ενημέρωση 3:23, 19 October, 2025

Ο Χρήστος Χωμενίδης συναντά τον frontman των Κόρε.Ύδρο.

Πρωτάκουσα τους Κόρε.Ύδρο. το φθινόπωρο του 2006, σε μία διαδρομή Ξάνθη-Καβάλα. Μαγεύτηκα, έκλεψα το CD. Πρωτοείδα τον Παντελή Δημητριάδη την άνοιξη του 2010, στη συναυλία παρουσίασης του «Όλη η αλήθεια για τα παιδιά του '78» στο Gagarin. Μέσα σε τρεις ώρες έκανε έξι stage diving, βούτηξε έξι φορές από τη σκηνή στην αγκαλιά των οπαδών του που παραληρούσαν.

Τον πλησίασα αργότερα, ακούμπησα με τις παλάμες μου το ιδρωμένο πρόσωπό του. Έκαιγε. Όταν, το 2011, σκεφτόμασταν με την Αλεξάνδρα Κ. να εγκατασταθούμε για λίγους –ή για περισσότερους– μήνες στην Κέρκυρα, η παρουσία του Παντελή Δημητριάδη βάρυνε στην απόφασή μας. Γέννημα-θρέμμα του εργατικού Μαντουκιού, εγγονός περιπτερά και νοσοκόμας –του Τότου και της Ντάντας– ο Π.Ε. Δημητριάδης (το Π. σημαίνει «Πάντα» και το Ε. δεν είναι το πατρώνυμό του αλλά το αρχικό της λέξης «Ελεήμων»), ο Μπαντελής, όπως τον αποκαλούν κάποιοι φίλοι του, ακτινοβολεί μιαν αρχέγονη αριστοκρατικότητα. Αποτελεί ισότιμο συνομιλητή των θρυλικών μορφών της Κέρκυρας: του Edward Lear, των αδελφών Durrell, του Henry Miller. Ο Λορέντζος Μαβίλης και ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης θα τον ήθελαν στην παρέα τους. Όσο δε για τον Καζανόβα, εκείνος θα του χάριζε τη βελούδινη μπέρτα του και θα του έδινε τα αντικλείδια πολλών σπιτιών στο ακόλαστο πάλαι ποτέ Καμπιέλο.  

«Οι Κόρε.Ύδρο. ιδρύθηκαν το 1993. Πηγαίναμε τότε στη Δευτέρα –ή μήπως στην Τρίτη;– Γυμνασίου. Είχε μόλις κυκλοφορήσει ο δίσκος "Never Mind" των Nirvana, το "Dirty" των Sonic Youth και το "Out of Time" των REM. Eμείς –συνεπαρμένοι– νιώσαμε την ανάγκη να δημιουργήσουμε ένα συγκρότημα θυγατρικό της μετα-πανκ κουλτούρας. Ήταν η χρονιά που εξερράγη το πανκ, "the year that punk broke"... Αρχίσαμε να ηχογραφούμε κασέτες και να τις πουλάμε στο σχολείο. Δεν επρόκειτο ακριβώς για τραγούδια, ως κεντρικό μουσικό όργανο είχαμε μια χορδή κομμένη από ένα μπάσο. Το αρχικό μας όνομα ήταν "Κορεσμένοι Υδρογονάνθρακες"· μας ενθουσίαζε γαρ όλους το μάθημα της Χημείας. Ένα χειμωνιάτικο απόγευμα ήμασταν πια στο Λύκειο, περπατούσαμε εν πλήρει συνθέσει στη πλατεία Σαρόκο. Από το απέναντι πεζοδρόμιο μας βλέπει ο Νίκος Μαγαζής, Μαγαζής από το Αναστα-shop-ουλος. "Κόρε Ύδρο!" μας φωνάζει. Έτσι αναβαπτιστήκαμε...

Η αγωνιστικότης της μαθητιώσης νεολαίας στην Κέρκυρα μάς βγήκε σε πολύ καλό. Κάθε τόσο ανακοινώνονταν καταλήψεις που διαρκούσαν έναν, ενάμιση μήνα. Εμείς, που δεν συμμετείχαμε σε αυτά –καθότι κοροϊδεύαμε τους κατ'επάγγελμα καταληψίες– βρίσκαμε χρόνο να ηχογραφήσουμε. Το 2001 σοβάρεψαν τα πράγματα: εντάχθηκε στο συγκρότημα ο Αλέξανδρος Μακρής κι εγώ είχα ήδη γράψει τα πρώτα μου κανονικά τραγούδια στο πιάνο και στην κιθάρα. Δουλεύαμε τότε πολύ εντατικά. Το 2003, ντεμπουτάραμε στην επίσημη δισκογραφία. Πρώτος μας δίσκος το "Αν  όλα τέλειωναν εδώ". Ακολούθησε ένας άλλος, "ανεπίσημος", που μοιράστηκε μέσω του site μας. Ύστερα, η "Φτηνή ποπ για την ελίτ", το "Όλη η αλήθεια για τα παιδιά του '78" και φέτος οι "Απλές ασκήσεις στον Υπαρξισμό"... Οι τίτλοι των δίσκων μάς ταλαιπωρούν πολύ. Απορρίπτουμε την πρώτη μας έμπνευση, συζητάμε καμιά τριανταριά εναλλακτικές και συνήθως επιστρέφουμε στην αρχή. Το "Φτηνή ποπ για την ελίτ" κυριολεκτεί απολύτως: "Φτηνή" εξαιτίας του χαμηλού κόστους παραγωγής. "Ποπ" διότι αυτό το μουσικό ιδίωμα υπηρετούμε. Και "Ελίτ" αφού οι εκατόν δύο (102) άνθρωποι που είχαν αγοράσει τον πρώτο μας δίσκο αποτελούσαν ασφαλώς μιαν ελίτ... Δίνουμε επίσης ιδιαίτερη σημασία στον εικαστικό σχεδιασμό των δίσκων, όσο και των βιντεο-κλίπ και των συναυλιών μας. Μας συμπαρίστανται σε αυτό δύο εξαιρετικοί καλλιτέχνες, ο Αρβανιτάκης και ο Αμύγδαλος. Ο Κωνσταντίνος Αμύγδαλος αποτελεί γενικώς στυλοβάτη των Κόρε.Ύδρο... Στις μέρες μας, για να αγοράσεις δίσκο, πρέπει να διαθέτεις φλόγα συλλέκτη. Εμείς ανεβάζουμε μόνοι μας τα τραγούδια μας στο YouΤube, ώστε να πληρούν τουλάχιστον κάποιες ποιοτικές προδιαγραφές. Το "Όχι πια έρωτες" κοντεύει το μισό εκατομμύριο views... Έχω γράψει καμιά πενηνταριά τραγούδια. Έχω εκδώσει μια ποιητική συλλογή, με τίτλο "Ξεκαθάρισμα Λογαριασμών". Είμαι φιλόλογος με ειδίκευση στη διδασκαλία των ελληνικών ως ξένης γλώσσας. Διδάσκω αυτό τον καιρό στην εν Κερκύρα Ιερά Μονή των Καπουτσίνων Μοναχών. Αφιέρωσα την πιο πρόσφατη συναυλία μου στο ευγενές ιδανικό της Ένωσης των Εκκλησιών...»    

Ο Παντελής Δημητριάδης έχει το χάρισμα να μετατρέπει και το πιο τρέχον και το πιο επιφανειακά ευτελές σε αφετηρία έμπνευσης. Πηγαίνει καθημερινώς για θαλάσσια μπάνια, αφού πρώτα επιδοθεί σε σκληρές αγροτικές εργασίες ώστε να είναι η επαφή με το νερό ακόμα πιο αναζωογονητική. Εκτρέφει έξι καναρίνια και επωάζει τρία αβγά, εκ των οποίων μόλις σήμερα άνοιξε το ένα. Παρακολουθεί φανατικά τηλεόραση. «Γράφω ολοένα και λιγότερο. Όσο αποκρυπτογραφώ το μέσα μου αίνιγμα, τόσο στερεύει η έμπνευσή μου. Ευτυχώς που υπάρχει...» «Ο Θεός;». «Όχι. Η τηλεόραση! Βλέπω σχεδόν τα πάντα, έχω όμως ένα ιδιαίτερο πάθος για τα talk shows. Γνωρίζω τα ονόματα όλων των Ελλήνων βουλευτών, όμως και των ποδοσφαιριστών Α' και Β' Εθνικής. Με απασχολεί αυτόν τον καιρό το "Σχέδιο Β'" του Αλέκου Αλαβάνου καθώς και η πορεία του νεοπαγούς κόμματος του Χρήστου Ζώη. Ξέρω έναν άνθρωπο, εδώ στην Κέρκυρα, ο οποίος είναι ενθουσιώδης οπαδός του κυρίου Ζώη». «Θα πήγαινες σε talk show, εάν σε καλούσαν;». «Όχι, ποτέ! Αφού δεν έχω τίποτα να πω. Είμαι πολύ μικρός εγώ για να χωρέσω τον αναστεναγμό τους». «Γιατί δεν κάνετε συχνότερα συναυλίες;». «Μία φορά στα τρία χρόνια είναι ό,τι καλύτερο μπορούμε. Οι συναυλίες στοιχίζουν πάρα πολύ σε χρόνο, μόχθο αλλά και χρήματα, καθώς πάντοτε βγαίνουμε οικονομικά ζημιωμένοι. Κι εμένα, από το 2011 –που ήρθες εσύ στην Κέρκυρα, τυχαίο;– το πορτοφόλι μου είναι συνήθως άδειο... Σε συγχωρώ, όμως, διότι μού γνώρισες τον Σελίν!». «Τι είσαι, τελικά, Π.Ε. Δημητριάδη;». «Ο ρόλος που επιφυλάσσω στον εαυτό μου είναι εκείνος του παρατηρητή. Του μικρού παιδιού που ενθουσιάζεται γνήσια με ό,τι συμβαίνει γύρω του. Ενίοτε και μέσα του».   

Πηγή: lifo

  • Κατηγορία BLOGS

Χρήστος Χωμενίδης: «Φοβήθηκα ότι θα γίνει Εμφύλιος»

Με αφορμή την κυκλοφορία του τελευταίου μυθιστορήματός του, ο Χρήστος Χωμενίδης μιλάει για την ανατροφή σε μια πολιτικά ταγμένη οικογένεια, την υπεροχή, ορισμένες φορές, της λογοτεχνίας έναντι της Ιστορίας, αλλά και την οικονομική κρίση ή τα σαράντα χρόνια από τη Μεταπολίτευση.

 
Χρήστος Χωμενίδης: «Φοβήθηκα ότι θα γίνει Εμφύλιος»
Παρά τις ενδεχόμενες εικασίες περί του αντιθέτου, το γεγονός ότι η «Νίκη» είναι βασισμένη στη ζωή της μητέρας τού Χρήστου Χωμενίδη, για εκείνον δεν έχει πολλή σημασία. Θα μπορούσε δηλαδή να μην το πει καν, ώστε να μη χρειάζεται ας πούμε να εξηγεί αν η κυκλοφορία και άλλων βιβλίων για το οικογενειακό περιβάλλον των συγγραφέων τους συνιστά σύμπτωση ή κάτι άλλο. «Μπορώ να σας πω χιλιάδες παρόμοια» λέει και μνημονεύει τη «Μάνα» του Μαξίμ Γκόρκι ή τον «Τρελαντώνη» της Πηνελόπης Δέλτα. «Και αν θέλετε, η διαφορά είναι ότι εγώ δεν έχω ανοιχτούς λογαριασμούς, δεν έγραψα με στόχο την κάθαρση μεταξύ εμού και των νεκρών, ούτε για να καταγγείλω, να συμφιλιωθώ μαζί τους».
 
Γιατί έγραψε τότε; Γιατί αισθάνθηκε κιβωτός ιστοριών προσώπων απελθόντων, που μόνο αυτός θα μπορούσε να διηγηθεί στην τετράχρονη κόρη του. Που με τα πολλά αποδείχθηκαν αρκετές για μυθιστόρημα. «Και όχι μαρτυρία, διότι με ενδιέφερε το πνεύμα, όχι το γράμμα του κόσμου αυτού».
Η "Νίκη" είναι η ιστορία ενός κοριτσιού γεννημένου σε μια οικογένεια αφοσιωμένη στην κοινωνική δικαιοσύνη. Ενός κοριτσιού που αναπνέει αέρα εξορίας σε βρεφική ηλικία, χρησιμοποιεί ψεύτικο όνομα νωρίτερα από το συνηθισμένο ή που το σχεδόν πολυκομματικό σόι του αναμετριέται με την Ιστορία της μεταπολεμικής Ελλάδας.
 
Το μεγαλύτερο "κακό" που επιφυλάσσει σε ένα παιδί ένα τέτοιο περιβάλλον είναι, για τον συγγραφέα, να συμπεριληφθεί και εκείνο στις οικογενειακές ταλαιπωρίες, «να μην μπορέσει να πάρει αποστάσεις, ώστε να πλάσει τη δική του προσωπικότητα και αντ' αυτού να καταλήξει γόνος, αχνή φωτοτυπία των γονιών του». Η Νίκη ωστόσο τα καταφέρνει με όπλο τον έρωτα, μήπως επομένως υπερβάλλουμε στην ασφυκτική δύναμη που αποδίδουμε στην Αριστερά; «Μα δεν είναι η Αριστερά που καταπιέζει, είναι οι συνθήκες» απαντά ο συγγραφέας. «Αν ένα συνομήλικό της παιδάκι μεγάλωνε σε περιβάλλον "πατρίς - θρησκεία - οικογένεια", θα έτρωγε άλλου τύπου καταπίεση στη μούρη».
 
Είναι επίσης κόρη του «Αντώνη», του Βασίλη Νεφελούδη, ιστορικού στελέχους της Αριστεράς, τον οποίο ο Χωμενίδης γνώρισε καλά. Τον περιγράφει σαν άνθρωπο «με ευρύ κοινωνικό spectrum», αναδειγμένο σε ηγετική μορφή του χώρου χάρη στην αξία του, όχι σε κάποια κομματική οδηγία. Ο μυθιστορηματικός γαμπρός του βέβαια είναι ένας δωσίλογος από εκείνους που η οικογένεια περιλαμβάνει σε διάφορες εκδοχές και που ο Χωμενίδης μοιάζει με την πένα του να προσπαθεί να κατανοήσει.
 
Δεν είναι δηλαδή κάπως ολισθηρή έστω και η λογοτεχνική ψυχολογικοποίησή τους; «Μα, με όποιον χαρακτήρα καταπιάνεσαι» αποκρίνεται ο συγγραφέας «πρέπει να μπεις στη θέση του. Οχι για να τον αθωώσεις αλλά για να τον εξηγήσεις. Η ταινία "Η πτώση", για παράδειγμα, έδειχνε τον Χίτλερ από μέσα. Και, τέλος πάντων, δεν είναι έντιμο σε ένα βιβλίο να εξυμνούνται οι πατριώτες και οι υπόλοιποι να παρουσιάζονται ως σκιάχτρα».
Ισως για αυτό, όπως σημειώνει στις πρώτες σελίδες, αυθαιρετεί, ενίοτε καλλιτεχνικά, φιλοδοξώντας να φτάσει στο μεδούλι των γεγονότων. Σαν να πιστεύει ότι η λογοτεχνία ειναι ικανότερη να προσεγγίσει το παρελθόν: ναι, απαντά, σε ευτυχείς περιπτώσεις, είναι.
 
Την πιο διεισδυτική κατά τη γνώμη του ανάλυση του Λι Χάρβεϊ Οσβαλντ την πέτυχε ο Ντον Ντελίλο στο «Λίμπρα», γιατί «η λογοτεχνία βάζει την κάμερά της στις ψυχές των ανθρώπων». Ενα ελληνικό παράδειγμα; Το «Κιβώτιο» του Αρη Αλεξάνδρου. Και, παρεμπιπτόντως, το «Persepolis» της Μαριάν Σατραπί μιλάει για ένα κοριτσάκι που η οικογένειά του συντάχθηκε με την επανάσταση και τους ήρθε ο Χομεϊνί. «Εκείνοι δεν ήταν αριστεροί, αλλά νομίζω ότι οι εμπειρίες τους έχουν εκλεκτικές συγγένειες με όσα γράφω στη "Νίκη"».
 
Πηγή : Τα Νέα

To ελληνικό καλοκαίρι περιέχει τα πάντα

Γράφει ο Χρήστος Χωμενίδης

Ο μοναδικός ακατάλυτος νόμος μας

Διαβάζω ελληνική μυθολογία. Κανείς απ’τους θεούς ή από τις μοίρες δεν προαναγγέλλει πουθενά τη συντέλεια του κόσμου...

«Θα Ξαναγυρίσουμε και θα Τρέμει η Γης!» γράφει με αρχαιοελληνικά ψηφία η μπλούζα που αγόρασα από τουριστικό κατάστημα στο Γύθειο για να τη φοράω όταν κοιμάμαι.  

Βγαίνοντας, με το απόκτημά μου μέσα σε πλαστική σακούλα με μαιάνδρους, αντικρίζω τα τοπικά γραφεία της «Χρυσής Αυγής» να δεσπόζουν στην πλατεία. Το γιγαντοπανώ που κρέμεται από το μπαλκόνι τους ζητάει την άμεση απελευθέρωση των «εθνικιστών»-βουλευτών.  

Κοιτάζω γύρω μου. Το μανιάτικο τοπίο, άνυδρο μα κατάφωτο, τρυφερό κατά βάθος μέσα στην τόση αγριάδα του, κάθε άλλο παρά υποθάλπει την εκδικητικότητα. Στα πρόσωπα των ανθρώπων, ντόπιων και ξένων, δεν είναι χαραγμένο το μίσος αλλά η χαρά της ζωής. Τα πιτσιρίκια παίζουν στα παρτέρια ή ρίχνουν πετονιές στην αποβάθρα για να ψαρέψουν κανα σπάρο. Οι έφηβοι αράζουν στην πλατεία, ανακατεύουν με το καλαμάκι τον καφέ και καβλαντίζουν ράθυμα, κοιτώντας σπάνια το ρολόι τους. Μαμάδες με μωρά στα καρότσια βολτάρουνε δυό-δυό, τρεις-τρεις, κουτσομπολεύουν, αμπελοψυχολογούν, ίσως και να μπανίζουν κάποιον γκόμενο, έτσι για να περνάει η ώρα… Ανδροπαρέες σαραντάρηδων, πενηντάρηδων, εξηντάρηδων ψευτοτσακώνονται για το ποδόσφαιρο, για τις δουλειές, για φράγκα και για μπερδεμένους έρωτες. Ακόμα κι ένας γέρων ενενήντα ετών, μπαίνει υποβασταζόμενος στο καφενείο και παραγγέλνει με βραχνή φωνή μια ρακή, τη σφίγγει με ένα χέρι που παραδόξως πια δεν έχει Πάρκινσον και την κατεβάζει μονοκοπανιάς. Όλα εν ολίγοις είναι εδώ. Όλα και όλοι θάλλουν κάτω από τον ήλιο και κλείνουν μέσα τους τους πεθαμένους μα και τους αγέννητους. Ποιοι να ξαναγυρίσουν και γιατί να τρέμει η γης;  

Όλα και όλοι θάλλουν κάτω από τον ήλιο και κλείνουν μέσα τους τους πεθαμένους μα και τους αγέννητους. Ποιοι να ξαναγυρίσουν και γιατί να τρέμει η γης;    

Το ελληνικό καλοκαίρι μου φαινόταν ανέκαθεν ο μοναδικός ακατάλυτος νόμος μας. Η άσπρη μας πέτρα ξέξασπρη που φωτίζει τον κόσμο και καταργεί τους λεκέδες του. Η διαφανής σαυρούλα που σκαρφαλώνει στο περβάζι. Οι ρόδες των ποδηλάτων που μισοβυθίζονται στην άμμο. Οι αφίσες που προαναγγέλλουν το πανηγύρι του Αγίου Παντελεήμονος και του Σωτήρα. Δημοτικολαϊκά συγκροτήματα πάνω σε πρόχειρα στημένα ικριώματα στην πλατεία, αρνιά και γουρουνοπούλες που σουβλίζονται απ’το πρωί, ο παπάς της ενορίας κερνάει το πιο καλό κοψίδι στον εξάδελφό του απ’την Αστόρια. Το ελληνικό καλοκαίρι είναι τα βογκητά των ζευγαριών που κάνουν έρωτα πίσω από τα μισόκλειστα παντζούρια. Είναι η οθόνη του υπαίθριου σινεμά που θροίζει σε ένα μελτεμάκι. Είναι τα θηριώδη σουτιέν και βρακιά της γιαγιάς που -κρεμασμένα από τα μανταλάκια- ρίχνουν σκιές προϊστορικών τεράτων στον απέναντι τοίχο. Στο ελληνικό καλοκαίρι, το μόνο που μπορείς να σφάξεις είναι ένα καρπούζι. Ποιοι να ξαναγυρίσουν και γιατί να τρέμει η γης;   Ξέρω, ξέρω… Η κοινωνία αντιμετωπίζει τρομερά προβλήματα. Ενάμισι εκατομμύριο άνεργοι, άνθρωποι που έχουν καταρρεύσει οικονομικά, άρρωστοι που ξεροσταλιάζουν για μια χημειοθεραπεία. Οικογένειες που έχουν στερηθεί και το στοιχειώδες αίσθημα ασφάλειας κι έχουν οδηγηθεί στην απόγνωση, γονείς με άδειες, τριμμένες τσέπες που αδυνατούν να πληρώσουν τα φροντιστήρια των παιδιών τους, νέοι που διστάζουν να παντρευτούν – πώς να ανοίξεις σπίτι, αν δεν μπορείς καλά-καλά να συντηρήσεις τον εαυτό σου; Κι έτσι η οργή, μήνα τον μήνα, η οργή διογκώνεται, τυφλώνει, αποκτηνώνει, σε κάνει να επαφίεσαι σε κάποιους που θα ξαναγυρίσουν –δήθεν- και θα τρέμει η γης…  

Στο ελληνικό καλοκαίρι, το μόνο που μπορείς να σφάξεις είναι ένα καρπούζι. Ποιοι να ξαναγυρίσουν και γιατί να τρέμει η γης;

Και όμως, το ελληνικό καλοκαίρι είναι ακόμα εδώ. Οι δρόμοι στην Αθήνα έχουν και φέτος τον Αύγουστο ερημώσει σχεδόν. Οι πληθυσμοί των πολυκατοικιών έχουν και πάλι ξεχυθεί στις ακρογιαλιές, ίσως όχι σε πλαζ πολυτελείας και σε μπητς μπαρ με μοχίτο αλλά σε σπίτια συγγενών και φίλων και σε κάμπινγκ, που το νερό απ’το κοινόχρηστο ντουζ κυλάει με το σταγονόμετρο και σου κάνει τη χάρη να σε αφήνει με τα αλάτια. Και όμως, τα παιδάκια εξακολουθούν να πετάνε βότσαλα στη θάλασσα και να παραβγαίνουν ποιανού θα αναπηδήσει περισσότερες φορές. Και οι μεγάλοι (μεγάλος αυτοαποκαλείται όποιος έχει συμπληρώσει τα πέντε) επιμένουν να ερωτεύονται και να λένε φράσεις όπως «πρώτη φορά» ή «για πάντα». Και οι γέροι –και οι εσχατόγεροι- δεν παραιτούνται από το να κάνουν σχέδια για το μέλλον.  

Εάν έγραφα μια ελληνική κωμωδία, θα έβαζα κάποιον φανατικό ιδεολόγο –αδιάφορο ποιανής ιδεολογίας- να επιχειρεί να εκφωνήσει λόγο σε παραλία. Ένας αέρας κυκλαδίτικος να καλύπτει τη φωνή του και να του παίρνει τα χαρτιά, ένα κύμα να τον μουσκεύει, ένα μισόγυμνο κορμί να τον ανταγωνίζεται θρασύτατα. Θα τον έβαζα να μουλαρώνει και να τελειώνει τον λόγο του με τη φράση «Θα Ξαναγυρίσουμε και θα Τρέμει η Γης!» Κι έπειτα ένα σμήνος γλάρων –σαν χορωδία αγγέλων ή τραγοπόδαρων σατύρων- να τον ειρωνεύεται γαβγίζοντας.  

Διαβάζω ελληνική μυθολογία. Κανείς απ’τους θεούς ή από τις μοίρες δεν προαναγγέλλει πουθενά τη συντέλεια του κόσμου. Δεν απειλεί πως οι άνθρωποι θα κριθούν κατά τα έργα και τις αμαρτίες τους. Δεν προφητεύει μια Δευτέρα Παρουσία. Ποια Δευτέρα Παρουσία; Αφού όλα και όλοι είναι ήδη, νυν και αεί, εδώ. Και η γη δεν τρέμει παρά από τους οργασμούς μας. Κι απ’τις ωδίνες των τοκετών μας.  

Το ελληνικό καλοκαίρι περιέχει τα πάντα. Δίνει λογαριασμό μονάχα στον εαυτό του.  

Πηγή: lifo

Φοβάσαι τώρα που θα βγει ο ΣΥΡΙΖΑ;

Γράφει ο Χρήστος Χωμενίδης

«Φοβάσαι τώρα που θα βγει ο Σύριζα;» μου έκανε, ενώ του άναβα τσιγάρο, το αγόρι της μικρής μου εξαδέλφης.  

Η ερώτησή του –και μάλιστα σε τόνο δραματικό- ακούστηκε τελείως ξεκάρφωτη σε εκείνο το περιβάλλον: Αργά το απόγευμα σε μία παραλία του Ιονίου ειδυλλιακή, με τον ήλιο να κουρνιάζει στη θάλασσα, τα πόδια μας να βουλιάζουν στην άμμο, ένα μεγάφωνο κάπου στο βάθος να παίζει Ούμα Σουμάκ (το «αηδόνι του Περού» που έπιανε με τη φωνή της τέσσερις οκτάβες – ποιος μερακλής τη θυμήθηκε;), τα μεγάλα κορίτσια να στύβουν τα μαγιό τους και τα μικρά κορίτσια να φτιάχνουν κάστρα για την Λαλαλούπσι και την Χέλοου Κίττυ. Σε αυτόν τον κόσμο –τον μικρό, τον μέγα- όπου δεν έλειπε ούτε και περίσσευε το παραμικρό, πόσο αταίριαστο ήταν να ξεκινάει κανείς πολιτικές κουβέντες;

Φαντάστηκα παλιές ξύλινες κάλπες να επιπλέουν, γλάρους να τις ανοίγουν με τα ράμφη τους και να μασουλάνε ψηφοδέλτια. Ή χάρτινες βαρκούλες με τυπωμένα πάνω τους εμβλήματα κομμάτων κι ονόματα υποψηφίων βουλευτών να παρασύρονται από τα κύματα...

«Φοβάσαι τώρα που θα βγει ο Σύριζα;» επανέλαβε ο «ξαδελφούλης», όπως τον αποκαλώ. Μπρος στην πρεμούρα του, αποφάσισα όχι απλώς να μπω στη συζήτηση αλλά και να δεχτώ χωρίς ενστάσεις την παραδοχή του. Ότι θα βγει στις προσεχείς εκλογές ο Σύριζα.

«Γιατί να φοβάμαι;» χαμογέλασα. 

«Αφού τους έχεις βρίσει τόσες φορές! Κι εκείνοι βέβαια δεν σ'αφήνουν έτσι. Επί μισή ώρα σε έθαβαν τις προάλλες στο "Κόκκινο"...» «Α ναι;» είπα δίχως να εκπλαγώ. «Τι κρίμα - δεν ακούω "Κόκκινο"...

Και τι θα μου κάνουν δηλαδή όταν θα βγουν; Αυτοί δεν θα'ναι κυβέρνηση όλων των Ελλήνων, με έμφαση στον πολιτισμό; Αυτοί δεν θα οικοδομήσουν πλατιές κοινωνικές συμμαχίες; Τι έχω να φοβηθώ από ανθρώπους που θα αποκαταστήσουν τη δικαιοσύνη σε όλα τα επίπεδα;»

«Κατ'αρχάς εγώ δεν παριστάνω τον διανοούμενο. Δεν διεκδικώ για τον εαυτό μου τον ρόλο καμιάς αφ'υψηλού πνευματικής ελίτ. Συγγραφέας είμαι, βιβλία γράφω και τα απευθύνω αδιαμεσολάβητα στους αναγνώστες. Δεύτερον και κυριότερον, δεν υποστήριξα το μνημόνιο παρά σαν λύση έσχατης ανάγκης. Όταν, το 2010, η Ελλάδα ήταν έτοιμη –με ευθύνη όσων την είχαν μέχρι τότε κυβερνήσει σε κεντρικό και αυτοδιοικητικό επίπεδο- να κατεβάσει ρολά, να αποκοπεί στην καλύτερη περίπτωση από τον έξω κόσμο αρνούμενη να εξυπηρετήσει το χρέος της, εγώ, ως απλός πολίτης, προτίμησα από την άτακτη χρεοκοπία, τον δανεισμό από ένα μηχανισμό στήριξης με όρους ασύγκριτα ευνοϊκότερους από τους όρους των αγορών. Πόσω δε μάλλον εάν συνδυαζόταν με ένα πρόγραμμα ορθολογικών και κοινωνικά δίκαιων μεταρρυθμίσεων. Έτσι ακριβώς μας παρουσίασαν το πρώτο μνημόνιο...»  

O Σύριζα ή θα υποστεί ένα γενναίο λίφτινγκ ή θα περάσει στα παγκόσμια χρονικά είτε σαν όνειρο, είτε σαν εφιάλτης. Το σίγουρο είναι ότι δεν αξίζει να βαράμε το μαχαίρι στη γροθιά...

«Άλλο μας έδειξαν κι άλλο μας έμπηξαν!» είπε ο «ξαδελφούλης». «Προφανώς. Αντί να απαλλάξουν το κράτος από τα βαρίδια του, νοιάζονταν πώς θα διατηρήσουν τις κομματικές τους πελατείες. Αντί να εκσυγχρονίσουν την κοινωνία διαλύοντας τις προνομιούχες κάστες, έριχναν τα βάρη επί δικαίων και αδίκων. Ψήφιζαν οριζόντια μέτρα που εξαθλίωναν τους ασθενέστερους...»

«Αυτά δεν λέει και ο Σύριζα;»

«Όχι βέβαια. Πρωτ'απ'όλα ο Σύριζα τάχθηκε εναντίον της σύναψης οποιουδήποτε μνημονίου. Υποστήριξε πως εάν πουλάγαμε τσαμπουκά στην Ευρωπαϊκή Ένωση και ειδικά στη Γερμανία, εκείνες θα υποχωρούσαν άτακτα. Θα ικανοποιούσαν κάθε μας αξίωση και η ζωή μας θα συνεχιζόταν αδιατάρακτη. Το παραπάνω δεν ήταν καν θέση ιδεολογική, αποτελούσε μάλλον διαφορετική εκτίμηση ρίσκου. Κανείς δεν θα μάθει ποτέ με βεβαιότητα εάν η Ευρώπη το 2010 θα ενέδιδε για να μην την παρασύρουμε και δημιουργηθεί φαινόμενο "ντόμινο"... Η Κύπρος πάντως, που το 2013 αποπειράθηκε να το παίξει "λεβέντικα", υποχρεώθηκε σε βεβιασμένη αναδίπλωση μετά από τρεις μόλις μέρες... Δεύτερον, ο Σύριζα για πολύ καιρό προέβαλλε εναλλακτικές οι οποίες κινούνταν, κατά τη γνώμη μου, στο χώρο εάν όχι της επιστημονικής, της πολιτικής σίγουρα φαντασίας. Ασφαλώς και δεν υποστήριζε πως το "ξανθό γένος" του Πούτιν ή ο Αρτέμης Σώρρας θα μάς ξελάσπωναν. Άφηνε όμως να αιωρείται η προσδοκία πως ο Ούγκο Τσάβες θα μας προμήθευε με πετρέλαιο και ότι κάποια διεθνή δικαστήρια θα κήρυτταν το χρέος "επαχθές" και θα το ακύρωναν. Το να τρέφεις έναν απελπισμένο λαό με φρούδες ελπίδες δεν το λες και υπεύθυνη στάση... Όπως και το να τροφοδοτείς αφειδώς τους εφιάλτες και τις φαντασιώσεις του: Να συγκρίνεις τον χειμώνα του 2012-13 με τον χειμώνα του 1941-42, όταν χιλιάδες Έλληνες πέθαναν απ'την πείνα κυριολεκτικά. Να διαλαλείς ότι ως κυβέρνηση θα ακυρώσεις ό,τι έχει ψηφιστεί από την Βουλή κατά την τελευταία τετραετία με έναν νόμο του ενός άρθρου. Να καλείς όχι μονάχα τους δασκάλους μα και τους μαθητές σε έμπρακτη ανυπακοή, χωρίς να διαθέτεις καν ως μπούσουλα τη θεωρία της "Πολιτιστικής Επανάστασης" του Μάο Τσετούνγκ... Να διαιρείς συστηματικά τους Έλληνες σε πατριώτες και "προσκυνημένους", "γερμανοτσολιάδες", "τσιράκια της Μέρκελ"...»

«Και τι θα έπρεπε δηλαδή να κάνει ο Σύριζα;

Να'ναι πιο επιεικής απέναντι στη συγκυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας-Πασόκ;» «Το αντίθετο! Να τους ελέγχει εδώ και χρόνια έμπρακτα. Μετά τις εκλογές του 2012, να έχει πιέσει για τη συμμετοχή του σε μιαν ευρύτατη κυβέρνηση εθνικής ενότητας ή εθνικής σωτηρίας. Και από θέσεις υπεύθυνες να περιφρουρεί τα λαϊκά συμφέροντα...» «Ό,τι έκανε δηλαδή η Δημάρ;» «Ό,τι είχε πει πως θα πράξει η Δημάρ. Πριν καταλήξει να επωφελείται από τον κανόνα 6-4-2 και να τακτοποιεί στελέχη της στον κρατικό μηχανισμό, εκφράζοντας όσο συγκυβερνούσε κάποιες νεφελώδεις κατά κανόνα αντιρρήσεις...»  

Εδώ επέζησα από τις πιο εφιαλτικές καταστάσεις, τον Σύριζα θα φοβηθώ; Ως πολίτης, απ'την άλλη, αντιλαμβάνομαι πως η πλειονότητα ίσως των Ελλήνων έχει ανάγκη από μιαν ανατροπή, που θα της προκαλέσει στην αρχή ευδαιμονία και έπειτα πιθανόν να την προσγειώσει μια και καλή στο ρεαλισμό.

«Έτσι όμως, μη βάζοντας νερό στο κρασί του, ήρθε ο Σύριζα πρώτο κόμμα στις ευρωεκλογές!»

«Καμία αντίρρηση. Η στρατηγική του προς την εξουσία κρίνεται εκ του αποτελέσματος ως άψογη. Προφανώς τη χαράσσουν άνθρωποι καλά προπονημένοι στο να διεκδικούν...» «Όχι όμως και στο να κυβερνούν;» «Αυτό μένει να αποδειχθεί... Εμένα μου είναι εξαιρετικά δύσκολο να αλλάζω θέσεις ανάλογα με την περίσταση. Να υποστηρίζω σήμερα το άλφα και μεθαύριο το ωμέγα. Αυτή όμως φαίνεται πως είναι η ουσία της πολιτικής: Η προσαρμοστικότητα. Η δυνατότητα να αναθεωρείς διαρκώς. Οι μεγάλοι απλώς πολιτικοί διαθέτουν κι ένα σκληρό πυρήνα, πέντε βασικές αρχές, στις οποίες μένουν πάντοτε πιστοί.»

«Και σε περίπτωση που ο Σύριζα ως κυβέρνηση δεν προδώσει τον ριζοσπαστικό εαυτό του; Άμα δεν συμβιβασθεί;»

«Τότε θα ζήσουμε εξαιρετικά ενδιαφέρουσες καταστάσεις. Λαοθάλασσες θα πολιορκούν τα κυβερνητικά κτήρια, προσδοκώντας ό,τι ο Σύριζα τούς έχει κατά καιρούς τάξει. Θα εξεγερθούν άραγε όταν δεν θα ικανοποιηθούν; Ή θα επιβεβαιωθεί το λαϊκό ρητό "ο λόγος σου με χόρτασε και το ψωμί σου φάτο";» «Ούτε ο Ανδρέας Παπανδρέου έκανε το 1981 ό,τι είχε υποσχεθεί.» «Λάθος. Ο Ανδρέας μπορεί να μην μας έβγαλε από την ΕΟΚ και από το ΝΑΤΟ, μοίρασε όμως λεφτά στον κόσμο με τη σέσουλα. Τα λεφτά κυρίως της ΕΟΚ...»

«Φοβάσαι άρα τώρα που θα εκλεγεί ο Σύριζα;»

«Προσωπικά καθόλου. Εδώ επέζησα από τις πιο εφιαλτικές καταστάσεις, τον Σύριζα θα φοβηθώ; Ως πολίτης, απ'την άλλη, αντιλαμβάνομαι πως η πλειονότητα ίσως των Ελλήνων έχει ανάγκη από μιαν ανατροπή, που θα της προκαλέσει στην αρχή ευδαιμονία και έπειτα πιθανόν να την προσγειώσει μια και καλή στο ρεαλισμό. Ως παρατηρητής, τέλος, των δημόσιων πραγμάτων, θυμάμαι πάντα δύο φράσεις: Το "Η Φαντασία στην Εξουσία" του γαλλικού Μάη του '68 και το "Τα Γεγονότα είναι Ξεροκέφαλα" του Λένιν. Όλοι από τον γαλλικό Μάη ξεκινούν κι όλοι στον Λένιν καταλήγουν...»

«Ο Σύριζα θα σπάσει συνεπώς τα μούτρα του πάνω στα ξεροκέφαλα γεγονότα...» «Ή θα υποστεί ένα γενναίο λίφτινγκ. Ή θα περάσει στα παγκόσμια χρονικά είτε σαν όνειρο, είτε σαν εφιάλτης. Το σίγουρο είναι ότι δεν αξίζει να βαράμε το μαχαίρι στη γροθιά. Ούτε καν να χαλάμε τις καρδιές μας. Que sera, sera...Whatever will be, will be...»

Πηγή: Lifo

  • Κατηγορία BLOGS

Νίκη

ΜΕ ΣΕΒΑΣΜΟ ΣΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ. Με κεντρικό πρόσωπο τη μητέρα του, Νίκη, κόρη πολιτικού της αριστεράς, ο Χρήστος Χωμενίδης στο μυθιστόρημά του,ξετυλίγει παράλληλα και την ιστορία της Ελλάδας στον 20ό αιώνα.

Συνδρομή σε αυτήν την τροφοδοσία RSS