώτιστα στην αποδυνάμωση τών εξουσιών του Προέδρου τής Δημοκρατίας και εκ των πραγμάτων στην ενδυνάμωση της πολιτικής θέσης του πρωθυπουργού, Ακολούθησε η πρόταση αντικατάστασης του τότε Προέδρου τής Δημοκρατίας Κωνσταντίνου Καραμανλή με τον αρεοπαγίτη Χρήστο Σαρτζετάκη. Οι κυβερνητικές επιδιώξεις, για τις οποίες αντέδρασε με σφοδρότητα η Νέα Δημοκρατία, επικυρώθηκαν πολιτικά από τις εκλογές τής 2ας Ιουνίου 1985, κατά τις οποίες το ΠΑΣΟΚ συγκέντρωσε το 45,82% των ψήφων και 161 έδρες. Ο Ανδρέας Παπανδρέου σχημάτισε την δεύτερη κυβέρνησή του αρχίζοντας παράλληλα ένα διετές πρόγραμμα λιτότητας.

Το 1988, ξέσπασε το σκάνδαλο Κοσκωτά, στο οποίο ενεπλάκησαν στελέχη της κυβέρνησης, αλλά και ο ίδιος ο Ανδρέας Παπανδρέου. Ακολούθησε περίοδος μεγάλης πολιτικής έντασης. Την ίδια χρονιά, άρχισαν τα προβλήματα υγείας του Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος οδηγήθηκε εσπευσμένα, στο νοσοκομείο Χέρφιλντ του Λονδίνου και υπεβλήθη σε σοβαρή εγχείρηση ανοιχτής καρδιάς από τον διάσημο καρδιοχειρουργό Μαγκντί Γιακούμπ.

Τα γεγονότα αυτά οδήγησαν στην πτώση του ΠΑΣΟΚ κατά τις εκλογές της 18ης Ιουνίου 1989. Η κοινοβουλευτική πλειοψηφία, που συγκροτήθηκε από την Νέα Δημοκρατία του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και τον ενιαίο Συνασπισμό της Αριστεράς υπό τους Χαρίλαο Φλωράκη και Λεωνίδα Κύρκο, παρέπεμψε τον Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο για το σκάνδαλο Κοσκωτά, μαζί με τους τέως υπουργούς των κυβερνήσεών του Αγαμέμνονα Κουτσόγιωργα, Δημήτρη Τσοβόλα και Γιώργο Πέτσο.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου σε ομιλία του ενώπιον τής Βουλής δεν αρνήθηκε τις πολιτικές του ευθύνες και θεώρησε την παραπομπή του στο Ειδικό Δικαστήριο, ως πολιτική δίωξη που είχε ως στόχο την πολιτική του εξόντωση και την διάλυση του ΠΑΣΟΚ. Δεν μετείχε στην ακροαματική διαδικασία (16/3/1991 – 16/1/ 1992), η οποία μεταδόθηκε τηλεοπτικά και απασχόλησε επί δεκάμηνο την κοινή γνώμη. Με την έκδοση της αθωωτικής απόφασης του Ειδικού Δικαστηρίου με ψήφους 7-6, ως προς τον Ανδρέα Παπανδρέου, έκλεισε ένα κεφάλαιο της ελληνικής πολιτικής ζωής, που έμεινε στην ιστορία ως «Κάθαρση» ή «Βρώμικο’89». Στο διάστημα αυτό ο Ανδρέας Παπανδρέου πήρε διαζύγιο από την δεύτερη σύζυγό του Μαργαρίτα και νυμφεύτηκε σε τρίτο γάμο την αεροσυνοδό Δήμητρα Λιάνη (γεν.1955), μια σχέση που απασχόλησε εκτενώς τον κουτσομπολίστικο Τύπο.

Η τρίτη κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου

Η ακροαματική διαδικασία και η έκβαση της δίκης επέτρεψε στον Ανδρέα Παπανδρέου να θέσει ζήτημα παραπλάνησης του εκλογικού σώματος κατά τις τρεις βουλευτικές εκλογές τού 1989-1990, που έδωσαν τελικά οριακή κοινοβουλευτική πλειοψηφία στην Νέα Δημοκρατία του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη.

Στις πρόωρες εκλογές της 10ης Οκτωβρίου 1993, που προκηρύχθηκαν μετά την παραίτηση της κυβέρνησης Μητσοτάκη λόγω έντονων εσωκομματικών προβλημάτων, το ΠΑΣΟΚ επανήλθε θριαμβευτικά στην εξουσία με ποσοστό 46,82% και ο Ανδρέας Παπανδρέου σχημάτισε την τρίτη του κυβέρνηση. Θα κυβερνήσει για δύο περίπου χρόνια, καθώς τον Νοέμβριο του 1995 θα μεταφερθεί στο Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο με σοβαρά προβλήματα υγείας, τα οποία τον οδήγησαν να παραιτηθεί από την πρωθυπουργία στις 17 Ιανουαρίου 1996. Το διάστημα αυτό τον αναπλήρωνε ο υπουργός Εσωτερικών Άκης Τσοχατζόπουλος. Μετά τη βελτίωση που παρουσίασε η κατάσταση της υγείας του βγήκε από το νοσοκομείο τον Μάρτιο του ίδιου έτους.

Κατά την διάρκεια της τρίτης κυβερνητικής του θητείας, ο Ανδρέας Παπανδρέου Παπανδρέου, ακολούθησε μια συνετή και σφιχτή οικονομική πολιτική, ενόψει ΟΝΕ,ενώ στα θετικά της κυβέρνησή του καταγράφεται η δημιουργία του ΑΣΕΠ για την αξιοκρατική πρόσληψη των δημοσίων υπαλλήλων (Νόμος Πεπονή). Στην εξωτερική πολιτική, ανακοινώνεται το Ενιαίο Αμυντικό Δόγμα Ελλάδας-Κύπρου και επιβάλλεται εμπάργκο στην ΠΓΔΜ.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου άφησε την τελευταία του πνοή τα ξημερώματα της 23ης Ιουνίου1996 από ανακοπή καρδιάς, σε ηλικία 77 ετών.

Ανδρέας Παπανδρέου

Σαν σήμερα, 23 Ιουνίου του 19996, έφυγε από τη ζωή ο ιστορικός ηγέτης του ΠΑΣΟΚ Ανδρέας Παπανδρέου.

Στο εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο του «Η Αλλαγή τελείωσε νωρίς»(*) ο Παρασκευάς Αυγερινός περιγράφει τη μάχη εξουσίας που διαδραματίστηκε στο Ωνάσειο λίγους μήνες πριν ο Ανδρέας Παπανδρέου φύγει από τη ζωή.

Tο βράδυ της 22ας Δεκεμβρίου, ενώ ο Αντρέας Παπανδρέου βρισκόταν επί ένα μήνα  στην εντατική στο Ωνάσειο, ο ιατρός του Δημήτρης Kρεμαστινός, ενημέρωσε την Δήμητρα Λιάνη ότι οι πιθανότητες να ζήσει ο σύζυγος της ήταν μόλις 5%. Tην ίδια ακριβώς φράση η κυρία Λιάνη είχε ακούσει από τον θεράποντα ιατρό του έξι χρόνια πριν, στο Γενικό Kρατικό. «Δεν είσαι καλά, δεν ξέρετε τι σας γίνεται, ο Aνδρέας θα ζήσει», απάντησε σε έξαλλη κατάσταση, αλλά και έτοιμη να καταρρεύσει.

O Kρεμαστινός δεν επέμεινε, είχε κάνει το χρέος του. Λίγο νωρίτερα έχει ενημερώσει σχετικά τον βουλευτή του ΠΑΣΟΚ Γιώργο Λιάνη, ζητώντας του να προετοιμάσει την εξαδέλφη του. Eπρόκειτο για θέση ολόκληρου του ιατρικού συμβουλίου: ο Aνδρέας Παπανδρέου είχε τελειώσει. Tο ερώτημα «από τι», για όσους γνώριζαν, ήταν ρητορικό. O πρωθυπουργός έπασχε από τόσα πολλά, ώστε κάποια κρίση ενός συστήματος ήταν ικανή να τον στείλει στον τάφο. Aυτό το ήξερε και η Δήμητρα, έτσι απέφυγε να μπει σε αναλυτικές συζητήσεις περί των αιτιών που θα ήταν μοιραίες για τον Aνδρέα.

Όλο αυτό τον καιρό, από την εισαγωγή του στο νοσοκομείο στις 21 Nοεμβρίου, ο Aνδρέας δεν είχε καμία ουσιαστική επαφή με το τι πραγματικά συνέβαινε μέσα στο ΠAΣOK, στην κυβέρνηση ή τι έγραφαν τα MME. Όλοι όσοι μιλούσαν μαζί του για λίγο στην εντατική, φρόντιζαν να του λένε γενικότητες, τέτοιες που δεν θα του  προκαλούσαν σύγχυση ή ταραχή, μοιραίες ενδεχομένως για την εξέλιξη της υγείας του. «Όλα καλά πρόεδρε», «όλα ελέγχονται πρόεδρε», και άλλα συναφή ήταν η καθημερινή του πληροφόρηση, τις λίγες ώρες που επικοινωνούσε με το περιβάλλον.

Αντίθετα με ότι συμβαίνει στις κανονικές χώρες, όπου η μάχη για την εξουσία δίνεται στην Βουλή, στις εκλογές ή στους δρόμους, στην Ελλάδα του 1995 είχε μεταφερθεί στο Ωνάσειο. Δεν ήταν μόνο τα μέσα ενημέρωσης που είχαν στρατοπεδεύσει εκεί, αναμεταδίδοντας ιατρικά ανακοινωθέντα, φήμες ή κατευθυνόμενες πληροφορίες και διαρροές από όσους ανταγωνίζονταν για την εξουσία: την σύζυγο του που είχε τους προηγούμενες μήνες κάνει φανερές τις πολιτικές της βλέψεις, την παλιά οικογένεια (η πρώην σύζυγος του Mαργαρίτα  και ο γαμπρός του Kατσανέβας κυρίως) που ήθελε να εξοβελίσει την Δήμητρα Λιάνη, τα διάφορα κέντρα εξουσίας μέσα στο ΠΑΣΟΚ και τους δελφίνους, που έπαιρναν θέση  μπροστά στην αναπόφευκτη κούρσα διαδοχής.

Ανάμεσα στους τελευταίους ξεχώριζαν ο Άκης Τσοχατζόπουλος, ο Γεράσιμος Αρσένης και η ομάδα των τεσσάρων (Σημίτης, Πάγκαλος, Bάσω Παπανδρέου, Aυγερινός) που ζητούσε να ξεκινήσουν αμέσως οι διαδικασίες της διαδοχής. Oι «τέσσερις» είχαν πληροφορηθεί  για την κατάσταση της υγείας του Aνδρέα, ήξεραν ότι πριν βγει το 95 θα υπάρξει κατά πάσα πιθανότητα σοβαρό επεισόδιο με την υγεία του, και προετοιμάζονταν για τις εξελίξεις.

Μπορεί από το εντευκτήριο του νοσοκομείου να πέρασε το «όλο ΠΑΣΟΚ», αλλά η πηγή της εξουσίας βρισκόταν στο πρώτο όροφο: όσοι είχαν το προνόμιο να επισκέπτονται τον πρόεδρο τους στην εντατική και να ανταλλάξουν δυο λόγια μαζί του, ήταν οι ευνοημένοι της εξουσίας. Και τις άδειες εισόδου στην εντατική έδινε η σύζυγος του πρωθυπουργού που είχε εγκατασταθεί σε ένα διπλανό δωμάτιο του πρώτου ορόφου: ήδη διευθύντρια του γραφείου του Αντρέα Παπανδρέου μετά την νίκη στις εκλογές του 1993, η Δήμητρα Λιάνη κρατούσε προσωρινά την εξουσία στα χέρια της. Δεν ήταν επαρκώς προετοιμασμένη για να μπει στη μάχη, αν ο Αντρέας έφευγε από την μέση: η προγραμματισμένη εκστρατεία για την ανάδειξη του πολιτικού προφίλ της είχε ανασταλεί λόγω του περιστατικού στη Πάτμο και της εισαγωγής του πρωθυπουργού στο Ωνάσειο. Η επιβίωση του πρωθυπουργού ήταν απαραίτητη και για την επιβίωση των δικών της πολιτικών σχεδίων. 

Η Δήμητρα Λιάνη είχε πλαισιωθεί από ανθρώπους που πίστευαν ότι είχε πολιτικές ικανότητες και μέλλον. Ανάμεσα τους ήταν 2 ιερωμένοι που ήταν θιασώτες και αυτοί- όπως η τότε δημοσιογράφος και νυν βουλευτής του ΚΚΕ Λιάνα Kανέλλη - της εκδοχής να αναδειχθεί η Δήμητρα στην πρώτη Eλληνίδα ηγέτιδα, δημιουργώντας δικό της κόμμα, αφού το ΠAΣOK δεν θα υπάρξει μετά τον Αντρέα. Η αν υπάρξει θα διασπαστεί στη συνέχεια σε κομματίδια ημιμαθών και κακέκτυπων του ιδρυτή του. Την ομάδα πλαισίωναν κάποιοι συνάδελφοι της από την Ολυμπιακή την εποχή που ήταν αεροσυνοδός. Αντίθετα ο αστρολόγος Μάνος Θωμαδάκης, που είχε παίξει σημαντικό ρόλο στις νοσηλείες Παπανδρέου την περίοδο 88-89, είχε απομακρυνθεί από τον στενό κύκλο. Η κυρία Λιάνη είχε εκνευριστεί και διέκοψε τις επαφές μαζί του, όταν ο αστρολόγος της πρωθυπουργικής αυλής προέβλεψε ότι ο πρόεδρος θα αρρωστήσει σοβαρά. Η Δήμητρα Λιάνη πίστευε και στο ξεμάτιασμα μιας  Αρμένισσας, με την οποία τηλεφωνιόταν τουλάχιστον 15 φορές ημερησίως.

Aπό την αρχή της νοσηλείας, η παρουσία συμβόλων θρησκευτικών αλλά και παγανιστικών στον θάλαμο νοσηλείας του Aνδρέα, ήταν έντονη. Oι δύο ιερείς δεν πρόφταιναν να ταξινομούν τις εικόνες, τα κομπολόγια και τα κομποσκοίνια και όσα άλλα σχετικά κατέφθαναν απ' όλη την Eλλάδα. Πιστοί του Aντρέα, αλλά και απλοί γνώστες της αδυναμίας που είχε η Δήμητρα στα τελετουργικά έστελναν ότι εκτιμούσαν ότι θα θεραπεύσει τον πρόεδρο. Όλα αυτά έπαιρναν, αργά αλλά σταθερά τη θέση τους πάω και γύρω απ' το κρεβάτι του προέδρου, με αποτέλεσμα ο ίδιος να μοιάζει με άγιο προσφάτως μαρτυρήσαντα, πλαισιωμένος από εικόνες, τάματα και χαϊμαλιά.

Tον περισσότερο χρόνο εκείνος βρισκόταν σε βυθιότητα, ή τεχνητή ύπνωση κατά την έκφραση του Kρεμαστινού, μη μπορώντας να δει και να καταλάβει τι εικόνα παρουσίαζε το κρεβάτι του. Bεβαίως γιατροί και νοσοκόμες, είχαν πει αρκετές φορές με διακριτικό τρόπο στη Δήμητρα ότι ίσως όλα αυτά είναι επικίνδυνα αφού δεν γίνεται να απολυμανθούν, αλλά εκείνη θεωρούσε ότι αυτά ακριβώς θα προσφέρουν τη γιατρειά στον πρόεδρο, πιστεύοντας ότι είναι μεγάλη ασέβεια να απομακρύνεις εικόνα ή κομποσκοίνι από το προσκέφαλο ή τον ουρανό του κρεβατιού ασθενούς.  

Το βράδυ της 24ης Δεκεμβρίου, παραμονή Xριστουγέννων, ο Aντρέας για μια ακόμη φορά διέψευσε τους γιατρούς, «ξεφτίλισε την ιατρική» όπως έλεγε χαρακτηριστικά ο Θύμιος Λιβάνης, εκ των στενών συνεργατών του κ.Kρεμαστινού. Oι τιμές του ασθενούς άρχισαν να βελτιώνονται, χρειαζόταν λιγότερες ώρες τον αναπνευστήρα, άρχισε να επικοινωνεί. Tο «5%» του Kρεμαστινού διαψεύστηκε για δεύτερη φορά μετά το Γενικό Kρατικό το 1989, προς μεγάλη χαρά και του ιδίου. Το πρωί που συνήλθε ο Aντρέας, άνοιξε τα μάτια του και αντίκρισε έκπληκτος πάνω του αυτό το συρφετό συμβόλων που του δημιούργησαν αίσθηση πανικού. Kυριολεκτικά, έβαλε τις φωνές αιφνιδιασμένος και φοβισμένος από το θέαμα. «Μην φωνάζεις καλέ, είναι αμαρτία, αυτά σε γιάτρεψαν» του είπε η Δήμητρα προκαλώντας τη θυμηδία των παρευρισκομένων... 

Tην Tρίτη 26 Δεκεμβρίου, δεύτερη μέρα των Xριστουγέννων, ο πρωθυπουργός μεταφέρθηκε από τον πρώτο όροφο της εντατικής, στον έκτο  όροφο, σε κανονικό δωμάτιο-σουίτα. Όταν του είπαν πόσες μέρες βρίσκεται στο Ωνάσειο εξεπλάγη και ανησύχησε. Eδώ οι τέσσερις τον αμφισβητούσαν και επεδίωκαν την ανατροπή του εκτός νοσοκομείου, όταν ήταν καλύτερα στην υγεία του, δεν θα το κάνουν τώρα που απουσιάζει από την ενεργό δράση πάνω από ένα μήνα; Μόλις μεταφέρθηκε στον έκτο όροφο ρώτησε γιατί δεν υπάρχει τηλεόραση στο δικό του δωμάτιο. Οι γιατροί του απάντησαν ότι προς το παρόν δεν μπορεί να υπάρχει τίποτε άλλο πλην του κρεβατιού και των απαραίτητων ιατρικών μηχανημάτων. 

Όπως δεν μάθαινε τις ειδήσεις, ούτε διάβαζε εφημερίδες ή άκουγε ραδιόφωνο, δεν ήταν σε θέση να ξέρει ότι τα ΜΜΕ είχαν ήδη αναγγείλει την αποχώρηση του από την πρωθυπουργία και την ενεργό πολιτική. Έτσι  ήταν πιο εύκολο να του περάσουν την ιδέα της «έξυπνης παραίτησης»: μια  προσωρινή αποχώρηση από την πρωθυπουργία, ένα διάλειμμα  για λόγους υγείας που θα τελείωνε σύντομα. Το δέχθηκε σαν προσωρινή λύση και αναγκαίο κακό, 20 μέρες μετά την «ανάσταση» του, στις 15 Ιανουαρίου του 1996. Δεν πρόλαβε να επιστρέψει ποτέ στην πρωθυπουργία, όπως ήλπιζε, καθώς σε λίγους μήνες  έφυγε από την ζωή. Αλλά η αδυναμία του να κυβερνήσει, ήδη από την επανεκλογή του το 1993, είχε σφραγίσει τις εξελίξεις και την πορεία της χώρας την δεκαετία του 90.

Πηγή:tvxs

Ο Ανδρέας Παπανδρέου ομιλεί εκ του τάφου του

Τι λέει για Τσίπρα, Μητσοτάκη, Βενιζέλο, Σημίτη, Καραμανλή, τον υιό του Γιώργο και όσα τού καταμαρτυρούν

Γράφει ο Χρήστος Χωμενίδης

Θύματα και εμείς της υπερφορολόγησης των ακινήτων, το αποφασίσαμε με τα πολλά να απαλλαγούμε από το σπίτι των πεθερικών μου.

Δύσκολη, επώδυνη η απόφαση και για τους δυό μας. Δεν έλεγα εγώ να το χωνέψω ότι κοτζάμ οροφοδιαμέρισμα στην κεντρική πλατεία του Περιστερίου θα σκοτωνόταν για λιγότερα από εκατό χιλιάρικα. «Είναι κατασκευή του 1981!» μού εξηγούσε ο μεσίτης. «Διαθέτει τζάκι, επάργυρους ρουμπινέδες και στα δύο μπάνια, ψηφιδωτό με την Αγιά Σοφιά στη βεράντα και θέση πάρκινγκ στην πιλωτή!» του αντιγύριζα. Δεν έδειχνε ίχνος συγκίνησης.

Για τη γυναίκα μου, το πράγμα ήταν ακόμα πιο δύσκολο. Το ρετιρέ εκείνο το'νοιωθε ως πατρικό της. Κι ας το είχαν αγοράσει τον Οκτώβριο του '81, όταν –στα εννιά της- είχε ο πατέρας της κερδίσει το λαϊκό λαχείο. (Στην πραγματικότητα, το λαχείο το είχε αγοράσει μια δευτεροξαδέλφη τους στο πανηγύρι του Άι Μαθιά στην Εύβοια και το'χε δώσει στον Ανέστη να το βάλει στην τσέπη του ενώ εκείνη θα χόρευε τα νησιώτικα. Και το ξέχασε. Και ο πεθερός μου, όταν αποδείχθηκε χρυσό, το υπεξαίρεσε. Αυτό όμως αποτελεί μέγιστο οικογενειακό μας μυστικό...)  

Στο ρετιρέ, τέλος πάντων, στο Περιστέρι, είχε η Μερόπη γευτεί τις πιο μεγάλες συγκινήσεις της εφηβείας και της πρώτης νιότης της: Εκεί είχε πάρει το λόουερ στα δεκατέσσερα. Εκεί, στο πάρτυ της στην τρίτη Γυμνασίου, είχε πρωτοχορέψει μπλουζ. Το «Εγώ κι ο Πουφ», συγκεκριμένα, του Μιχάλη Ρακιντζή. Εκεί –στο κρεββάτι των γονιών της- είχε χάσει την παρθενιά της, παραμονές πανελλαδικών εξετάσεων, με έναν γείτονα της χεβυμεταλά, γεγονός που μου αποκάλυψε μετά τη γέννηση και του δεύτερου γιού μας. Εκεί, τέλος, είχα εμφανιστεί εγώ με ένα τεράστιο μπουκέτο ορχιδέες κι ένα ουίσκυ «Τσίβας» για να ζητήσω το χέρι της.

Βρήκαμε αγοραστή, έναν Αλβανό –άκουσον, άκουσον!- που είχε προκόψει ως ελαιοχρωματιστής στην Ελλάδα.

Προτού υπογράψουμε τα συμβόλαια πήγαμε στο Περιστέρι, την περασμένη Κυριακή, να το αδειάσουμε. Τα πεθερικά μου, πρώτα ο Ανέστης και λίγους μήνες αργότερα η Μπεμπέκα, έχουν πεθάνει προ τετραετίας. Το σπίτι είχε μείνει από τότε κλειστό, σε ποιόν να το νοικιάσεις και για πόσο; - ίσαμε που θα στο φθείρει. Άσε που το εισόδημα απ'τα νοίκια θα σου το φάει η εφορία...

Ντύσαμε τους καναπέδες και το σύνθετο με νάυλον για να τα πάρουν οι βαστάζοι της μεταφορικής. Λύσαμε τα κρεββάτια, βγάλαμε το ψυγείο και τον φούρνο από την πρίζα, ξεκρεμάσαμε τα κάδρα. Η Μερόπη δεν σταματούσε να μιξοκλαίει. Όταν μάλιστα έβγαλε από την πιατοθήκη το σερβίτσιο με τις μεταξοτυπίες του Αλέκου Φασιανού, που το είχε αποκτήσει η μάνα της με τα κουπόνια κάποιας εφημερίδας, ξέσπασε σε λυγμούς. «Πήγαινε εσύ να αδειάσεις το πατάρι!» με διέταξε γιατί με ντρεπόταν.

Ανεβαίνω με τη σκάλα, τρυπώνω ο μισός στο πατάρι κι αρχίζω να κατεβάζω αντικείμενα. Από ένα σημείο και ύστερα, σαν αρχαιολόγος αισθανόμουν στην Αμφίπολη. Ό,τι ενθύμιο, ό,τι τρόπαιο είχαν δρέψει τα πεθερικά μου κατά τη διάρκεια της ζωής τους, το είχαν αποθηκεύσει σε εκείνο το χώρο του ενάμισυ κυβικού μέτρου πάνω από μπάνιο.

Τι το νυφικό της Μπεμπέκας! Τι η επίσημη αφίσα του Γουέμπλεϊ με αυτόγραφο του Ελευθεράκη που ήταν γείτονάς τους! Τι ο δίσκος «Εδώ Πολυτεχνείο», που είχε κυκλοφορήσει αμέσως μετά την Μεταπολίτευση, με τη φωνή της Δαμανάκη! Τι ο Ανέστης αγκαλιά με τον Σταμάτη Κόκοτα, στο τσακίρ-κέφι, στον παλιό «Διογένη»!

Τα ανέσυρα ένα-ένα και τα πετούσα στο πάτωμα. Από τη μια αναρωτιόμουν σε ποιο μουσείο όφειλα να τα δωρίσω. Από την άλλη σκεφτόμουν πως η κάθε ελληνική οικογένεια που σέβεται τον εαυτό της διαθέτει μια ανάλογη συλλογή.

Άπλωσα το μακρύ μου χέρι, άγγιξα τον θερμοσίφωνα και έψαυσα στηριγμένο επάνω του ένα πελώριο κάδρο. Μού βγήκε η πίστη -ακροβατικό έκανα σωστό- για να το βγάλω δίχως να το σπάσω και χωρίς να χάσω την ισορροπία μου και να βρεθώ φαρδύς-πλατύς στο παρκέ. Στο τέλος τα κατάφερα. Το πήρα αγκαλιά και κατέβηκα προσεκτικά τη σκάλα.  

"Tο χωριό στην πόλη το έφερε ο Καραμανλής μετά τον Εμφύλιο. Και το στέγασε όπως-όπως, σε κάτι ελεεινές πολυκατοικίες. Εγώ έδωσα κάθε ευκαιρία σε απλούς ανθρώπους -χωρίς γενεαλογικά δέντρα και πιστοποιητικά φρονημάτων- να εξελιχθούν. Πριν από μένα, εάν ο πατέρας σου ήταν στο ΕΑΜ, δεν είχες στον ήλιο μοίρα..."

Ήταν ένα πορτρέτο του Ανδρέα Παπανδρέου από την πρώτη φορά που κέρδισε τις εκλογές. Μπροστά ο Ανδρέας, όσο ρετουσαρισμένος έπρεπε, πίσω ο ήλιος να σκάει από μια θάλασσα που στραφτάλιζε. Κάτω αριστερά ο πράσινος ήλιος. Και –σαν «Εν Τούτω Νίκα»- το σύνθημα «Ο Λαός Θέλει, το Πασόκ Μπορεί να φέρει την Αλλαγή»... Κορνίζα χρυσοποίκιλτη.

Εντυπωσιάστηκα. Τα πεθερικά μου τα είχα για όπου φυσάει ο άνεμος – όχι σαν τους γονείς μου που είχα γραφτεί στην κλαδική από το 1974... Κοίταζα τον Ανδρέα και μετρούσα σε πόσες συγκεντρώσεις είχα από παιδάκι ανεμίσει σημαίες. Πόσες αφίσες είχα κολλήσει, μέλος της ΠΑΣΠ στο πανεπιστήμιο, τότε που και γκόμενα ακόμα με τα «Κάρμινα Μπουράνα» έβγαζες...

«Α ρε Ανδρέα!» μονολόγησα.

«Α ρε Θανάση!» μου απάντησε. Έμεινα άναυδος.

«Α ρε Ανδρέα!» επανέλαβα.

«Α ρε Θανάση!» ξανάπε το πορτρέτο. Σαν να'δα τα χείλη του να κουνιούνται.

«Μου μιλάς;» έτρεμα όχι τόσο από τρόμο όσο από συγκίνηση.

«Σου μιλάω» επιβεβαίωσε με εκείνη την μπάσα, μεταλλική κάπως φωνή, που συνάρπαζε τα πλήθη.

«Σε εμένα μιλάς;»

«Μιλάω σε όποιον μού μιλάει. Κανείς όμως σχεδόν δεν μου μιλάει πιά. Οι μισοί μιλάνε εκ μέρους μου. Και οι άλλοι μισοί... Οι άλλοι μισοί μιλούν για να με βρίσουν...»

«Πού πήγες, Ανδρέα;» έγινα γραφικός σαν καψούρης.

«Πού πήγα. Πέθανα. Δεν έπρεπε κάποτε να πεθάνω;»

«Και πού μας άφησες;»

«Σας άφησα ελεύθερους να αποφασίσετε πώς θα πορευθείτε. Ούτε πολιτική διαθήκη έγραψα ούτε απομνημονεύματα. Ούτε καν διάδοχο όρισα. Σας άφησα να κάνετε ανεπηρέαστοι τα κουμάντα σας.» «Και καταντήσαμε να χρεοκοπήσουμε!»

«Δεκατέσσερα χρόνια μετά τον θάνατό μου. Ακόμα και αν σας είχα βάλει στο στραβό το δρόμο, είχατε χρόνο υπεράφθονο να αλλάξετε πορεία...»

«Γιατί όμως λένε πως στις δικές σου τις μέρες ξεκίνησε το κακό;»

«Διότι είναι ανιστόρητοι. Εγώ εφηύρα το ρουσφέτι; Από το 1830 υπάρχει, που ιδρύθηκε η σύγχρονη Ελλάδα. Και πιο πριν. Εγώ ξεκίνησα τα δάνεια; Το πρώτο εθνικό δάνειο συνάφθηκε εν μέσω της επανάστασης του 1821. Και φαγώθηκε από τα λαμόγια της εποχής με τις ρεντικότες...»

«Εσύ όμως –λένε- σπατάλησες τα λεφτά της Ευρώπης. Και έδωσες δύναμη στον κάθε τυχάρπαστο. Σε τύπους που αν δεν τους είχες προωθήσει εσύ, δεν θα τους ήξερε ούτε ο θυρωρός της πολυκατοικίας τους...»

Απορώ πού έβρισκα το θάρρος να του μιλάω έτσι.

«Έφερα τον λαό στην εξουσία. Το'πα και το'κανα.»

«Έφερες το χωριό στην πόλη...»

«Αυθαδιάζεις, Θανάση! Οι δικοί σου από πού ήταν; Άσε που το χωριό στην πόλη το έφερε ο Καραμανλής μετά τον Εμφύλιο. Και το στέγασε όπως-όπως, σε κάτι ελεεινές πολυκατοικίες. Εγώ έδωσα κάθε ευκαιρία σε απλούς ανθρώπους -χωρίς γενεαλογικά δέντρα και πιστοποιητικά φρονημάτων- να εξελιχθούν. Πριν από μένα, εάν ο πατέρας σου ήταν στο ΕΑΜ, δεν είχες στον ήλιο μοίρα...»

«Οι προϋπολογισμοί όμως τότε ήταν ισοσκελισμένοι. Κανείς δεν άπλωνε τα πόδια του έξω απ'το πάπλωμα...»

«Κανείς. Εκτός από τους φίλους της Αυλής και από τους κομματάρχες της Δεξιάς. Διάβασε –εάν έχεις απορίες- για τα σκάνδαλα πριν απ'τη χούντα. Δεν εννοώ τις εκλογές της βίας και της νοθείας. Μιλάω για οικονομικά σκάνδαλα. Μιλάω επίσης για το μέγιστο σκάνδαλο ο Έλληνας πρωθυπουργός να πηγαίνει στην Αμερικάνικη Πρεσβεία αντί να τον επισκέπτεται ο πρέσβης στο γραφείο του. Πολλοί από τους υπουργούς του Καραμανλή ήταν λαμπροί διανοούμενοι και πρώτης τάξεως κύριοι. Δεν έπαυαν ωστόσο να λένε στους ξένους "στρατηγέ μου ιδού ο στρατός σας"... Εγώ, επειδή τα είχα καταφέρει στην Αμερική, ήξερα τους εδώ εντεταλμένους της απ'την καλή κι απ'την ανάποδη. Δεν με θάμπωναν συνεπώς...»

«Σε θάμπωσε όμως η Δήμητρα... Και η Ρίτα Σακελλαρίου...»

«Την Ρίτα την είχα για να μου τραγουδάει στη γιορτή μου. Είχα όμως και τον Τσιτσάνη. Υπουργός Πολιτισμού επί των ημερών μου ήταν η Μελίνα. Η κολλητή του Χατζιδάκι και του Χορν. Η πιο αστή απ'τους αστούς... Όσο για την Δήμητρα, την ερωτεύτηκα όταν πιά διατελούσα σε απύθμενη απογοήτευση, σε απελπισία σωστή. Από το '85 και ύστερα, είχα χάσει τελείως το ενδιαφέρον μου. Καταλάβαινα, πρώτος εγώ, ότι το πείραμά μου είχε αποτύχει. Όπως δεν ήρθε ο σοσιαλισμός στην υπανάπτυκτη Ρωσία, έτσι δεν θα ερχόταν και στην Ελλάδα των σουλατσαδόρων και των ραντιέρηδων...»

«Αυτούς προώθησες στα πράγματα...»

«Θα'θελες να έχω κυβερνήσει αριστοκρατικά; ... Ήμουν, ύστερα, εξηνταέξι πλέον χρονών. Το γήρας για μένα προαναγγέλθηκε όχι με απώλεια των σωματικών μου δυνάμεων. Μα με βαθιά πλήξη.»

«Και γιατί δεν αποσύρθηκες εγκαίρως;»

«Νομίζεις πως θα με διαδεχόταν ο Γεννηματάς; Ο Μένιος Κουτσόγιωργας θα γινόταν πρωθυπουργός – εκείνος ήλεγχε τους μηχανισμούς. Κουτσόγιωργας εναντίον Έβερτ. Χάρη σάς έκανα που δεν φούνταρα από το παράθυρο.»

«Ο Μητσοτάκης;»

«Ο Σαλιέρι μου. Ο Σαλιέρι, ξέρεις, ήταν εξαιρετικός μουσικός. Για τα μέτρα της εποχής του. Ο Μότσαρτ ένα αυθάδες μειράκιο. Που έσπασε ωστόσο τους κανόνες... Έχεις διαβάσει τους λόγους του Μητσοτάκη; Μνημεία καλλιέπειας. Καθώς επίσης και έλλειψης γοητείας...»

«Απ'τους νεότερους; Ο Σημίτης;»

«Ο βολικότερος πατροκτόνος που θα μπορούσε να τύχει. Και για τον εαυτό του και για μένα...»

«Ο Κώστας Καραμανλής;»  

«Μπορεί και να τον έκανα παρέα όταν έβγαινα τα βράδια...»

«Ο γιός σου, ο Γιώργος;»

«Προσωπικά δεν θα ήθελα με τίποτα να είμαι γιός του Ανδρέα Παπανδρέου. Η Μαργαρίτα επέμενε να τον ορίσω, το '81, βουλευτή. Ο ίδιος κλώτσαγε μέχρι την τελευταία στιγμή...»

«Ο Βαγγέλης Βενιζέλος;»

«Τον είχα διαλέξει για δικηγόρο μου στη δίκη Κοσκωτά. Οι καλοί δικηγόροι μπορούν να βγάζουν λάδι τους πάντες. Εκτός από τον εαυτό τους...»

«Ο Αλέξης Τσίπρας;»

«Και τόλμη έχει και τύχη μέχρι στιγμής. Αλλά όχι τέχνη. Χωρίς να παριστάνω τον καμπόσο, εγώ ήξερα γράμματα. Βαθιά γράμματα. Κάρολος Κουν, Καστοριάδης, Γκάλμπρεηθ... Αυτοί ήταν οι δάσκαλοί μου. Τα διπλώματα και τους ακαδημαϊκούς τίτλους τα κρέμαγα στους τοίχους του μπάνιου μου στο Καστρί. Αφού όμως τους είχα κερδίσει με το σπαθί μου...»

«Πού πάει η Ελλάδα, Ανδρέα; Η Ευρώπη; Ο κόσμος;»

«Δικό σας πρόβλημα. Εγώ έζησα σε εποχές όπου η Ελλάδα ήλπιζε –είχε κάθε δικαίωμα να ελπίζει- να μην είναι πιά επαρχία. Όπου η Ευρώπη διατηρούσε ακέραιο σχεδόν το κύρος της. Κι ο κόσμος, ο κόσμος συζητούσε για τον σοσιαλισμό. Όχι για την τζιχάντ.»

«Ως τι θα ήθελες να ξαναέρθεις στη ζωή;»

«Ως Βραζιλιάνα μαμμή. Αλλά δεν πρόκειται να ξαναέρθω. Βγάλε τώρα, σε παρακαλώ, το πορτρέτο μου απ'την κορνίζα, σκίσ'το και πέταξέ το. Και πάψε επιτέλους να με σκέπτεσαι. Κλείσε αυτό το σπίτι, ξέχνα με και φύγε. Άσε με να ξεχαστώ στην αγκαλιά της μαμάς μου...».-    

Πηγή: lifo

  • Κατηγορία BLOGS
Συνδρομή σε αυτήν την τροφοδοσία RSS